Combined Search
1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- μοδισμός ο.
-
- Υπολογισμός, μέτρηση έκτασης ή χωρητικότητας (σιτηρών) σε μοδίους:
- 'Εστι του τοιούτου χωρίου ο μοδισμός μοδίων ν́ (Metrol. 913)·
- το όλον μόδιον … εμβαίνει εις μοδισμόν ευφορίας (αυτ. 531).
[μτγν. ουσ. μοδισμός]
- Υπολογισμός, μέτρηση έκτασης ή χωρητικότητας (σιτηρών) σε μοδίους: