ΒΙΩΝ
ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΔΩΝΗ
Θρηνώ τον Άδωνη: «Έσβησε, αχ, ο Άδωνης ο ωραίος.»
«Ο ωραίος εχάθηκε Άδωνης» κλαιν οι Έρωτες μαζί μου.
Στο πορφυρό στρωσίδι σου πια μην κοιμάσαι, Κύπρη·
δύστυχη, σήκω, φόρεσε τα μαύρα, στηθοδάρσου
5και λέγε σε όλους: «Χάθηκε, αχ, ο Άδωνης ο ωραίος.»
Θρηνώ τον Άδωνη, θρηνούν και οι Έρωτες μαζί μου.
Ο ωραίος κείτεται Άδωνης στα όρη λαβωμένος,
απ᾽ άσπρο δόντι στ᾽ άσπρο του μηρί, η πνοή του σβήνει
—τί πόνοι, ω Κύπρη!—, ξεψυχά, στη σάρκα τη χιονάτη
10το μαύρο του αίμα χύνεται, τα μάτια σκοτιδιάζουν,
και φεύγουν απ᾽ το χείλι του τα ρόδα, και πεθαίνει
στο χείλι το φιλί, που πια δε θα το πάρει η Κύπρη.
Το φίλημά του, κι ας μη ζει, θα το ποθούσε η Κύπρη,
μα ξέρει αυτός ποιός τον φιλεί την ώρα του θανάτου;
15Θρηνώ τον Άδωνη, θρηνούν και οι Έρωτεςμαζί μου.
Έχει ο Άδωνης λαβωματιά βαριά μες στο μηρί του,
μα πιο βαριά ᾽χει στην καρδιά λαβωματιά η Κυθέρεια.
Τον Άδωνη τον έκλαψαν τ᾽ αγαπητά σκυλιά του
και τον θρηνούν και των βουνών οι Νύμφες. Η Αφροδίτη
20με τα μαλλιά της ξέπλεκα στους λόγγους τριγυρνάει,
μαυροντυμένη, ξέζωστη, ξυπόλυτη· ως διαβαίνει,
τη σκίζουνε και το θεϊκό τής πίνουν αίμα οι βάτοι·
γοερά θρηνώντας, λαγκαδιές περνά, και τον Ασσύριον
άντρα της κράζει, τ᾽ όνομά του λέει και ξαναλέει.
25Μαύρο ανεμίζει γύρω της ντύμα ανοιχτό ώς τη μέση,
ματώνει με τα χέρια της τα στήθια, κοκκινίζει
για χάρη τώρα του Άδωνη του κόρφου της το χιόνι.
Κι όλο θρηνούνε οι Έρωτες «Κυθέρεια, συφορά σου»
|