Albert Debrunner 

O Σχηματισμός των λέξεων στην Αρχαία Ελληνική 

 

Ι. Η διαμόρφωση του θέματος του β΄ συνθετικού κατά τη μετάπλαση

§ 139. Κατά τη μετάπλαση (§ 110) το σύνθετο παίρνει τη μορφή επιθέτου που συνδέεται στενότερα με το ουσιαστικό του β΄ συνθετικού. Απαιτείται η μικρότερη μεταβολή, όταν το ουσιαστικό είχε θέμα σε ο: το ῥοδο-δάκτυλος διαφοροποιείται από το δάκτυλος μόνο ως προς το ότι χρησιμοποιείται και ως θηλυκό (§ 112) και έχει την ικανότητα να σχηματίζει ιδιαίτερους τύπους ουδετέρου. Κάτι αντίστοιχο ισχύει για τα εὐ-δαίμων, ἄ-χαρις, καλλί-παις σε αντίθεση με τα δαίμων, χάρις, παῖς. Εύκολη είναι η μεταβολή σε κυάν-οφρῠς (Θεόκριτος) 'με σκούρα φρύδια' από το ὀφρ ύ̄ ς. Τα ουσιαστικά με θέμα σε παραμένουν μερικές φορές στην Α΄ κλίση, καθώς παίρνουν ένα -ς για το αρσενικό και εντάσσονται στο κλιτικό παράδειγμα νεανίας, πολίτης (στο θηλυκό τέτοια επίθετα δεν είναι συνηθισμένα): ἐυ-μμελίης (Όμ.) 'που ξέρει από ακόντια' (μελίη), βαθυ-δίνης (Όμ.) 'με βαθιές δίνες' (δίνη), κυανο-χαίτης (Όμ.) 'με σκούρες τρίχες' (χαίτη) κτλ. Αλλά ύστερα από μόρια και προθέσεις το θέμα σε αντικαθίσταται σε ορισμένες περιπτώσεις από το θέμα σε ο: ἄ-τιμος 'στερημένος την τιμή του' (τιμή), ἐύ-ζωνος 'με όμορφη ζώνη' (ζώνη), ἐπ-άρουρος 'δεμένος με τη γη σαν υπηρέτης' (ἄρουρα· πρβ. § 50) κτλ., και αυτή η πρακτική επικράτησε αργότερα στα ελληνικά σχεδόν απόλυτα· οι σχηματισμοί σε -ης οφείλουν τη διατήρησή τους μόνο στο ότι θυμίζουν nomina agentis σε -της (§ 100). Σχετικά με τα -θήρας, -νίκης κτλ. δες § 98 .

§ 140. Τα θέματα σε ς του τύπου γένος σχηματίζουν ως ληκτικό μέλος το -γενής: δυσ-μενής (μένος), θεο-ειδής (εἶδος) κτλ. Και το ποδ-ώκης 'γοργοπόδαρος' έχει ένα ουσιαστικό *ὦκος, που όμως χάθηκε, και έτσι το ποδ-ώκης μοιάζει να έχει παραχθεί από το ὠκύς. Ένας Αθηναίος πρέπει να εκλάμβανε και το ἀ-ηδής 'δυσάρεστος' ως αρνητικό σχηματισμό του ἡδύς, επειδή το *ἧδος είχε χαθεί από τη γλώσσα του (ἦδος Όμ.). Τα θέματα σε ς του τύπου γῆρας σχηματίζουν -γήραος, δες παρακάτω § 144 · το αἰδώς σχηματίζει το ἀν-αιδής. Σχετικά με τη ρηματική τροπή του -ής (δες § 102 , 105) ακολουθούν εδώ μερικά ακόμη παραδείγματα: Τα εὐ-πειθής 'υπάκουος' και ἀ-πειθής 'ανυπάκουος' (και τα δύο κλασ.) δεν ανήκουν πια στο εξαφανισμένο *πεῖθος, παρά στο πείθεσθαι, το ίδιο και το ἀ-μεμφής (κλασ.) 'άμεμπτος' στο μέμφεσθαι, το ἐμ-μενής (Όμ.) 'επίμονος' στο μένειν (όχι στο μένος!).

§ 141. Ποικιλία παρουσιάζει ο χειρισμός των θεμάτων σε n. Από το φρήν φρένες παράγεται το -φρων (ἄ-φρων, εὔ-, σώ- κτλ.· με μετάπτωση -en- : - on-). Αντίστοιχα, τα σύνθετα με ουδέτερα σε -μα μπορεί να λήγουν σε -μων (μετάπτωση -n ̻-: -on-): ἀν-αίμων (Όμ.) από το αἷμα, πολυ-κτήμων (Όμ.) από το κτῆμα, ἀ-, κακο-, πολυ-πράγμων (κλασ.) από το πρᾶγμα, ἱερο-μνήμων (κλασ.) από το μνῆμα (σχετικά με το ρηματικό -μων πρβ. § 102 , 312)· επίσης ἀ-πείρων (Όμ.) 'απέραντος' από το πεῖραρ πείρατα (§ 17). Παλιό είναι όμως και το -μος: νώνυμος (και νώνυμνος) (Όμ.) από το ὄνομα, ἄν-αιμος (κλασ., και ἀν-αίματος· σχετικά με το -ο- πρβ. § 131 και παρακάτω § 143 , 148), ἐπί-σημος 'αξιοσημείωτος' (κλασ.) από το σῆμα.

§ 142. Μια μετάπτωση με -ο-, όπως στο -φρων, εμφανίζεται και στο πατήρ και τα συγγενικά του ως β΄ συνθετικά: ἀ-πάτωρ, ἀ-μήτωρ, ὁμο-πάτωρ, ὁμο-μήτωρ (όλα κλασ.), εὐ-ήνωρ (Όμ.)· ἀ-γάστωρ (Λυκόφρονας) και ὁμο-γάστωρ (Πολυδεύκης) = ἀ-δελ-φός. Σ' αυτή την περίπτωση οι ονοματικοί προσδιορισμοί ενώθηκαν με τα μεταπλαστά: μητρο-πάτωρ (Όμ.) 'πατέρας της μητέρας'. Πρβ. επίσης φυσί-ζοος 'που χαρίζει δημητριακά' (Όμ.) από το ζειά 'ασπροσίτι'.

Επιθετικοποίηση με το -ο-

§ 143. Παραπάνω αναφέρθηκε (§ 139) ότι ένα θέμα σε αντικαθίσταται κατά τη μετάπλαση από ένα θέμα σε ο. Αλλά και τα συμφωνόληκτα θέματα χρησιμοποιούν ευχαρίστως κατά τη μετάπλαση το -ο-για τη δημιουργία εύχρηστης επιθετικής κλίσης: νώνυμ(ν)ος, ἄναιμος, ἀναίματος (δες § 141πολύ-ανδρος 'πολυάνθρωπος' (Αισχύλ., πλάι στο πολυ- ά̄ νωρ), μελάν-υδρος (Όμ.) 'με σκοτεινό νερό' και αργότερα ἀν-ύδατος (Μανέθων) 'άνυδρος' (από το ὕδωρ· πρβ. ὑδρο- και ὑδατο- § 131ἑκατόμ-πεδος (Όμ.· v.l. -ποδος) 'μήκους εκατό ποδών' (από το θέμα ποδ-, πρβ. λατ. ped -). Στην υπόσταση (§ 148) η πρακτική αυτή συνιστά τον κανόνα [69]: ἐπ-άρουρος από το ἄρουρα, ἀγχί-αλος από το ἅλς, κτλ.

§ 144. Αξιοπρόσεχτες είναι μερικές περιπτώσεις λόγω των φθογγικών φαινομένων που παρουσιάζουν: Ἐχέ-νηος (Όμ.), περί-νεως (αττ.) 'περιττός στο πλοίο, μη κωπηλάτης' (από το ναῦς), ἀ-γήραος (Όμ.· αργότερα ἀ-γήρως) 'που δεν γερνάει' (από το γῆρας), εὔ-κερως (Σοφ.· εὐ-κέραος μεταγενέστεροι ποιητές) 'με όμορφα κέρατα' (κέρας). Και το ἀρχ-ιέρεως (Ηρόδοτος) μπορεί να εξηγηθεί έτσι (από το *-ηϜ-ος, πρβ. ὀρεω-κόμος § 132 · το ἀρχ-ιερεύς (κλασ.) βασίζεται στο ἱερεύς (§ 115 υποσημείωση). Από το γῆ υπάρχουν τρεις μορφές του β΄ συνθετικού, όλες με το -ο-: αττικό είναι το -γεως (από το *-γηος, πρβ. γεω- § 130): λεπτό-γεως 'με άγονο έδαφος', με προθετικά καθοριζόμενα σύνθετα και το -γειος (από το *-γη-ιος > *-γῃος ): ἐπί-γειος, ὑπό-γειος· ιωνικό και ελληνιστικό είναι το -γαιος (από το γαῖα;): ὑπό-γαιος, μελάγ-γαιος· όμως οι συνθήκες συσκοτίζονται πολύ από την παράδοση, που πολύ συχνά ταλαντεύεται ανάμεσα στα -γεως, -γεος, -γαιος, -γειος, επειδή στα μεταγενέστερα ελληνικά τα αι και ε, τα ο και ω προφέρονταν με τον ίδιο τρόπο.

69 Δίπλα στο σχηματισμό με το -ιο -§ 147.

Τελευταία Ενημέρωση: 23 Δεκ 2024, 13:20