Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Κρίτων (43a-44b)


[43a] ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Τί τηνικάδε ἀφῖξαι, ὦ Κρίτων; ἢ οὐ πρῲ ἔτι ἐστίν;
ΚΡΙΤΩΝ. Πάνυ μὲν οὖν.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Πηνίκα μάλιστα;
ΚΡΙΤΩΝ. Ὄρθρος βαθύς.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Θαυμάζω ὅπως ἠθέλησέ σοι ὁ τοῦ δεσμωτηρίου φύλαξ ὑπακοῦσαι.
ΚΡΙΤΩΝ. Συνήθης ἤδη μοί ἐστιν, ὦ Σώκρατες, διὰ τὸ πολλάκις δεῦρο φοιτᾶν, καί τι καὶ εὐεργέτηται ὑπ᾽ ἐμοῦ.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἄρτι δὲ ἥκεις ἢ πάλαι;
ΚΡΙΤΩΝ. Ἐπιεικῶς πάλαι.
[43b] ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Εἶτα πῶς οὐκ εὐθὺς ἐπήγειράς με, ἀλλὰ σιγῇ παρακάθησαι;
ΚΡΙΤΩΝ. Οὐ μὰ τὸν Δία, ὦ Σώκρατες, οὐδ᾽ ἂν αὐτὸς ἤθελον ἐν τοσαύτῃ τε ἀγρυπνίᾳ καὶ λύπῃ εἶναι, ἀλλὰ καὶ σοῦ πάλαι θαυμάζω αἰσθανόμενος ὡς ἡδέως καθεύδεις· καὶ ἐπίτηδές σε οὐκ ἤγειρον ἵνα ὡς ἥδιστα διάγῃς. καὶ πολλάκις μὲν δή σε καὶ πρότερον ἐν παντὶ τῷ βίῳ ηὐδαιμόνισα τοῦ τρόπου, πολὺ δὲ μάλιστα ἐν τῇ νῦν παρεστώσῃ συμφορᾷ, ὡς ῥᾳδίως αὐτὴν καὶ πρᾴως φέρεις.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Καὶ γὰρ ἄν, ὦ Κρίτων, πλημμελὲς εἴη ἀγανακτεῖν τηλικοῦτον ὄντα εἰ δεῖ ἤδη τελευτᾶν.
[43c] ΚΡΙΤΩΝ. Καὶ ἄλλοι, ὦ Σώκρατες, τηλικοῦτοι ἐν τοιαύταις συμφοραῖς ἁλίσκονται, ἀλλ᾽ οὐδὲν αὐτοὺς ἐπιλύεται ἡ ἡλικία τὸ μὴ οὐχὶ ἀγανακτεῖν τῇ παρούσῃ τύχῃ.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἔστι ταῦτα. ἀλλὰ τί δὴ οὕτω πρῲ ἀφῖξαι;
ΚΡΙΤΩΝ. Ἀγγελίαν, ὦ Σώκρατες, φέρων χαλεπήν, οὐ σοί, ὡς ἐμοὶ φαίνεται, ἀλλ᾽ ἐμοὶ καὶ τοῖς σοῖς ἐπιτηδείοις πᾶσιν καὶ χαλεπὴν καὶ βαρεῖαν, ἣν ἐγώ, ὡς ἐμοὶ δοκῶ, ἐν τοῖς βαρύτατ᾽ ἂν ἐνέγκαιμι.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Τίνα ταύτην; ἢ τὸ πλοῖον ἀφῖκται ἐκ Δήλου, οὗ δεῖ [43d] ἀφικομένου τεθνάναι με;
ΚΡΙΤΩΝ. Οὔτοι δὴ ἀφῖκται, ἀλλὰ δοκεῖν μέν μοι ἥξει τήμερον ἐξ ὧν ἀπαγγέλλουσιν ἥκοντές τινες ἀπὸ Σουνίου καὶ καταλιπόντες ἐκεῖ αὐτό. δῆλον οὖν ἐκ τούτων [τῶν ἀγγέλων] ὅτι ἥξει τήμερον, καὶ ἀνάγκη δὴ εἰς αὔριον ἔσται, ὦ Σώκρατες, τὸν βίον σε τελευτᾶν.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἀλλ᾽, ὦ Κρίτων, τύχῃ ἀγαθῇ, εἰ ταύτῃ τοῖς θεοῖς φίλον, ταύτῃ ἔστω· οὐ μέντοι οἶμαι ἥξειν αὐτὸ τήμερον.
[44a] ΚΡΙΤΩΝ. Πόθεν τοῦτο τεκμαίρῃ;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἐγώ σοι ἐρῶ. τῇ γάρ που ὑστεραίᾳ δεῖ με ἀποθνῄσκειν ἢ ᾗ ἂν ἔλθῃ τὸ πλοῖον.
ΚΡΙΤΩΝ. Φασί γέ τοι δὴ οἱ τούτων κύριοι.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Οὐ τοίνυν τῆς ἐπιούσης ἡμέρας οἶμαι αὐτὸ ἥξειν ἀλλὰ τῆς ἑτέρας. τεκμαίρομαι δὲ ἔκ τινος ἐνυπνίου ὃ ἑώρακα ὀλίγον πρότερον ταύτης τῆς νυκτός· καὶ κινδυνεύεις ἐν καιρῷ τινι οὐκ ἐγεῖραί με.
ΚΡΙΤΩΝ. Ἦν δὲ δὴ τί τὸ ἐνύπνιον;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἐδόκει τίς μοι γυνὴ προσελθοῦσα καλὴ καὶ εὐειδής, [44b] λευκὰ ἱμάτια ἔχουσα, καλέσαι με καὶ εἰπεῖν· «Ὦ Σώκρατες,
ἤματί κεν τριτάτῳ Φθίην ἐρίβωλον ἵκοιο.»
ΚΡΙΤΩΝ. Ἄτοπον τὸ ἐνύπνιον, ὦ Σώκρατες.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἐναργὲς μὲν οὖν, ὥς γέ μοι δοκεῖ, ὦ Κρίτων.


Ο ΚΡΙΤΩΝ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΤΑΙ ΤΟΝ ΣΩΚΡΑΤΗ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ
[43a] ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Γιατί έχεις έρθει τέτοια ώρα, Κρίτων; Μήπως δεν είναι πια πολύ πρωί;
ΚΡΙΤΩΝ. Είναι πολύ πρωί ακόμη.
ΣΩ. Τί ώρα πάνω-κάτω;
ΚΡ. Βαθιά χαράματα.
ΣΩ. Απορώ πώς θέλησε να σου ανοίξει ο φύλακας.
ΚΡ. Γνώριμος πια μου είναι, Σωκράτη, τόσο συχνά που έρχομαι εδώ· έπειτα έχει πάρει από μένα και κάποιο φιλοδώρημα.
ΣΩ. Τώρα ήρθες ή έχεις πολλή ώρα εδώ;
ΚΡ. Έχω πολλή ώρα.
[43b] ΣΩ. Και πώς δεν με ξύπνησες αμέσως μόλις ήρθες, αλλά κάθεσαι κοντά μου χωρίς να μιλάς;
ΚΡ. Μά τον Δία, Σωκράτη, ούτε κι εγώ ο ίδιος θα ήθελα να βρίσκομαι σε τόσο μεγάλη αγρύπνια και λύπη· αλλά και με σένα, ώρα πολλή τώρα, παραξενεύομαι βλέποντας πόσο γλυκιά κοιμάσαι· κι επίτηδες δεν ήθελα να σε ξυπνήσω, για να περνάς την ώρα σου, όσο γίνεται, πιο ευχάριστα. Κι αλήθεια, σ᾽ όλη σου τη ζωή πολλές φορές ως τώρα σε καλοτύχησα για τον χαρακτήρα σου· μα πιο πολύ σε καλοτυχίζω τώρα, σ᾽ αυτή εδώ τη συμφορά, που τόσο καρτερικά και ήρεμα την υπομένεις.
ΣΩ. Μα θα ήταν πραγματικά ανάρμοστο, Κρίτων, ν᾽ αγανακτώ σε τόσο μεγάλη ηλικία, γιατί ήρθε τώρα η ώρα να πεθάνω.
[43c] ΚΡ. Κι άλλοι, Σωκράτη, στην ηλικία σου πέφτουν σε τέτοιες συμφορές, όμως τα χρόνια δεν τους εμποδίζουν καθόλου ν᾽ αγανακτούν με την τύχη που τους βρίσκει.
ΣΩ. Σωστά είν᾽ αυτά. Μα πες μου, γιατί έχεις έρθει τόσο πρωί;
ΚΡ. Γιατί φέρνω είδηση, Σωκράτη, θλιβερή, όχι για σένα, το βλέπω καθαρά, αλλά για μένα και για όλους τους φίλους σου, θλιβερή και αβάσταχτη, τέτοια που, το ξέρω καλά, δεν θα μπορούσε να την αντέξει η ψυχή μου.
ΣΩ. Και ποιά είναι αυτή η είδηση; Μήπως έχει φτάσει το πλοίο από τη Δήλο και [43d] μια κι έφτασε αυτό, εγώ πρέπει να πεθάνω;
ΚΡ. Δεν έχει φτάσει βέβαια ακόμη, μου φαίνεται όμως πως θα έρθει σήμερα απ᾽ όσα είπαν μερικοί που ήρθαν από το Σούνιο και το άφησαν εκεί. Είναι λοιπόν φανερό απ᾽ αυτές τις ειδήσεις ότι θα φτάσει σήμερα και θα είναι ανάγκη βέβαια, Σωκράτη, αύριο να θανατωθείς.

ΣΩ. Αλλά, Κρίτων, η ώρα η καλή. Αν έτσι το θέλουν οι θεοί, έτσι ας γίνει. Δεν νομίζω όμως ότι το πλοίο θα έρθει σήμερα.
[44a] ΚΡ. Από πού το συμπεραίνεις;
ΣΩ. Θα σου ειπώ· νομίζω πως είναι ορισμένο να πεθάνω την άλλη μέρα από κείνη που θα έρθει το πλοίο.
ΚΡ. Έτσι βέβαια λένε εκείνοι που είναι αρμόδιοι γι᾽ αυτές τις υποθέσεις.
ΣΩ. Λοιπόν, δεν νομίζω πως θα έρθει την ημέρα που ξημερώνει σε λίγο αλλά την άλλη. Κι αυτό το συμπεραίνω από κάποιο όνειρο που είδα εδώ και λίγη ώρα αυτή τη νύχτα. Και φαίνεται πως είναι ευτύχημα που εκείνη την ώρα δεν με ξύπνησες.
ΚΡ. Και ποιό ήταν τ᾽ όνειρό σου;
ΣΩ. Μου φάνηκε πως μια γυναίκα καλοπλασμένη κι όμορφη, [44b] λευκοφορεμένη, με πλησίασε, με φώναξε με τ᾽ όνομά μου και μου είπε: «Σωκράτη,
την τρίτη μέρα θα φτάσεις στην εύφορη Φθία».
ΚΡ. Παράξενο το όνειρό σου, Σωκράτη.
ΣΩ. Κι όμως, ολοφάνερο, όπως μου φαίνεται, Κρίτων.