Διδασκαλία - Εκπαίδευση
Ψηφιακές πρακτικές γραμματισμού των εφήβων
2. Πρακτικές τεχνολογικού γραμματισμού των παιδιών και οι στόχοι της παρούσας έρευνας
Οι ανωτέρω εξελίξεις είναι προφανές ότι θέτουν πολλά νέα θέματα προς διερεύνηση, όπως το περιεχόμενο και τους στόχους της γλωσσικής εκπαίδευσης, το είδος του υλικού που θα αξιοποιείται κατά τη γλωσσική διδασκαλία, την προετοιμασία των εκπαιδευτικών κλπ. Ένα από τα θέματα αυτά, η σπουδαιότητα του οποίου αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια, είναι η αναγκαιότητα να διερευνηθεί επιστημονικά ο τρόπος γλωσσικής κοινωνικοποίησης των παιδιών στο νέο αυτό επικοινωνιακό τοπίο, αλλά και πεδίο πρακτικής γραμματισμού.
Ο προβληματισμός και η έρευνα στο χώρο των εξωσχολικών πρακτικών γραμματισμού των παιδιών και η σύνδεσή τους με τη σχολική / γλωσσική επίδοση δεν είναι βέβαια κάτι πρόσφατο, αφού έχει μια παράδοση μισού περίπου αιώνα. Θα μπορούσε να διακρίνει κανείς δύο σημαντικές παραδόσεις στην παράδοση αυτή, οι οποίες, παραδόξως, σε πολύ λίγες περιπτώσεις διαλέγονται μεταξύ τους. Η πρώτη από αυτές τις παραδόσεις ταυτίζεται με τις γνωστές αναζητήσεις του Β. Bernstein (1971), ο οποίος από πολύ νωρίς διαπίστωσε ότι η σχολική επιτυχία ή αποτυχία συνδέεται στενά με το γλωσσικό κώδικα της πρωτογενούς κοινωνικοποίησης του παιδιού. Οι κώδικες δεν είναι απλώς δύο διαφορετικές κοινωνικές γλώσσες, όπως συνήθως αντιμετωπίζονται. Συνδέονται στενά με το είδος των ρόλων που η κάθε οικογένεια επιφυλάσσει στα μέλη της, επομένως με την ταυτότητα που στο πλαίσιο της πρωτογενούς κοινωνικοποίησης αποκτάει το κάθε παιδί.
Η δεύτερη παράδοση ταυτίζεται με το ρεύμα που ο Gee (1996) αποκάλεσε New Literacy Studies. Η ερευνητική παράδοση στην οποία στηρίζεται πρωτίστως η οπτική αυτή είναι η εθνογραφία του γραμματισμού. Στην προκειμένη περίπτωση, η ερευνητική πορεία είναι επαγωγική και στηρίζεται στις μεθοδολογικές αρχές της κοινωνιογλωσσολογικής και κυρίως της ανθρωπολογικής / εθνογραφικής ερευνητικής παράδοσης. Η εθνογραφία του γραμματισμού μετέφερε κατά συστηματικό τρόπο το ενδιαφέρον μακριά από τη διδασκαλία, εκτός του, με τη στενή έννοια, σχολικού πλαισίου. Η εστίαση, ωστόσο, αυτή δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξε ενδιαφέρον για τη διδασκαλία και τη σχολική τάξη, αλλά η διδασκαλία προσεγγίστηκε υπό το φως των εξωσχολικών πρακτικών γραμματισμού του παιδιού.
Η έρευνα αυτή ανέδειξε τις 'αόρατες' πτυχές του γραμματισμού. Σε αντίθεση με την ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι ο γραμματισμός είναι ένας και ταυτίζεται με το σχολικό γραμματισμό, οι γραμματισμοί είναι πολλοί, στενά συνυφασμένοι με την πολυπλοκότητα των κοινωνικών διαστρωματώσεων και πρακτικών, αλλά και με τις διαφορετικές πολιτισμικές παραδόσεις και ιδεολογίες, εντός των οποίων και μόνο είναι κατανοητός ο γραμματισμός (Gee 1996). Με βάση τη λογική αυτή, οι ίδιες οι διαδικασίες, στο πλαίσιο των οποίων κατακτώνται η ανάγνωση και η γραφή, αποτελούν συστατικό στοιχείο του γραμματισμού/ών και συνεισφέρουν στη συγκρότηση διαφορετικών υποκειμένων. Επομένως, δεν μπορούμε να μιλάμε γενικά για γραμματισμό, αλλά γραμματισμό στο πλαίσιο κάποιας συγκεκριμένης τοπικότητας, ιδεολογίας, αντιλήψεων κλπ. (Street 1984, 1993). Ο σχολικός γραμματισμός είναι ένας από τους κοινωνικούς γραμματισμούς. Η εθνογραφική έρευνα έχει δείξει ότι ο γραμματισμός αυτός έχει στενές συγγένειες με τις πρακτικές γραμματισμού/ με τους γραμματισμούς που κατακτώνται σε μεσαία και ανώτερα κοινωνικά στρώματα και στο σημείο αυτό οι διαπιστώσεις συγκλίνουν με αυτές του Bernstein.
To συμπέρασμα που προκύπτει εμμέσως ή αμέσως από τις περισσότερες από αυτές τις έρευνες και διαπιστώσεις είναι αφενός ότι το σχολείο δεν μπορεί και δεν πρέπει να αγνοεί το πλαίσιο της πρωτογενούς γλωσσικής κοινωνικοποίησης των παιδιών, αφετέρου θα πρέπει να αναπροσαρμόσει την παιδαγωγική του προς μορφές πιο οικείες με τους τρόπους και τις μορφές των πρωτογενών - εξωσχολικών γραμματισμών των παιδιών.
Πρακτικές ψηφιακού γραμματισμού - Στόχοι της έρευνας
Από τη στιγμή που ο υπολογιστής έγινε σταδιακά ένα από τα βασικά μέσα για γράψιμο, διάβασμα και επικοινωνία, ήταν φυσικό να δώσει νέα τροφή στον προσανατολισμό των ερευνών που εξετάζουν τις εξωσχολικές πρακτικές γραμματισμού των παιδιών σε συνδυασμό με τα ισχύοντα στην εκπαίδευση. Παλιά ερωτήματα πήραν νέο περιεχόμενο ή νέα ερωτήματα προκύπτουν από την ιδιαιτερότητα του νέου μέσου και των νέων κοινωνικο-οικονομικών δεδομένων. Παραθέτουμε στη συνέχεια κάποια από τα ερωτήματα αυτά, που αποτελούν στόχους και για την παρούσα έρευνα:
- Σε ποιες εξωσχολικές πρακτικές γραμματισμού, στις οποίες οργανικό στοιχείο είναι και οι ΤΠΕ, συμμετέχουν τα παιδιά σχολικής ηλικίας;
- Ποιος είναι ο ρόλος μεταβλητών, όπως το φύλο, η κοινωνικοοικονομική και μορφωτική κατάσταση της οικογένειας, η γεωγραφική περιοχή και το σχολείο;
- Μπορεί να υπάρξει κάποιος συσχετισμός ανάμεσα στις πρακτικές γραμματισμού με τις ΤΠΕ και αυτές με την αξιοποίηση άλλων τεχνολογιών της οθόνης, όπως η τηλεόραση, το κινητό τηλέφωνο ή τα ηλεκτρονικά παιχνίδια (video games);
- Μπορεί να υπάρξει κάποιος συσχετισμός με την αξιοποίηση του εντύπου και γενικότερα των κλασικών πρακτικών γραμματισμού;
- Σε ποια έκταση και σε ποιο βαθμό η γνώση των δεδομένων αυτών μπορούν να τροφοδοτήσουν τον προβληματισμό στη χώρα μας στο χώρο της γλωσσικής κοινωνικοποίησης, της γλωσσικής εκπαίδευσης και της εκπαιδευτικής πολιτικής;
- Πώς μπορούν να αξιοποιήσουν τα δεδομένα γονείς, εκπαιδευτικοί, επιστημονικοί φορείς εκπαιδευτικού σχεδιασμού ως προς τις διαπιστώσεις που θα προκύψουν σε ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα;
- Σε ποιο βαθμό και σε ποια έκταση οι τεχνολογικές πρακτικές γραμματισμού παρουσιάζουν ομοιότητες και διαφορές σε διεθνές επίπεδο; Το ερώτημα αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω του γεγονότος ότι οι τεχνολογίες της οθόνης, και ιδιαίτερα οι ΤΠΕ, χρησιμοποιούν κοινά περιβάλλοντα (κοινό λογισμικό), εντός του οποίου καλούνται να λειτουργήσουν όλα τα παιδιά του κόσμου.