ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
- Tonnet, H. 1995 Ιστορία της Νέας Ελληνικής Γλώσσας
- Alain Rey, 1992-1998. Le Robert. Dictionnaire historique de la langue française.
- Κοδρικάς, Π. 1991. Εφημερίδες
- Tonnet, H. 2003 Για μια ιστορία της διαμόρφωσης του λεξιλογίου της κοινής νέας ελληνικής
- Tonnet, H. 2003 Pour une histoire de la formation du vocabulaire moderne du Grec
- Κουμανούδης, Σ. Α. 1900 Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ' ημάς χρόνων
- Μαυροκορδάτος, Ν. [1800] 1989. Φιλοθέου πάρεργα
- Μπαμπινιώτης, Γ. 1998. Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας με σχόλια για τη σωστή των λέξεων
- Λάνδος, Α. [1643] 1991. Γεωπονικόν
- Εκδότες: Οι αδελφοί Μαρκίδες Πούλιου. Εφημερίς. Η αρχαιότερη ελληνική εφημερίδα που έχει διασωθή
Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας
Για μια ιστορία του ελληνικού λεξιλογίου
Henri Tonnet (2007)
Μπαμπινιώτης, Γ. 1998
Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας με σχόλια για τη σωστή των λέξεων
Ερμηνευτικό, ετυμολογικό, συνωνύμων-αντιθέτων, κυρίων ονομάτων, επιστημονικών όρων, ακρωνυμίωνΑθήνα: Κέντρο Λεξικολογίαςοικογένεια - φαμίλια - φαμελιά. Η λ. οικογένεια είναι από αυτές που χρησιμοποιήθηκαν σε νεότερους χρόνους (19ος αι.), για να αντικαταστήσουν αντίστοιχες ξένες λέξεις. Μέχρι τον 19ο αι. χρησιμοποιούσαν το φαμίλια, ήδη μεσαιωνικό, από το λατ. familia «οικογένεια», με τη μεσολάβηση ενός εξελληνισμένου τ. φαμιλία (σε -ία, όπως φιλία, ομιλία κ.τ.ό.). Το ελληνικό οικογένεια είναι μεταγενέστερη λ. (του 2ου μ.Χ.) και σήμαινε τη βεβαίωση ότι κάποιος είναι «οικογενής», γεννημένος σε ορισμένο οίκο, με το καθεστώς και τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτή την ιδιότητα (το ίδιο το οικογενής σήμαινε και «σπιτικός, σπιτήσιος»). Ο Στέφ. Κουμανούδης («Συναγωγή νέων λέξεων») αναφέρει για τη λέξη: «Αγνοώ, πόσον παλαιότερα, ως υποθέτω, είναι η λέξις [ενν. το οικογένεια]· παρατηρώ μόνον, ότι ο Ευγ. Βούλγαρις εν τη Φιλοθέω αδολεσχία του (τω 1801) έγραψε συχνά φαμιλίαν». Μετά την επικράτηση της λ. οικογένεια, που είχε το πλεονέκτημα ότι επέτρεπε τον σχηματισμό παραγώγων και συνθέτων (οικογενειακός, οικογενειάρχης), η λ. φαμίλια καθώς και ο μεταπλασμένος τύπος φαμελιά (<φαμελία <φαμιλία) χρησιμοποιήθηκαν περισσότερο στον απλούστερο προφορικό λόγο και στη λογοτεχνία, υποδηλώνοντας συχνά την πολυμελή και φτωχή οικογένεια («δεν έχει να ζήσει τη φαμίλια του»), π.β. και φαμελίτης, φαμελιάρης (= οικογενειάρχης συνήθ. με μικρό οικογενειακό εισόδημα).