Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας 

Για μια ιστορία του ελληνικού λεξιλογίου 

Henri Tonnet (2007) 

Lobby ο.α. Δάνειο (1843) από το αγγλοαμερικανικό lobby «άτομα που συχνάζουν στους διαδρόμους μιας νομοθετικής συνέλευσης για να επηρεάσουν τα μέλη της κατά την άσκηση των καθηκόντων τους» (1808) και, κατ' επέκταση, «ομάδα ατόμων με συγκεκριμένα συμφέροντα» (1952). Αυτές οι εξειδικευμένες σημασίες προέρχονται από τις μετωνυμικές χρήσεις του αγγλικού lobby «σκεπαστός διάδρομος μέσα σε μοναστήρι» έπειτα «διάδρομος» (1593) και ειδικά «χολ ανοιχτό στο κοινό μέσα σε ένα νομοθετικό σώμα» (1640). Η αγγλική λέξη προέρχεται, ίσως με την μεσολάβηση μεσαιωνικών λατινικών τύπων (lobium ή lobia) από το ίδιο φρανκονικό έτυμο όπως και η γαλλική loge* (αυτή περνά στην αγγλική lodge).

Οι μαρτυρίες της λέξης τον 19ο αιώνα στη Revue des Deux Mondes, ύστερα το 1857 στην Revue britannique, αφορούσαν και περιέγραφαν την αμερικανική πραγματικότητα: οι κοινοβουλευτικοί αντιπρόσωποι «παρέμεναν στην μαρμάρινη σκάλα του κτηρίου ή στον προθάλαμο, το lobby· έτσι ονομάζεται γενικά αυτή η ύποπτη ομήγυρη Lobby, όρος του οποίου το ισοδύναμο ήταν ίσως το παρασκήνιο. Το αμερικανικό Lobby προσπαθεί να επωφεληθεί από όλες τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, δημοσίου ή ιδιωτικού ενδιαφέροντος. … Οι ίδιοι οι βουλευτές υφίσταντο την επίδραση του Lobby (…)». <> Η λέξη ξανάκανε την εμφάνισή της σε αμερικανικά συμφραζόμενα (1940) (το «Lobby») πριν προσαρμοστεί (1952) σε μια παρόμοια γαλλική πραγματικότητα, αρχικά του κοινοβουλευτικού περιβάλλοντος, έπειτα άλλων περιβαλλόντων με επιρροή, κυρίως των οργάνων του τύπου (μτφρ. Α. Λίχου).

Τελευταία Ενημέρωση: 23 Δεκ 2024, 13:20