Διδασκαλία - Εκπαίδευση 

Ψηφιακές πρακτικές γραμματισμού των εφήβων 

 

1. Αφετηρία και σκοπιμότητα της έρευνας

Τεχνολογίες της Πληροφορίας και Επικοινωνίας (ΤΠΕ) και γλωσσική εκπαίδευση

Οι υπολογιστές ως μέσα υποστήριξης της γλωσσικής διδασκαλίας

Είναι γνωστό ότι οι πρώτοι υπολογιστές θεωρήθηκαν έξυπνες διδακτικές μηχανές, μέσα δηλαδή που θα διευκόλυναν την καλύτερη κατανόηση και εμπέδωση της διδακτέας ύλης.[1] Παρότι τα διδακτικά μοντέλα βελτιώθηκαν κατά πολύ στη συνέχεια και εγκατέλειψαν την αυστηρή προσήλωση στο δομιστικό γλωσσοδιδακτικό πρότυπο (Μήτσης 1996) και παρότι η τεχνολογική πρόοδος επέτρεψε τη δημιουργία πιο θεαματικών προγραμμάτων υπολογιστή (πολυμέσα), παρέμεινε ωστόσο η βασική αρχή αξιοποίησης της νέας μηχανής στη γλωσσική διδασκαλία: ως υποστηρικτικό μέσο σε έναν γραμματισμό (literacy) που στηρίζεται και λειτουργεί με άξονα την τεχνολογία του εντύπου. Στο πλαίσιο της λογικής αυτής η βαρύτητα δίνεται στην ανάπτυξη εκπαιδευτικού λογισμικού και στην περαιτέρω αξιοποίησή του στο σχολείο. Η τεχνολογία, δηλαδή, θεωρείται πλαίσιο της λογικής αυτής ως κάτι το επιπρόσθετο, ένα εξαιρετικά σύγχρονο μέσο που λειτουργεί υποστηρικτικά, προκειμένου να γίνει αποτελεσματικότερη η αφομοίωση της 'διδακτέας ύλης'.

Νέα πολιτικοοικονομικά δεδομένα και ο υπολογιστής ως μέσο πρακτικής γραμματισμού

Αν το πολιτικό και επιστημονικό πλαίσιο των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών προσδιόρισε το ενδιαφέρον προς τους υπολογιστές ως υπομονετικών παιδαγωγικών περιβαλλόντων, οι ευρύτερες εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών προσδιόρισαν τη στροφή προς την αξιοποίηση των ΤΠΕ ως μέσων πρακτικής γραμματισμού (literacy practice).

Από τη στιγμή που οι οικονομικά ισχυρές χώρες εισέρχονταν σταδιακά στο μεταβιομηχανικό στάδιο ανάπτυξης, η έμφαση στον παραδοσιακό γραμματισμό, δηλαδή η εστίαση στα βασικά της ανάγνωσης, της γραφής και της ορθογραφίας, δεν αρκούσε. Στο νέο αυτό περιβάλλον οι Νέες Τεχνολογίες[2] αξιοποιούνταν και αξιοποιούνται ευρύτατα τόσο ως μέσα παραγωγής, συνεισφέροντας σημαντικά στην αλλαγή του εργασιακού τοπίου, όσο και ως μέσα πρακτικής γραμματισμού, συνεισφέροντας σημαντικά στην αλλαγή του επικοινωνιακού τοπίου. Ο αυτοματισμός, η σταδιακή παγκοσμιοποίηση της οικονομίας και της αγοράς και ο έντονος ανταγωνισμός στρέφουν το ενδιαφέρον από τη μαζική παραγωγή στην επένδυση γνώσης για την παραγωγή και προώθηση διαφοροποιημένων προϊόντων. Οι Νέες Τεχνολογίες δεν χρησιμοποιούνται όμως μόνο στο χώρο της παραγωγής, αλλά αξιοποιούνται ευρύτατα και παράλληλα με τα παλιότερα μέσα πρακτικής γραμματισμού (έντυπο, μολύβι, χαρτί) σε κάθε πτυχή 'της νέας οικονομίας της γνώσης και των υπηρεσιών'. Έτσι, ο υπολογιστής καταλαμβάνει σταδιακά κεντρική θέση ως μέσο για γράψιμο, διάβασμα και επικοινωνία. Αυτός ο τρόπος χρήσης του υπολογιστή σε νέα πεδία (εργασιακός χώρος, ψυχαγωγία, ενημέρωση, επιστήμη, εκπαίδευση κλπ.) σε συνδυασμό με τη νέα κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα αναδεικνύει μια 'νέα επικοινωνιακή τάξη πραγμάτων' ('New Communicative Order') (Street 2000), εξαιρετικά διαφορετική σε σχέση με το παρελθόν.

Ο David Crystal, ένας από τους γνωστότερους γλωσσολόγους, σε ένα πρόσφατο βιβλίο του με το χαρακτηριστικό τίτλο Γλωσσική επανάσταση (Language Revolution) (2005) επισημαίνει ότι ζούμε τις συνέπειες ευρύτερων δραματικών αλλαγών, που σηματοδοτούν την αρχή μιας νέας περιόδου στην εξέλιξη της ανθρώπινης γλώσσας. Τρεις είναι οι μεγάλες αλλαγές που συμβαίνουν σήμερα και οι οποίες έχουν μεταβάλει, κατά τη γνώμη του, την παγκόσμια 'γλωσσική οικολογία' ('linguistic ecology'): η ανάδειξη της αγγλικής ως της πρώτης πραγματικά παγκόσμιας γλώσσας, ο κίνδυνος σταδιακής εξαφάνισης μεγάλου αριθμού γλωσσών και η νέα γλωσσική πραγματικότητα που αναδεικνύεται από την ευρεία χρήση των ΤΠΕ και ιδιαίτερα του διαδικτύου. Στη διερεύνηση της τελευταίας περίπτωσης αφιέρωσε μάλιστα ένα άλλο βιβλίο του, όπου κάνει λόγο για τη 'δικτυογλώσσα' (netlish) (Crystal 2001), τη γλώσσα δηλαδή που χρησιμοποιείται στο διαδίκτυο.

Παρά τις επιφυλάξεις που μπορεί να έχει κανείς σε τέτοιου είδους απόλυτες διατυπώσεις, δεν μπορεί παρά να επισημάνει τη σοβαρότητα και τη δυναμική της έρευνας που αναπτύσσεται στο συγκεκριμένο πεδίο. Ένα σημαντικό ερευνητικό ρεύμα, από το χώρο κυρίως της γλωσσολογίας, έχει ήδη στρέψει το ενδιαφέρον του προς την κατεύθυνση αυτή και σοβαρά επιστημονικά περιοδικά είναι αποκλειστικά προσανατολισμένα προς τη διερεύνηση της 'νέας αυτής γλωσσικής πραγματικότητας'[3].

Μία άλλη ενδιάμεση κατηγορία ερευνών εξετάζει το διαδίκτυο ως χώρο επαφής (contact zone) μεταξύ των γλωσσών, όπου οι επιμέρους γλώσσες συναντώνται με την κυρίαρχη στο διαδίκτυο γλώσσα, την αγγλική. Εδώ, άλλοτε η προσέγγιση επιχειρείται από την πλευρά της τοπικής γλώσσας και του τοπικού πολιτισμού, οπότε εξετάζονται οι επιπτώσεις της αγγλικής στις άλλες γλώσσες (Koutsogiannis & Mitsikopoulou 2003, Koutsogiannis 2004) και άλλοτε από την οπτική της αγγλικής ως παγκόσμιας γλώσσας, οπότε διερευνώνται οι νέες ποικιλότητες της αγγλικής (global englishes) ως αποτέλεσμα της επαφής της με άλλες γλώσσες (Crystal 2003, Warschauer 2002).

Οι Kress & van Leeuwen είναι δύο επιστήμονες με πολύ σημαντική επιρροή τα τελευταία χρόνια στο χώρο της γλωσσικής εκπαίδευσης και ευρύτερα της εκπαίδευσης στο γραμματισμό (literacy education). Καταβάλλουν, και δεν είναι οι μόνοι, σοβαρή προσπάθεια, προκειμένου να θεωρητικοποιήσουν τη νέα επικοινωνιακή πραγματικότητα, η οποία χαρακτηρίζεται κατά τη γνώμη τους από τον πολυτροπικό της χαρακτήρα (multimodality), από τη συλλειτουργία δηλαδή πολλών σημειωτικών συστημάτων (γλώσσας, εικόνας, ήχου κλπ.) στη δημιουργία των σύγχρονων και ιδιαίτερα των ηλεκτρονικών κειμένων. Επισημαίνουν την ανεπάρκεια των υπαρχουσών θεωριών να περιγράψουν τον κατεξοχήν πολυτροπικό (multimodal) χαρακτήρα της σημερινής επικοινωνίας, πώς δηλαδή διάφορα σημειωτικά συστήματα αλληλεπιδρούν στη διαμόρφωση του νοήματος, και καταβάλλουν σοβαρές προσπάθειες για τον εντοπισμό των θεωρητικών κενών και κυρίως για την ανάπτυξη νέας θεωρίας και τη δημιουργία της απαραίτητης μεταγλώσσας (Kress & van Leeuwen 1996, 2001). Η επιστημονική κινητικότητα είναι πολύ έντονη και στο πεδίο αυτό και γίνεται εμφανής από το πλήθος των άρθρων που δημοσιεύονται τα τελευταία πέντε χρόνια στο διεθνή επιστημονικό περιοδικό τύπο.

Τέλος, μεγάλο θεωρητικό και ερευνητικό ενδιαφέρον παρατηρείται, όπως είναι φυσικό, και στο επίπεδο της γλωσσικής διδασκαλίας. Η πιο φιλόδοξη, πολυσυζητημένη και με τεράστια διεθνή επίδραση στο χώρο της Εφαρμοσμένης Γλωσσολογίας πρόταση των τελευταίων χρόνων προέρχεται από ομάδα κορυφαίων διεθνώς επιστημόνων, την αποκαλούμενη ομάδα του Νέου Λονδίνου (New London Group). Στην πρότασή τους θεωρούν το γραμματισμό που σχετίζεται με τις ΤΠΕ ως έναν από τους γραμματισμούς που είναι απαραίτητο να διαπερνά τα σύγχρονα προγράμματα σπουδών (Cope & Kalantzis 2000). Πλήθος είναι οι σχετικές δημοσιεύσεις, ιδιαίτερα κατά την τελευταία πενταετία, σε βαθμό που σπάνια θα συναντήσει κανείς σύγχρονο θεωρητικό κείμενο που θα κινείται σε θέματα εκπαίδευσης στο γραμματισμό και δε θα αφιερώνει μέρος του ενδιαφέροντός του στα νέα δεδομένα που δημιουργεί η ευρεία διάδοση των ΤΠΕ και ιδιαίτερα του διαδικτύου. Παράλληλα, πολλαπλασιάζονται θεαματικά οι έρευνες, τόσο για τη μητρική όσο και τη δεύτερη/ξένη γλώσσα που εξετάζουν τα νέα δεδομένα που δημιουργούνται από τη διάδοση των σύγχρονων και ασύγχρονων μέσων επικοινωνίας στο χώρο της γλωσσικής κοινωνικοποίησης, της γλωσσικής μάθησης, της διδασκαλίας και της διαπολιστισμικής επικοινωνίας.[4]

Θα μπορούσαμε συμπερασματικά να πούμε ότι από τις ως τώρα ερευνητικές αναζητήσεις αναδεικνύεται η ανάγκη καλλιέργειας ενός νέου γραμματισμού, τον αποκαλούμε συχνά τεχνολογικό, ψηφιακό γραμματισμό ή τεχνογραμματισμό, του οποίου η κοινωνική διάδοση είναι ευρύτατη, γεγονός που δεν μπορεί να αγνοηθεί από το σχολείο. Αξίζει να επισημανθεί ότι στο γραμματισμό αυτό δεν ενδιαφέρει απλώς η τεχνική διάσταση (δυνατότητα χρήσης της τεχνολογίας), αλλά η νέα γλωσσική πραγματικότητα που προκύπτει από την ευρεία χρήση των ΤΠΕ ως μέσων επικοινωνίας.

Έτσι, στα σύγχρονα Προγράμματα Σπουδών που αφορούν τη γλωσσική εκπαίδευση προτείνεται: η συμμετοχή των μαθητών/τριών σε κειμενικές πρακτικές που θα ενσωματώνουν λειτουργικά τις ΤΠΕ και η καλλιέργεια νέων γλωσσικών δεξιοτήτων που δεν αγνοούν τη σύγχρονη πολυτροπική επικοινωνιακή πραγματικότητα, έτσι ώστε να είναι δυνατό να προετοιμαστούν οι μαθητές καλύτερα για το νέο κόσμο που τους περιβάλλει και στον οποίο θα κληθούν ως πολίτες να λειτουργήσουν. Μ' αυτήν τη λογική ο τεχνογραμματισμός ή ψηφιακός γραμματισμός παίρνει συγκεκριμένο περιεχόμενο στην περίπτωση της διδασκαλίας των γλωσσών, θεωρείται αναπόσπαστη ενότητα της γλωσσικής εκπαίδευσης, του γραμματισμού με την ευρύτερη έννοια, και κατά προέκταση του κοινωνικού γραμματισμού, που πρέπει να παρέχεται από το σύγχρονο σχολείο.

1 Για μια συνολική ανασκόπηση του θέματος βλ. Κουτσογιάννης 2007.

2 Χρησιμοποιούνται χωρίς ιδιαίτερη διάκριση οι όροι: Τεχνολογίες της Πληροφορίας και Επικοινωνίας και Νέες Τεχνολογίας, πρακτική που ισχύει διεθνώς.

3 Βλ. π.χ. το περιοδικά Journal of Mediated Communication Discourse (http://www.ascusc.org/jcmc), Journal of Computer Mediated Communication (http://jcmc.indiana.edu/) και Language Learning and Technology (http://llt.msu.edu/). Το τελευταίο, όπως φαίνεται και από τον τίτλο, είναι περισσότερο προσανατολισμένο στη γλωσσική εκπαίδευση.

4 Για μια σύντομη ανασκόπηση και συζήτηση βλ. Koutsogiannis & Mitsikopoulou 2004.

Τελευταία Ενημέρωση: 31 Ιαν 2011, 14:25