Μελέτες 

Οι Νεοελληνικές Διάλεκτοι 

Εισαγωγικά και ειδικά θεωρητικά ζητήματα 

Περιεχόμενα

1. Μηχανισμοί συρρίκνωσης γλωσσικών συστημάτων

Γενικά αποδεκτός μηχανισμός της συρρίκνωσης είναι ότι, κάτω από την πίεση του γοήτρου του ανώτερου συστήματος, ομιλητές σε επαφή με το σύστημα αυτό, θεωρούν κάθε ιδιομορφία και απόκλιση του δικού τους συστήματος κατώτερη και αποβλητέα. Οι λόγοι που οδηγούν σε μια τέτοια κατάσταση είναι αναμφισβήτητα κοινωνικοπολιτισμικοί. Συμμετέχει όμως και η στάση των ίδιων των ομιλητών για τη διατήρηση ή μη της γλωσσικής τους ιδιαιτερότητας σε συσχέτιση με τo συμβολισμό της ταυτότητάς τους. Πρβ. π.χ. τη στάση των ομιλητών της κυπριακής (βλ. Καρυολαίμου 2000) και το κίνημα αναβίωσης της διαλέκτου grico στην Kάτω Ιταλία (Προφίλη 1999).

Ξέρουμε όμως ακόμη πολύ λίγα για τον τρόπο με τον οποίο το γλωσσικό σύστημα μιας διαλέκτου υποχωρεί κάτω από την πίεση του κυρίαρχου συστήματος.[1] Το ζήτημα που θα συζητήσω κυρίως είναι οι τυχόν διαφορές κατά τη συρρίκνωση και την απώλεια γλωσσικών συστημάτων ανάμεσα σε γλώσσες από τη μία, και διαλέκτους σε ομόγλωσσο περιβάλλον από την άλλη, καθώς και οι τρόποι που ακολουθεί η υποχώρηση.

Στην περίπτωση θανάτου των γλωσσών η υπόθεση είναι ότι -για το φωνολογικό τουλάχιστον σύστημα- εκτός από την επίδραση του κυρίαρχου γλωσσικού συστήματος, που είναι εξωτερικός παράγοντας, στην απώλεια συμβάλλει και ένας παράγοντας εσωτερικός. Σύμφωνα με αυτόν, η απώλεια του γλωσσικού συστήματος συντελείται με συρρίκνωση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του και προσέγγιση προς τα αμαρκάριστα καθολικά γλωσσικά, δηλαδή γενικά χαρακτηριστικά της γλώσσας. Για παράδειγμα: η απώλεια των διπλών συμφώνων κάτω από την επίδραση κυρίαρχου συστήματος με απλά μόνο σύμφωνα[2] (πρβ. π.χ. την περίπτωση της φινλανδικής στην Αμερική) δεν οφείλεται αποκλειστικά στην επίδραση του ξένου συστήματος αλλά και στο γλωσσικό καθολικό ότι βασικά σύμφωνα των γλωσσών είναι τα απλά (Campbell & Muntzel 1989, 187). Κατά την άποψη αυτή, λοιπόν, η απώλεια επέρχεται με στένωση του συρρικνούμενου συστήματος.

Η συρρίκνωση των διαλέκτων σε ομόγλωσσο περιβάλλον φαίνεται να διαφέρει. Στην περίπτωση θανάτου των γλωσσών τα δύο γλωσσικά συστήματα -κυριαρχούν και κυριαρχούμενο- είναι ανομοιογενή. Κοινό τους στοιχείο είναι τυχαίες ομοιότητες ή και τα καθολικά γλωσσικά. Αντίθετα, στη συρρίκνωση διαλέκτων τα δύο συστήματα έχουν κοινό γλωσσικό υπόβαθρο και η υποχώρηση του διαλεκτικού συστήματος γίνεται με την αποβολή μεν ιδιαίτερων διαλεκτικών χαρακτηριστικών, τα οποία όμως δεν αντικαθίστανται από καθολικά γλωσσικά αλλά από χαρακτηριστικά ενός ιστορικά κοινού γλωσσικού συστήματος (Μαλικούτη-Drachman 1999β).

Την προτεινόμενη διαφορά του τρόπου συρρίκνωσης μεταξύ γλωσσών και διαλέκτων σε ομόγλωσσο περιβάλλον επεκτείνω τώρα και στη διάκριση απώλειας διαλέκτου σε ετερόγλωσσο περιβάλλον. Από γλωσσολογικής πλευράς φαίνεται ότι οι δύο περιπτώσεις συρρίκνωσης διαλέκτων διαφέρουν. Στην περίπτωση διαλέκτων σε ετερόγλωσσο περιβάλλον, εφόσον έχουμε επαφή γλωσσικών συστημάτων τελείως διαφορετικών, το φαινόμενο της υποχώρησης φαίνεται να είναι πλησιέστερο προς τους μηχανισμούς της απώλειας γλωσσών. Γι' αυτό και η συρρίκνωσή τους παρουσιάζει φαινόμενα θνησιγλωσσίας. Δείγματα μιας τέτοιας εξέλιξης έχουμε π.χ. από τις διαλέκτους της Κάτω Ιταλίας. Κατά την Προφίλη (1999) η διάλεκτος grico κάτω από την επίδραση συστημάτων ξένων προς την ελληνική -της επίσημης ιταλικής και της τοπικής ρομανικής παραλλαγής του Σαλέντο- δείχνει ότι στοιχεία ξένα προς ένα ελληνικό σύστημα έχουν εισχωρήσει σε όλη τη γραμματική. Εκτός από τη σύνταξη, τη μορφολογία, τη φωνολογία ακόμα και κατεξοχήν φωνητικά φαινόμενα της ιταλικής σχετιζόμενα με τη σύνταξη (δηλ. του μεταλεξικού τομέα) έχουν εισχωρήσει στο σύστημα (Προφίλη 1999, 49), όπως π.χ. ο διπλασιασμός συμφώνων μετά από λέξη με τονισμό στη ληκτική συλλαβή [raddoppiamento sintattico], χαρακτηριστικό που για την αποδοχή του ασφαλώς συνέτειναν τα ήδη υπάρχοντα διπλά σύμφωνα στο σύστημα της διαλέκτου.

Παρόμοιος τρόπος υποχώρησης διαφαίνεται και στο υπό εξαφάνιση γλωσσικό σύστημα των ελληνικών της Καλαβρίας. Παρά τα φαινόμενα τα ενδεικτικά θνησιγλωσσίας, όπως η απλοποίηση μορφολογικών συστημάτων, που φθάνει μέχρι την απώλεια των μορφολογικών πτώσεων, ή και την αντικατάσταση ολόκληρης κλίσης των ουδετέρων σε από δάνειες λέξεις (Κατσογιάννου 1996, 340), παρατηρείται και η δημιουργία κοινών γλωσσικών χαρακτηριστικών [Sprachbund] μεταξύ του δεσπόζοντος ρομανικού γλωσσικού συστήματος και του θνήσκοντος διαλεκτικού ελληνικού (Κατσογιάννου 1999, 43)) με «στοιχεία ελληνορομανικής σύνταξης άγνωστα στις πρότυπες ποικιλίες, ελληνική και ιταλική».

Παρόμοια φαινόμενα δεν περιμένουμε να αναφέρονται σε περιπτώσεις συρρίκνωσης διαλέκτων σε ομόγλωσσο περιβάλλον. Θα αναφέρω παραδείγματα από την υποχώρηση διαλεκτικών χαρακτηριστικών των διαλέκτων μας, που ενισχύουν την πρότασή μου για διαχωρισμό του μηχανισμού συρρίκνωσης διαλέκτων σε ομόγλωσσο περιβάλλον από αυτόν της συρρίκνωσης γλωσσών καθώς και διαλέκτων σε ετερόγλωσσο περιβάλλον.

2. Φαινόμενα υποχώρησης διαλέκτων σε ομόγλωσσο περιβάλλον

2.1. Γενικά

Όπως ήδη αναφέρθηκε, στην περίπτωση ομόγλωσσης κυριαρχίας τα δύο γλωσσικά συστήματα που έρχονται σε επαφή έχουν κοινό υπόβαθρο. Η απόστασή τους οφείλεται σε νεωτερισμούς ή και διατηρήσεις παλαιότερων χαρακτηριστικών ενός κοινού γλωσσικού συστήματος. Επομένως, η υποχώρηση των διαλεκτικών χαρακτηριστικών γίνεται με αποβολή του νεωτερισμού ή του αρχαϊσμού του υποχωρούντος συστήματος. Οι διαφορές αυτές αποτελούν τις παραμέτρους που αναπροσαρμόζονται κατά την υποχώρηση και οδηγούν στη διεύρυνση του υποχωρούντος συστήματος με την αποβολή ή επέκταση των ιδιαίτερων παραμέτρων του και την αποδοχή των παραμέτρων της κοινής. Τελικά, εφόσον κοινή και διάλεκτος έχουν κοινή καταγωγή, η σύγκλιση συστηματικών διαφορών οδηγεί στη διεύρυνση της κοινής βάσης των δύο συστημάτων, και κατά συνέπεια στην ταύτισή τους, με τελικό αποτέλεσμα την απώλεια των ιδιαιτεροτήτων της διαλέκτου και τη συρρίκνωσή της.[3] Σημειωτέον ότι η διεύρυνση επιτυγχάνεται με τη σύγκλιση των συστηματικών τους διαφορών, χωρίς την παρέμβαση των γλωσσικών καθολικών. Απόδειξη ότι η σύγκλιση ευνοεί το δεσπόζον σύστημα ανεξάρτητα από το αν η συστηματική του διαφορά μπορεί να χαρακτηριστεί μαρκαρισμένη ή αμαρκάριστη: αν η συρρίκνωση τείνει σε απλοποίηση με προσέγγιση στα καθολικά γλωσσικά ή αντίθετα σε ένα πολυπλοκότερο γλωσσικό αποτέλεσμα, εξαρτάται από τον τύπο της συστηματικής διαφοράς της κοινής και της διαλέκτου. Πρβ. π.χ. κατωτέρω την υποχώρηση του φαινομένου της τριβοποίησης και προστριβοποίησης στην κυπριακή με αποδοχή του καθολικότερου φαινομένου της ουρανοποίησης της κοινής (2.2.) και αντίθετα την αποδοχή του πολυπλοκότερου συλλαβισμού της κοινής αντί του απλούστερου και καθολικότερου κυπριακού (2.3.).

2.2. Φωνολογικές υποχωρήσεις

Σε αντίθεση με άλλα φωνολογικά χαρακτηριστικά της κυπριακής -όπως η μη αποβολή τελικού ερρίνου [n] ή η διατήρηση των διπλών συμφώνων[4]- οι ιδιάζοντες φθόγγοι της διαλέκτου [t∫], [∫] -αντίστοιχοι των ουρανοποιημένων φθόγγων [c], [ç] της κοινής, πρβ. κοινή [ka'ca], ['çeri], κυπρ. [ka't∫a], ['∫erin]- αντικαθίστανται από τους αντίστοιχους ουρανικούς. Τη δυνατότητα αναστολής του νόμου αποδίδει πολύ σωστά ο Newton (1983, 57) στο ότι φωνητικά ουρανικοί φθόγγοι [c], [ç] απαντούν στη διάλεκτο σε άλλα περιβάλλοντα -όπως π.χ. σε ρηματικούς τύπους: ['ðoci] 'δίνει' ή σε τύπους που στο ημιφώνο [j] της κοινής αντιστοιχεί στη διάλεκτο το ουρανικό [c], πρβ. κοινή [a'liθça - a'liθçes], κυπρ. [a'liθca - a'liθces]. Επομένως, ο νόμος της τριβοποίησης και προστριβοποίησης είναι φωνητικά αδιαφανής.

H απώλεια φωνολογικού νόμου ή ενός από τα περιβάλλοντα λειτουργίας του θεωρείται ένας από τους μηχανισμούς θανάτου των γλωσσών και έχει ήδη παραλληλιστεί με διαλεκτικά φαινόμενα της γλώσσας μας.[5] Tα νέα δεδομένα επιβεβαιώνουν ένα ρυθμιστικό παράγοντα του φαινομένου. Αδιαφανές φωνητικό περιβάλλον εφαρμογής του νόμου υφίσταται ευκολότερα μεταβολή, ενώ νόμος φωνητικά διαφανής στον ομιλητή είναι περισσότερο ανθεκτικός. Το πρώτο φαίνεται στην περίπτωση της Κύπρου και σε υποχωρήσεις φωνολογικών νόμων και άλλων διαλεκτικών συστημάτων. (Πρβ. την επαναφορά αποβληθέντος r στη Σαμοθράκη και την αναστολή της τροπής ο > u στη Σύμη). Τη διατήρηση διαφανούς διαλεκτικού νόμου υποδεικνύει η κρητική διάλεκτος. Σε αυτήν έχουμε παρόμοια με την κυπριακή εξέλιξη ουρανικών φθόγγων σε τριβόμενους/προστριβόμενους, και μάλιστα με μεγαλύτερη έκταση: η διαδικασία προσβάλλει και το αντίστοιχο ηχηρό, πρβ. κοινή γέρος ['jeros], κρητ. ['ʒeros]. Όμως το διαλεκτικό αυτό χαρακτηριστικό δεν αναστέλλεται, αλλά παραμένει στην κρητική προφορά (Newton 1983, 57). H αντίθεση μπορεί να ερμηνευτεί ως διατήρηση διαλεκτικού χαρακτηριστικού που δεν παρουσιάζει εξαιρέσεις, όπως η περίπτωση της κυπριακής, δηλαδή που είναι φωνητικά διαφανές στον ομιλητή και τεχνικά ανήκει στο μεταλεξικό τομέα.

Και οι δύο περιπτώσεις φωνολογικών υποχωρήσεων, κυπριακής και κρητικής, δείχνουν ότι η υποχώρηση γίνεται μεν προς την κατεύθυνση ενός φωνητικά καθολικότερου φθόγγου, ο οποίος όμως ταυτόχρονα είναι και πρόδρομος κοινής καταγωγής.

2.3. Υποχωρήσεις στη μορφολογία

Η επίδραση της κοινής στη συρρίκνωση διαλεκτικών φαινομένων υποβοηθείται και από την ταυτόχρονη «αποκάλυψη» [recoverability] στον ομιλητή αφηρημένων μορφών και νόμων που ισχύουν στην ίδια τη διάλεκτο. Με την αποκάλυψη οι συστηματικές διαφορές της διαλέκτου αναιρούνται και η κοινή καταγωγή αναφαίνεται στην επιφανειακή δομή της διαλέκτου. Αναφέρω δύο περιπτώσεις αυτού του τύπου.

Σύγκριση διαλεκτικών τύπων της κυπριακής με την κοινή, όπως: κοινή ['ma.tça],[6] [omor.'fça] αλλά κυπρ. ['maθ.ca], [omor.'ca], δείχνουν διαφορές που οφείλονται στο διαφορετικό τρόπο συλλαβισμού των δύο γλωσσικών συστημάτων (Μαλικούτη- Drachman 1999α).

Στην περίπτωση παράγωγων συμπλεγμάτων συμφώνων + j το συλλαβικό σύστημα της κοινής επιτρέπει ένα σύμφωνο στο τέλος συλλαβής και δύο στην αρχή της, ενώ το κυπριακό συλλαβικό σχήμα είναι απλούστερο, με ένα μόνο σύμφωνο στις δύο αντίστοιχες θέσεις. Αυτό φαίνεται καθαρά από την αντιστοιχία τύπων όπως: κοινή [omor.'fça], [xar.'tça], αλλά κυπρ. [omor.'ca], [xar.'ca] με ένα σύμφωνο λιγότερο, που εξηγείται από τη μη δυνατότητα συλλαβισμού του. Επιπλέον, τα επιτρεπτά σύμφωνα πρέπει να έχουν το σχήμα: σύμφωνο εξακολουθητικό + κλειστό, πρβ. κοινή ['ma.tCa], αλλά κυπριακή ['mmaθ.ca].

Η διαλεκτική αυτή διαφορά συλλαβισμού της κυπριακής έχει ως αποτέλεσμα μεταβολές του σχήματος του θέματος κατά τους μορφολογικούς σχηματισμούς, που οδηγούν σε αλλομορφία, δηλαδή στην πραγμάτωση ενός και του αυτού μορφήματος με δύο φωνητικές μορφές. Πρβ. τη διαφορά μεταξύ τύπων ενικού και πληθυντικού: ['mma.tin] : ['mmaθ.ca], [xar.'tin] : [xar.'ca], ή και μεταξύ επιθέτου και ουσιαστικού: ['omor.fos] : [omor.'ca]. Η επίδραση της κοινής καταργεί την παραμετρική διαφορά του συλλαβισμού των δύο γλωσσικών συστημάτων και ταυτόχρονα την αλλομορφία, πρβ. αντί των ['mma.tin] : ['mmaθ.ca], [xar.'tin] : [xar.'ca], τις νέες αντιστοιχίες: ['mma.tin] : ['mmat.ca], [xar.'tin] : [xar.'tca], και ['omor.fos] : [omor.'fca], με όμοια τη φωνητική μορφή του θέματος.

Η υποχώρηση του διαλεκτικού συλλαβισμού γίνεται μεν κάτω από την ηγεμονία της κοινής, υποβοηθείται όμως από την ύπαρξη της αλλομορφίας του συστήματος και την αποκάλυψη στον ομιλητή του αίτιου της διαφοράς. Σημειωτέον ότι, με την αποδοχή του σχήματος της έναρξης της συλλαβής της κοινής, η κατεύθυνση της μεταβολής είναι από το καθολικότερο σχήμα της διαλέκτου: Σύμφωνο + Φωνήεν (ΣΦ) στο πιο σύνθετο της κοινής: Σύμφωνο + Σύμφωνο, Φωνήεν (ΣΣΦ).

Την ίδια διαδικασία υποχώρησης διαλεκτικών χαρακτηριστικών και αποφυγή της αλλομορφίας βλέπουμε π.χ. και στην κρητική. Και σε αυτήν ο διαλεκτικός νόμος της τροπής οδοντικού κλειστού σε εξακολουθητικό πριν από j προκαλεί μεταβολές του θέματος κατά τους μορφολογικούς σχηματισμούς: π.χ. μεταξύ ενικού και πληθυντικού: ['mati] : ['mat+ja] > ['maθja]. Η υποχώρηση του διαλεκτικού χαρακτηριστικού κάτω από την πίεση της κοινής υποβοηθείται και εδώ από την ταυτόχρονη αποκάλυψη στον ομιλητή της αντιστοιχίας των τύπων του ενικού με τους τύπους του πληθυντικού, πρβ. ['mati] : ['matja] έναντι του διαλεκτικού: ['mati] : ['maθja].

Και στις δύο περιπτώσεις, η γραμματική απλοποίηση [simplification] της κατάργησης της αλλομορφίας, μέσω της κοινής, αποκαλύπτει την κοινή καταγωγή των διαλεκτικών συστημάτων και συντελεί ταυτόχρονα στη διεύρυνση των κοινών στοιχείων με την κοινή, με αντάλλαγμα όμως τη συρρίκνωση των διαλέκτων.

2.4. Υποχωρήσεις χαρακτηρισμών στο λεξικό

Την επίδραση της κοινής βλέπουμε και στην τονική συμπεριφορά του ρήματος. Σε ορισμένες διαλέκτους ο τονισμός του ρηματικού συστήματος είναι μεικτός. Ανάλογα με τη ρηματική κατηγορία ή τον τύπο των ρηματικών μορφημάτων ένα μέρος των ρηματικών σχηματισμών ακολουθεί το ρηματικό τονισμό συστημάτων σαν της κοινής, ενώ το άλλο τον τονισμό συστημάτων με ακινησία του τόνου στο ρηματικό θέμα, όπως των βορείων και άλλων διαλέκτων.[7] Η παράμετρος που διακρίνει τα μεικτά συστήματα είναι ότι ο χαρακτηρισμός των μορφημάτων ρηματικών καταλήξεων και εγκλιτικών στο λεξικό ποικίλλει ανάλογα με την τονική τους συμπεριφορά. Αναφέρω δύο τονικά συστήματα αυτού του τύπου, το κρητικό και το κυπριακό.

Στην ανατολική κρητική ριζοτονικό τονισμό με ακινησία του θεματικού τόνου και με δευτερεύοντα τόνο παρουσιάζει το α΄ πληθ. μεσοπαθητικού ενεστώτα και παρατατικού: ['erxu'mesta(ne)]. Η χαρακτηριστική όμως παρέκταση -νε [-ne] της διαλέκτου είναι αμέτοχη του ρηματικού τονισμού και προκαλεί παραβιάσεις του τρισυλλαβικού περιορισμού, χωρίς δευτερεύοντα τόνο: ['eɣrapsene, 'erxusune, 'vale tone].

Οι υπόλοιποι ρηματικοί τονισμοί και ο τονισμός των κλιτικών είναι όμοιοι με της κοινής: ['eɣrapsa - e'ɣrapsame, 'eva'la ton]. Επομένως, τα ρηματικά μορφήματα της διαλέκτου έχουν διαφορετικούς χαρακτηρισμούς στο λεξικό. Η επίδραση της κοινής με την επιβολή του τονικού της συστήματος, επιφέρει την εξομάλυνση του ανομοιογενούς χαρακτηρισμού των εν λόγω μορφημάτων συνεπώς και απλοποίηση του λεξικού.[8] Η διακύμανση της εισβολής φαίνεται στους παράλληλους τύπους (Κοντοσόπουλος 1980, 11): ['leɣo'mestane] με ριζοτονικό τονισμό και δευτερεύοντα τόνο, [asxolu'mestane, irxu'mestane] με επικράτηση του δευτερεύοντα τόνου και: ['imestane, e'vriskudane] με επικράτηση του θεματικού τόνου.

Στην κυπριακή η ανομοιογένεια συνίσταται στη διαφορετική τονική συμπεριφορά καταλήξεων έναντι των ρηματικών παρεκτάσεων και των εγκλιτικών. Οι καταλήξεις μετέχουν στη μετρική δόμηση του ρήματος και προκαλούν μετακίνηση του τόνου, παράλληλη με της κοινής (Newton 1972): ['ekusa - e'kusamen, a'kuome - aku'umastin]. Η παρέκταση όμως -τε [-te] -χαρακτηριστική μέρους των ρηματικών καταλήξεων- και τα εγκλιτικά μένουν αμέτοχα στο ρηματικό τονισμό, με ακινησία τόνου και παραβίαση του τρισυλλαβικού περιορισμού: [e'faamente, etrau'ðisamente, 'eoka tu to, a'apisen tin, tafto'ciniton tu]. Με την εισβολή της κοινής, ο χαρακτηρισμός των μορφημάτων αυτών ως αμέτοχων στο ρηματικό τονισμό βαθμιαία αναιρείται και αντικαθίσταται με τον αντίστοιχο της κοινής, που συνεπάγεται και δευτερεύοντα τόνo: ['eo'ka tu to, a'api'sen tin].[9] Αποτέλεσμα είναι ο εμπλουτισμός του λεξικού με ένα νέο τονικό χαρακτηριστικό.

Όπως και στις άλλες περιπτώσεις, η εισβολή του ομόγλωσσου συστήματος της κοινής υποβοηθείται από τον όμοιο τονισμό μέρους του ρηματικού συστήματος των διαλέκτων: στην κρητική από τον όμοιο χαρακτηρισμό του μεγαλύτερου μέρους των ρηματικών καταλήξεων και των κλιτικών και στην κυπριακή από τον όμοιο λεξικό χαρακτηρισμό των ρηματικών καταλήξεων.

3. Συμπεράσματα

Πρότεινα ότι ο τρόπος συρρίκνωσης ενός διαλεκτικού συστήματος σε ομόγλωσσο γλωσσικό περιβάλλον διαφέρει από την απώλεια γλωσσικών συστημάτων διαφορετικών γλωσσών, όπως και από τη συρρίκνωση διαλέκτων σε ετερόγλωσσο περιβάλλον. Την πρότασή μου υποστήριξα με περιπτώσεις διαλεκτικών υποχωρήσεων σε ομόγλωσσο περιβάλλον, που δείχνουν ότι ο τρόπος συρρίκνωσης διαλεκτικών φαινομένων γίνεται με αναπροσαρμογή διαλεκτικών χαρακτηριστικών στις παραμέτρους της κοινής και όχι απλώς με καθολικά γλωσσικά.

Βιβλιογραφικές αναφορές

  1. CAMPBELL, L. & M. C. MUNTZELL. 1989. The structural consequences of language death. Στο Investigating Obsolescence: Studies in Language Contraction and Death, επιμ. N. C. Dorian, 181-196. Kέμπριτζ, Nέα Yόρκη: Cambridge University Press.
  2. DRETTAS, G. 1999. To ελληνο-ποντιακό σύνολο. Στο Διαλεκτικοί θύλακοι της ελληνικής γλώσσας (δίγλωσση έκδοση), επιμ. A.-Φ. Xριστίδης et al., 14-24 (ελληνικό κείμενο)· 91-100 (αγγλικό κείμενο). Aθήνα: YΠ.E.Π.Θ. & Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
  3. ΚΑΡΥΟΛΑΙΜΟΥ, Μ. 2000. H κυπριακή: διάλεκτος ή ιδίωμα; Στο Η ελληνική γλώσσα και οι διάλεκτοί της (δίγλωσση έκδοση), επιμ. Α.-Φ. Χριστίδης et al., 43-48 (ελληνικό κείμενο)· 111-116 (γαλλικό κείμενο). Αθήνα: ΥΠΕΠΘ & Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
  4. ΚΑΤΣΟΓΙΑΝΝΟΥ, Μ. 1996. Ελληνικά της Κάτω Ιταλίας: μορφολογία των ονομάτων και εξέλιξη του κλιτικού συστήματος. Στο Μελέτες για την ελληνική γλώσσα. Πρακτικά της 17ης Ετήσιας Συνάντησης του Τομέα Γλωσσολογίας του Α.Π.Θ., 328-341. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη.
  5. ---. 1999. Το ιδίωμα της Καλαβρίας. Στο Διαλεκτικοί θύλακοι της ελληνικής γλώσσας (δίγλωσση έκδοση), επιμ. A.-Φ. Xριστίδης et al., 39-45 (ελληνικό κείμενο)· 113-119 (αγγλικό κείμενο). Aθήνα: YΠ.E.Π.Θ. & Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
  6. ΚΟΝΤΟΣΟΠΟΥΛΟΣ, Ν. Γ. 1980. Η γλώσσα σύγχρονου πεζού κρητικού κειμένου. Στο "Μνήμη" Γεωργίου Ι. Κουρμούλη, 1-19. Αθήναι.
  7. ΜΑΛΙΚΟΥΤΗ-drachman, Α. 1993. Και πάλι διαλεκτικοί τονισμοί του ρήματος. Στο Μελέτες για την ελληνική γλώσσα. Πρακτικά της 14ης Ετήσιας Συνάντησης του Τομέα Γλωσσολογίας του Α.Π.Θ., 340-354. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη.
  8. ---. 1996. Διαλεκτικός λόγος: μια μορφή ετερότητας που χάνεται. Στο «Ισχυρές» και «ασθενείς» γλώσσες στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Όψεις του γλωσσικού ηγεμονισμού (Πρακτικά ημερίδας, Απρίλιος 1996, Θεσσαλονίκη), 107-120. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
  9. ---. 1999α. Διαλεκτικές υποχωρήσεις της κυπριακής. Ανακοίνωση στην 20ή Ετήσια Συνάντηση του Τομέα Γλωσσολογίας του Α.Π.Θ.
  10. ---. 1999β. Φαινόμενα δανεισμού και συρρίκνωσης του διαλεκτικού λόγου. Στο «Ισχυρές» και «ασθενείς» γλώσσες στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Όψεις του γλωσσικού ηγεμονισμού (Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου, Mάρτιος 1997, Θεσσαλονίκη), 533-542 (ελληνικό κείμενο)· 543-552 (αγγλικό κείμενο). Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
  11. ΜΟΣΧΟΝΑΣ, Σ.1996. Η γλωσσική διμορφία στην Κύπρο. Στο «Ισχυρές» και «ασθενείς» γλώσσες στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Όψεις του γλωσσικού ηγεμονισμού (Πρακτικά ημερίδας, Απρίλιος 1996, Θεσσαλονίκη), 121-129. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
  12. NEWTON, B. 1972. Cypriot Greek: its Phonology and Inflection. Xάγη, Παρίσι: Mouton.
  13. ---. 1983. Stylistic levels in Cypriot Greek. Mediterranean Language Review 1:56- 63.
  14. ΠΡΟΦΙΛΗ, Ο. 1999. Η αναζωογόνηση της Grico στην Grecia Salentina. Στο Διαλεκτικοί θύλακοι της ελληνικής γλώσσας (δίγλωση έκδοση), επιμ. A.-Φ. Xριστίδης et al., 47-54 (ελληνικό κείμενο)· 121-128 (αγγλικό κείμενο). Aθήνα: YΠ.E.Π.Θ. & Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.

1 Σε σύγκριση με τη μελέτη του θανάτου των γλωσσών, η συρρίκνωση και απώλεια του διαλεκτικού λόγου είναι σχετικά παραμελημένη. Οι δημοσιεύσεις και οι έρευνες του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας σε αυτόν τον τομέα αποτελούν ουσιώδες συμπλήρωμα του κενού.

2 Βλ. όμως παρακάτω (2.2.) για τη διατήρηση διπλών συμφώνων στις ελληνικές διαλέκτους.

3 Βλ. και τον τρόπο που βλέπει ο Newton (1983, 60) την αποδοχή της κοινής από Κυπρίους. Πρόκειται για μεταφορά σε ανώτερα υφολογικά επίπεδα εναλλαγής κώδικα [code switching], που γίνεται με αναστολή διαλεκτικών νόμων του ομιλητή. Για τα επίπεδα ύφους ως χαρακτηριστικά της γλωσσικής κατάστασης της κυπριακής, βλ. Καρυολαίμου σε αυτόν τον τόμο· Μοσχονάς 1996. Εξάλλου, για τον Drettas (1999, 16-17) η δημιουργία μιας ποντιακής κοινής στην Ελλάδα «αφομοιώνει τις επιδράσεις της δημοτικής τροποποιώντας τη φύση των διαλεκτικών παραλλαγών».

4 Η διατήρηση των διπλών συμφώνων παρατηρείται και σε άλλα διπλωτικά συστήματα, π.χ. το συμαϊκό, και οφείλεται στην ευρεία γραμματική λειτουργία του στο σύστημα (Μαλικούτη-Drachman 1999β).

5 Για τα συζητούμενα φαινόμενα βλ. και Μαλικούτη-Drachman 1996 και 1999β.

6 Στα παραδείγματα η τελεία συμβολίζει τη διαίρεση συλλαβής.

7 Για τη μετρική ανάλυση των τύπων αυτών βλ. Μαλικούτη-Drachman 1993.

8 Πρβ. Όμοιες επιδράσεις της κοινής στα τονικά συστήματα της πόλης Ρόδου και της Χίου (Μαλικούτη-Drachman 1996 και 1999β).

9 Ο δευτερεύων τόνος στις ονοματικές φράσεις φαίνεται ότι κυμαίνεται ακόμα [tafto'ciniton tu ~ tafto'cini'ton tu].

Τελευταία Ενημέρωση: 23 Δεκ 2024, 13:20