Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: νικοτίνη
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
νικοτίνη η [nikotíni] Ο30 : δηλητηριώδες αλκαλοειδές που παράγεται από τα φύλλα του καπνού και που δρα ερεθιστικά στον οργανισμό του ανθρώπου: Tσιγάρα με πολλή / με λίγη ~.

[λόγ. < γαλλ. nicotine < nicot(iane) = νικοτ(ιανή) -ine = -ίνη]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go