ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ω φως τελευταίον σε προσβλέψαιμι νυν,
όστις πέφασμαι φυς τ' αφ' ων ου χρην, ξυν οις τ'
ου χρην ομιλών, ους τε μ' ουκ έδει κτανών.
(στ. 1183-1185)
Στην τραγωδία του Σοφοκλή Οιδίπους Τύραννος ως μία από τις αιτίες της πτώσης του ο ίδιος ο ήρωας αναφέρει την καταγωγή του (στ. 1184), ότι «γεννήθηκε από αυτούς που δεν έπρεπε» (φύς τ' ἀφ' ὧν οὐ χρῆν).[1]
Με το γενεαλογικό δέντρο των Λαβδακιδών παρακολουθούμε την ιστορία της Θήβας, από την ίδρυσή της από τον Κάδμο μέχρι την πολιορκία της από τους Επτά από το Άργος και την άλωσή της από τους Επιγόνους. Ο τόπος είναι συνυφασμένος με τη λατρεία του Διόνυσου αλλά και την απάρνησή της, τη γέννηση του Ηρακλή από τον Δία και την Αλκμήνη και τη νίκη του ήρωα επί του λέοντος του Κιθαιρώνα.
Ο πρώτος της γενιάς, ο Κάδμος, εγγονός του Ποσειδώνα, ξεκινώντας από την πατρίδα του Φοινίκη διατρέχει την Ελλάδα αναζητώντας την αδελφή του Ευρώπη που άρπαξε ο Δίας και διαδίδει το φοινικικό αλφάβητο. Εγκαθίσταται στη Βοιωτία και την ονομάζει από την αγελάδα (βοῦς) που ακολούθησε καθ' υπόδειξη του Δία, μέχρις ότου αυτή καθίσει σε ένα συγκεκριμένο σημείο, όπου και ίδρυσε τη Θήβα και την ακρόπολή της Καδμεία. Μετατρέπεται μαζί με τη γυναίκα του Αρμονία σε φίδι, γιατί φίδι, προστατευόμενο του Άρη, ήταν το θεριό που σκότωσε στην Αρεία πηγή. Τα φίδια όμως θεωρούνται και χθόνιες θεότητες που συνδέουν τον κόσμο των ζωντανών με των νεκρών κάτω από τη γη. Μετά τον θάνατό τους ο Δίας τους στέλνει στα Ηλύσια πεδία, προφανώς γιατί η αμαρτία του Κάδμου, ο φόνος του φιδιού του Άρη, ήταν αναπόφευκτη, με την έννοια ότι, αν δεν τη διέπραττε, δεν θα μπορούσε να εκπληρώσει τη βούληση του άλλου θεού που τον καθοδηγούσε, του Δία - οι άνθρωποι μοιάζουν παγιδευμένοι στα όρια των αρμοδιοτήτων των διαφόρων θεών.
Πολύδωρος και Λάβδακος (από το φοινικικό γράμμα Λάβδα) αρνούνται τη λατρεία του Διόνυσου και πεθαίνουν όπως ο Πενθέας. Ο Λάιος εισήγαγε την παιδεραστία αρπάζοντας τον Χρύσιππο, ο Οιδίποδας σκότωσε σε άμυνα τον πατέρα του Λάιο, χωρίς να γνωρίζει ότι είναι πατέρας του, παντρεύτηκε τη μητέρα του Ιοκάστη, χωρίς να γνωρίζει ότι είναι μητέρα του, και, σύμφωνα με τον Σοφοκλή, απέκτησε μαζί της τέσσερα παιδιά (Αντιγόνη, Ισμήνη, Ετεοκλής, Πολυνείκης). Με την αποκάλυψη της αλήθειας, η Ιοκάστη αυτοκτονεί (απαγχονίζεται, όπως ταιριάζει στις αρχόντισσες), Ετεοκλής και Πολυνείκης συγκρούστηκαν μεταξύ τους για την εξουσία, η Αντιγόνη δεν δέχτηκε να υπακούσει στην εντολή του θείου της, αδελφού της μητέρας της, Κρέοντα να μην ταφεί ο Πολυνείκης που είχε επιτεθεί στην πόλη του, υφίσταται την τιμωρία για την παράβαση του νόμου που είχε εκδώσει ο Κρέων, εγκλείεται σε υπόγεια φυλακή, αυτοκτονεί όπως η μητέρα της, ενώ στον θάνατo την ακολουθεί και ο αρραβωνιαστικός της και γιος του Κρέοντα Αίμονας που αυτοκτονεί με ξίφος, όπως συνήθιζαν οι άνδρες. Στον θάνατό του θα τον ακολουθήσει η μητέρα του και σύζυγος του Κρέοντα Ευρυδίκη, που αυτοκτονεί με ξίφος, αντίθετα με τις συνήθειες.
Στο γενεαλογικό δέντρο του Κάδμου, που ήλθε από τη Φοινίκη, διαπιστώνουμε ότι απόγονοί του συνάπτουν γάμο με απογόνους των Σπαρτών, που προήλθαν από τη σπορά των δοντιών του δράκου, από τη γενιά του Άρη, που φυλούσε τη μοναδική πηγή της περιοχής, την Πηγή του Άρη.
Με τέχνασμα του Κάδμου αυτοί, τα αυτόχθονα δημιουργήματα της γης των Θηβών, αλληλοσκοτώθηκαν εκτός από πέντε. Από αυτούς, ο Εχίονας παντρεύτηκε την Αγαύη, κόρη του Κάδμου, η εγγονή του Χθόνιου και κόρη του Νυκτέα Νυκτηίς παντρεύτηκε τον Πολύδωρο. Γηγενείς και επήλυδες αναμειγνύονται. Ίσως με τον τρόπο αυτό επιδιωκόταν η αναγνώριση εξωγενών και τοπικών στοιχείων αλλά και η ενσωμάτωση/αφομοίωση παλαιότερων και νεότερων θρησκευτικών στοιχείων που είχαν πλέον την ευλογία της επίσημης και κυρίαρχης ιδεολογίας.
Οι γυναίκες της γενιάς του Κάδμου εμπλέκονται στον κύκλο της διονυσιακής λατρείας, είτε ως μητέρες, φυσικές (Σεμέλη) και θετές (Ινώ), είτε ως αδελφές τους (Αγαύη, Αυτονόη) που αρνούνται τη θεότητα του Διόνυσου. Όλες τους γεννούν αρσενικά παιδιά που όμως χάνονται σχεδόν όλα από τους γονείς τους. Η γενιά συνεχίζει μόνο από το ζεύγος Νυκτηίς - Πολύδωρος, ενώ αξιοπερίεργο είναι ότι δεν σώζεται το όνομα της συζύγου του Λάβδακου. Να υποθέσουμε αιμομικτικές σχέσεις με τη μητέρα του Νυκτηίδα; (Το όνομά της προδίδει ότι ανήκει στις πρωταρχικές θεότητες.) Αν δεχθούμε την υπόθεση αυτή, τότε ό,τι γίνεται με το τρίγωνο Νυκτηίς - Πολύδωρος - Λάβδακος επαναλαμβάνεται με το τρίγωνο Ιοκάστη - Λάιος - Οιδίπους. Το θηλυκό μοιάζει να αποτελεί στοιχείο αντιπαλότητας, ενώ η απουσία πληροφοριών για την οικογένεια του Λάιου δημιουργεί απορίες, όπως επίσης και η συγγένεια των ονομάτων Λάβδακος-Λάιος. Το γένος των Λαβδακιδών με αυτόν τον τρόπο αφανίστηκε.
Οι μύθοι γύρω από τα πρόσωπα της βοιωτικής αριστοκρατίας:
1. δείχνουν τον αγώνα για τη συσσωμάτωση παλαιότερων γηγενών στοιχείων και οικογενειών (Σπαρτοί) με νεότερα επείσακτα (Κάδμος)·
2. αποκαλύπτουν σχέσεις της Βοιωτίας με την Πελοπόννησο γενικά, και την Πίσα ειδικότερα, τόσο μέσα από αρπαγές γυναικών και ανδρών, συγγενών μεταξύ τους, από τον ένα στον άλλον τόπο αλλά και γάμους όσο και μέσα από πολέμους για την ανάκτηση του αρπαγμένου και τη διεκδίκηση της εξουσίας·
3. αποκαλύπτουν διαδικασίες μύησης, εκπαίδευσης δηλαδή στη στρατιωτική τέχνη από συγγενείς σε άλλους τόπους (ο νέος πρέπει να απομακρυνθεί από τον τόπο και την οικογένειά του), σε εποχές που η στρατιωτική εκπαίδευση δεν ήταν υπόθεση του κράτους (ο Λάβδακος αρπάζει τον γιο του Πέλοπα Χρύσιππο και τον φέρνει στη Θήβα ή τον πηγαίνει στη Νεμέα, στη ΒΑ Πελοπόννησο, να πάρει μέρος στους αγώνες, ενώ ο γιος του Λάιος, διωγμένος από τη Θήβα, ανατρέφεται στο παλάτι του Πέλοπα).
1 Το γενεαλογικό αυτό δέντρο μπορεί κανείς να το ακούσει από την Ελένη Χατζηαργύρη / Ιοκάστη στον πρόλογο της τραγωδίας Φοίνισσες του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή (Εθνικό Θέατρο, 1978).