σημείωση [semiosis]
σημείωση [semiosis]
Το φαινόμενο της σημείωσης αφορά κάθε σύστημα σήμανσης: από τα πιο απλά, π.χ. τις πινακίδες της τροχαίας, έως τα πιο σύνθετα, π.χ. τους πολιτισμικούς κώδικες, τον κώδικα της μουσικής, και βέβαια το πληρέστερο σημειωτικό σύστημα, τη γλώσσα. Κατά τον Peirce, του οποίου η προσέγγιση έχει, αν και κάπως αργά, τύχει ευρύτερης αναγνώρισης, η σημείωση είναι η σχέση ενός σημείου με το αντικείμενο αναφοράς του και η διαδικασία της σημείωσης υλοποιείται με σημεία τριών ειδών: εικονικά, δεικτικά, συμβολικά. Τα εικονικά είναι σημεία που η ερμηνεία τους εξαρτάται από την αναγνώριση της ομοιότητάς τους με τα αντικείμενα αναφοράς τους· π.χ. η φωτογραφία ενός σπιτιού είναι σημείο που οφείλει αυτή την ιδιότητα, και συνακόλουθη λειτουργία, στην ομοιότητά του προς το σπίτι-αντικείμενο αναφοράς του. Τα δεικτικά είναι σημεία που η ερμηνεία τους εξαρτάται από την αναγνώριση της χωροχρονικής -και κατά κανόνα αιτιακής- σχέσης με τα αντικείμενα αναφοράς τους· π.χ. ο καπνός αποτελεί ένδειξη φωτιάς. Στα συμβολικά σημεία, πάλι, η ερμηνεία δεν βασίζεται στην αναγνώριση κάποιας σχέσης ομοιότητας ούτε στην αναγνώριση κάποιας σχέσης χωροχρονικής ή αιτιακής συνάφειας με κάτι εξωτερικό, αλλά στην ύπαρξη μιας σύμβασης που επιτρέπει στα μέλη μιας κοινότητας να χρησιμοποιούν ένα σημείο με μια συγκεκριμένη, κοινά γνωστή, σημασία · π.χ. η λέξη σκύλος σημαίνει συμβατικά -στην κυριολεκτική της σημασία- το γνωστό τετράποδο ζώο. Η γλώσσα - σε αυτή ακριβώς παρέπεμπε το τελευταίο μας παράδειγμα- ως σύστημα σήμανσης είναι κατεξοχήν συμβολικό, αφού χρησιμοποιεί κατά κανόνα συμβολικά σημεία και ζητά να επιβάλει εν μέρει συμβολικό -δηλαδή συμβατικό- χαρακτήρα ακόμη και στα συγκριτικά λίγα σημεία εικονικού ή δεικτικού χαρακτήρα που χρησιμοποιούν οι φυσικοί ομιλητές . Η ιδιαιτερότητά της έγκειται στο συμβολικό της χαρακτήρα, που καθιστά τη σχέση μας με την πραγματικότητα έμμεση και διαμεσολαβημένη από αφαιρέσεις και γενικεύσεις . Αυτό θα γίνει δραστικότερα, ή δραματικότερα, κατανοητό, αν συμπληρώσουμε ότι ένα γλωσσικό σημείο δεν παραπέμπει ποτέ άμεσα στο αντικείμενο αναφοράς του, αλλά σε ένα άλλο σημείο, που και αυτό ερμηνεύεται από ένα άλλο σημείο, που κι αυτό, με τη σειρά του, ερμηνεύεται από ένα άλλο… επ' άπειρον (πρβ. τη λέξη σκύλος: τετράποδο ζώοà τετράποδο: με τέσσερα πόδια/ ζώο: ον à ον:…). Πρόκειται ακριβώς για την ατέλειωτη διαδοχή των ερμηνευτών [interpretants], κατά την πηρσιανή ορολογία. Δε θα πρέπει, ωστόσο, αυτή η διευκρίνιση να μας κάνει να χάσουμε από τα μάτια μας τον διαλεκτικό, εν τέλει, χαρακτήρα της γλωσσικής σημείωσης, αφού, πέρα από το γεγονός ότι τα εικονικά και τα δεικτικά σημεία περιέχουν συμβολικά συστατικά, παρομοίως δεν υπάρχουν σύμβολα που δεν περιέχουν δεικτικά ή εικονικά συστατικά.
Πηγές
- Τσοχατζίδης, Σ. 2001. Η γέννηση της γλώσσας. Στο Ιστορία της ελληνικής γλώσσας: Από τις αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα, επιμ. Α.-Φ. Χριστίδης, 77-86. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη].
- Χριστίδης, Α.-Φ. 2002. Όψεις της γλώσσας. Αθήνα: Νήσος.