[7.5.1] Όταν ήρθε αναφορά για τούτα στην Αρκαδική Ομοσπονδία και σε καθεμιά πόλη, έβαλε σε σκέψη τους Μαντινείς κι όσους άλλους Αρκάδες φρόντιζαν για το καλό της Πελοποννήσου, καθώς και τους Ηλείους και τους Αχαιούς: ήταν φανερό ότι οι Θηβαίοι ήθελαν την Πελοπόννησο όσο γινόταν πιο αδύναμη, για να πετύχουν πιο εύκολα την υποδούλωσή της: [7.5.2] «Γιατί τί άλλο λόγο έχουν να θέλουν να πολεμάμε εμείς, παρά για να βλάπτουμε ο ένας τον άλλον και να τους έχουμε όλοι ανάγκη; Διαφορετικά γιατί, ενώ τους λέμε ότι τούτη τη στιγμή δεν τους χρειαζόμαστε, ετοιμάζονται να ξεκινήσουν; Δεν είναι φανερό ότι η εκστρατεία που ετοιμάζουν στρέφεται εναντίον μας;» [7.5.3] Οι Αρκάδες έστειλαν και στην Αθήνα να ζητήσουν βοήθεια· πήγαν και στη Λακεδαίμονα πρέσβεις από τους Επαρίτους, να προτείνουν στους Λακεδαιμονίους, αν θέλουν, να συνεργαστούν στην απόκρουση οποιασδήποτε επιδρομής που σκοπό θα είχε την υποδούλωση της Πελοποννήσου. Όσο για την αρχηγία, συμφωνήθηκε ευθύς να την έχει ο καθένας στο έδαφός του. [7.5.4] Ενώ συνέβαιναν αυτά, ο Επαμεινώνδας ξεκινούσε έχοντας μαζί του όλους τους Βοιωτούς, τους Ευβοείς και πολλούς Θεσσαλούς — από την παράταξη του Αλεξάνδρου όσο κι από την αντίπαλη. Οι Φωκείς ωστόσο δεν τους ακολούθησαν, με το επιχείρημα ότι η συνθήκη που είχαν τους υποχρέωνε βέβαια να βοηθήσουν τη Θήβα αν της γινόταν επίθεση, αλλά οι διατάξεις της δεν προέβλεπαν εκστρατείες εναντίον άλλων. [7.5.5] Ο Επαμεινώνδας όμως λογάριαζε ότι και στην Πελοπόννησο θα είχε συμμάχους — τους Αργείους, τους Μεσσηνίους κι όσους Αρκάδες συμπαθούσαν τη Θήβα (δηλαδή τους Τεγεάτες, τους Μεγαλοπολίτες, τους Ασεάτες και τους Πελληνείς, καθώς κι όποιες πόλεις αναγκάζονταν να συνταχθούν μαζί τους επειδή ήταν μικρές και βρίσκονταν ανάμεσα σ᾽ εκείνους). [7.5.6] Ο Επαμεινώνδας λοιπόν ξεκίνησε γοργά· όταν έφτασε ωστόσο στη Νεμέα καθυστέρησε εκεί, με την ελπίδα να αιφνιδιάσει τους Αθηναίους στο πέρασμά τους, υπολογίζοντας πως τούτο θα είχε σημαντικό αντίκτυπο: οι σύμμαχοι της Θήβας θα ᾽παιρναν θάρρος, ενώ οι αντίπαλοι θα ᾽χαναν το ηθικό τους — κοντολογίς, κάθε αποτυχία των Αθηναίων θ᾽ αποτελούσε επιτυχία για τους Θηβαίους. [7.5.7] Η καθυστέρησή του αυτή επέτρεψε στους αντιπάλους του να συγκεντρωθούν όλοι στη Μαντίνεια. Τελικά όμως ο Επαμεινώνδας έμαθε ότι οι Αθηναίοι, χάνοντας κάθε ελπίδα να περάσουν από τη στεριά, ετοιμάζονταν να διασχίσουν τη θάλασσα για να πάνε σ᾽ ενίσχυση των Αρκάδων μέσα από τη Λακεδαίμονα· τότε ξεκίνησε από τη Νεμέα και έφτασε στην Τεγέα. [7.5.8] Δεν θα ᾽λεγα ότι ο Επαμεινώνδας στάθηκε τυχερός σ᾽ εκείνη τη στρατηγία του· κι όμως σε τίποτα δεν υστέρησε απ᾽ ό,τι απαιτεί προνοητικότητα και τόλμη. Πρώτ᾽ απ᾽ όλα, εγώ τουλάχιστον, βρίσκω αξιέπαινο ότι έστησε το στρατόπεδό του μέσα στα τείχη της Τεγέας, γιατί έτσι και περισσότερη ασφάλεια είχε παρά αν έμενε έξω, και συνάμα έκρυβε καλύτερα τις κινήσεις του· εξάλλου μέσα στην πόλη τού ήταν πιο εύκολο ν᾽ ανεφοδιάζεται μ᾽ ό,τι χρειαζόταν. Έπειτα, καθώς οι άλλοι ήταν στρατοπεδευμένοι απέξω, είχε τη δυνατότητα να παρατηρεί και τις σωστές τους ενέργειες και τα λάθη τους. Εκτός από τούτο, μόλο που πίστευε πως ήταν πιο δυνατός από τους αντιπάλους, όσες φορές τους έβλεπε να κατέχουν πλεονεκτική τοποθεσία δεν έβγαινε να επιτεθεί. [7.5.9] Διαπιστώνοντας ωστόσο ότι καμιά πόλη δεν προσχωρούσε σ᾽ αυτόν κι ότι ο καιρός περνούσε, έκρινε πως έπρεπε κάτι να κάνει — διαφορετικά θα ντρόπιαζε την πρωτινή του δόξα. Μαθαίνοντας λοιπόν ότι οι αντίπαλοί του, οχυρωμένοι κοντά στη Μαντίνεια, έστειλαν να φέρουν τον Αγησίλαο κι όλους τους Λακεδαιμονίους, κι έχοντας πληροφορίες ότι ο Αγησίλαος είχε ξεκινήσει και βρισκόταν κιόλας στην Πελλήνη, μετά το δείπνο έδωσε διαταγή κι οδήγησε αμέσως τον στρατό του εναντίον της Σπάρτης. [7.5.10] Κι αν δεν το ᾽φερνε θεϊκή τύχη να ειδοποιήσει ένας Κρητικός τον Αγησίλαο για την προσέγγιση του στρατού του, ο Επαμεινώνδας θα είχε καταλάβει την πόλη σαν ολότελα ανυπεράσπιστη φωλιά. Καθώς όμως το ᾽μαθε έγκαιρα ο Αγησίλαος, πρόλαβε να φτάσει στην πόλη και οι Σπαρτιάτες πήραν θέσεις για να την υπερασπίσουν, μόλο που ήταν πολύ λίγοι — γιατί έλειπε στην Αρκαδία όλο τους το ιππικό, καθώς και οι μισθοφόροι και τρεις από τους δώδεκα λόχους. [7.5.11] Όταν ο Επαμεινώνδας έφτασε στην πόλη της Σπάρτης, δεν μπήκε ούτε από μέρος που θ᾽ ανάγκαζε τον στρατό του να πολεμήσει από χαμηλά —ενώ ταυτόχρονα θα τον χτυπούσαν από τα σπίτια— αλλά ούτε κι από μέρος όπου δεν θα ᾽χε άλλο πλεονέκτημα από την αριθμητική του υπεροχή: αφού μελέτησε ποιά τοποθεσία θα του ᾽δινε πλεονεκτική θέση, την κατέλαβε κι έτσι είχε να κατηφορίσει κι όχι ν᾽ ανηφορίσει προς την πόλη. [7.5.12] Όσο γι᾽ αυτό που ακολούθησε, είν᾽ ελεύθερος κανείς να το αποδώσει σε θεϊκή επέμβαση — αλλά είν᾽ ελεύθερος και να πει ότι κανένας δεν μπορεί ν᾽ αντισταθεί σ᾽ απελπισμένους. Το βέβαιο είναι ότι ο Αρχίδαμος, που ζήτημα ήταν αν είχε εκατό άνδρες μαζί του, τράβηξε μπροστά, πέρασε αυτό που θα μπορούσε να θεωρηθεί εμπόδιο και βάδισε στον ανήφορο καταπάνω στους αντιπάλους· και τότε εκείνοι —που φυσομανούσαν φωτιά, που είχαν κιόλας νικήσει τους Λακεδαιμονίους, που είχαν συντριπτική αριθμητική υπεροχή και που βρίσκονταν και σε υψηλότερη τοποθεσία— δεν μπόρεσαν ν᾽ αναχαιτίσουν τους άνδρες του Αρχιδάμου, παρά λύγισαν. [7.5.13] Οι στρατιώτες του Επαμεινώνδα που πολεμούσαν στην πρώτη γραμμή σκοτώθηκαν· όταν όμως οι Σπαρτιάτες, ενθουσιασμένοι με τη νίκη, συνέχισαν την καταδίωξη πιο πέρα απ᾽ ό,τι ήταν σκόπιμο, σκοτώθηκαν κι αυτοί με τη σειρά τους. (Οι θεοί είχαν ορίσει, καθώς φαίνεται, ώς πού θα ᾽φτανε η νίκη τους.) Ο Αρχίδαμος έστησε τρόπαιο στο σημείο όπου είχε νικήσει, κι έδωσε πίσω μ᾽ εκεχειρία τους νεκρούς των εχθρών που σκοτώθηκαν εκεί. [7.5.14] Ο Επαμεινώνδας πάλι, που λογάριαζε ότι θα ᾽ρχονταν οι Αρκάδες σ᾽ ενίσχυση της Λακεδαίμονος, δεν ήθελε να δώσει μάχη εναντίον τους την ώρα που θα ᾽χαν ενωθεί και μ᾽ όλους τους Λακεδαιμονίους, ιδίως μετά την επιτυχία που είχαν σημειώσει οι αντίπαλοί του και την αποτυχία των ανδρών του· για τούτο γύρισε ξανά όσο το δυνατόν γρηγορότερα στην Τεγέα, όπου άφησε τους οπλίτες να ξεκουραστούν· το ιππικό ωστόσο το ᾽στειλε στη Μαντίνεια, ζητώντας του να κάνει αυτή την πρόσθετη προσπάθεια, με το επιχείρημα ότι ήταν πιθανό να βρίσκονται έξω από την πόλη όλα τα κοπάδια των Μαντινέων καθώς κι όλος ο πληθυσμός, μια και ήταν εποχή θερισμού. [7.5.15] Το ιππικό έφυγε. Στο μεταξύ το αθηναϊκό ιππικό, ξεκινώντας από την Ελευσίνα και δειπνώντας στον Ισθμό, είχε περάσει και τις Κλεωνές κι εκείνη την ώρα είχε φτάσει κατά σύμπτωση στη Μαντίνεια, όπου ετοιμαζόταν να στρατωνιστεί σε σπίτια μέσα από τα τείχη. Όταν φάνηκε να πλησιάζει το εχθρικό ιππικό, οι Μαντινείς παρακάλεσαν τους Αθηναίους ιππείς να τους δώσουν όση βοήθεια μπορούσαν, επειδή έξω από την πόλη βρίσκονταν όλα τα κοπάδια, οι εργάτες, καθώς και πολλά παιδιά και ηλικιωμένοι πολίτες· ακούγοντας αυτά οι Αθηναίοι βγήκαν σ᾽ ενίσχυση, μόλο που ήταν ακόμα νηστικοί και οι ίδιοι και τ᾽ άλογά τους. [7.5.16] Είναι να μη θαυμάσει κανείς την παλικαριά τους; Ας έβλεπαν τη μεγάλη αριθμητική υπεροχή του εχθρού, ας είχε συμβεί στο ιππικό τους ένα ατύχημα στην Κόρινθο· τίποτα απ᾽ αυτά δεν λογάριασαν — ούτε κι ότι θα ᾽χαν να αναμετρηθούν με Θηβαίους και με Θεσσαλούς, που φημίζονταν πως ήταν οι καλύτεροι καβαλάρηδες. Θεώρησαν ότι θα ᾽ταν ντροπή, μια και βρίσκονταν εκεί, να μη βοηθήσουν τους συμμάχους τους. Μόλις είδαν λοιπόν τους εχθρούς όρμησαν καταπάνω τους, ποθώντας ν᾽ αναστήσουν τη δόξα των προγόνων τους. [7.5.17] Χάρη στη μάχη που ᾽δωσαν, σώθηκαν —είν᾽ αλήθεια— όλα όσα είχαν οι Μαντινείς έξω από την πόλη, κι από τους ίδιους όμως σκοτώθηκαν παλικάρια — όπως παλικάρια ήταν ολοφάνερα κι οι σκοτωμένοι τους αντίπαλοι: γιατί δεν έμεινε όπλο κοντό που να μην το μεταχειριστούν κι οι δυο πλευρές. Οι Αθηναίοι δεν εγκατέλειψαν τους νεκρούς τους, και από τους νεκρούς εχθρούς έδωσαν πίσω μερικούς μ᾽ εκεχειρία. [7.5.18] Ο Επαμεινώνδας πάλι, σκεπτόμενος ότι —όταν σε λίγες ημέρες έπρεπε να φύγει επειδή ο καθορισμένος χρόνος για την εκστρατεία θα είχε εξαντληθεί— αν εγκατέλειπε αβοήθητους εκείνους στους οποίους είχε έρθει σαν σύμμαχος, οι αντίπαλοι θα τους πολιορκούσαν κι ο ίδιος θα είχε κηλιδώσει ανεπανόρθωτα την καλή του φήμη: όχι μόνο νικήθηκε στη Λακεδαίμονα από μικρή δύναμη, μόλο που είχε τόσους οπλίτες, όχι μόνο νικήθηκε στη σύγκρουση ιππικού της Μαντίνειας, αλλά κι είχε προκαλέσει, με την εκστρατεία του στην Πελοπόννησο, τη συμμαχία ανάμεσα στους Λακεδαιμονίους, τους Αρκάδες, τους Αχαιούς, τους Ηλείους και τους Αθηναίους. Δεν το ᾽βρισκε λοιπόν δυνατό να φύγει δίχως να δώσει μάχη· λογάριαζε πως αν νικούσε, όλα εκείνα θα έσβηναν — κι αν πάλι σκοτωνόταν, σκέφτηκε, ωραίο θα ᾽ταν να τον βρει ο θάνατος την ώρα που αγωνιζόταν για ν᾽ αφήσει κληρονομιά στην πατρίδα του την εξουσία πάνω στην Πελοπόννησο. [7.5.19] Το να σκέφτεται έτσι δεν το βρίσκω ιδιαίτερα αξιοθαύμαστο· τέτοιου είδους σκέψεις ταιριάζουν σε φιλόδοξους ανθρώπους. Τον τρόπο όμως που είχε οργανώσει τον στρατό του, να μη λυγίζει σε καμιά κακουχία μήτε νύχτα μήτε μέρα, να μην αποφεύγει κανέναν κίνδυνο, να του λείπουν τα εφόδια και να διατηρεί μολοντούτο πειθαρχία — αυτά είναι που βρίσκω πιο αξιοθαύμαστα. [7.5.20] Πραγματικά, όταν τους παρήγγειλε για τελευταία φορά να ετοιμαστούν για μάχη, προθυμοποιήθηκαν οι ιππείς ν᾽ ασπρίσουν τα κράνη τους σύμφωνα με τις διαταγές του, ενώ ακόμα κι οι Αρκάδες οπλίτες ζωγράφιζαν ρόπαλα πάνω στις ασπίδες τους σαν να ᾽ταν Θηβαίοι, κι όλοι ακόνιζαν λόγχες και μαχαίρια και γυάλιζαν τις ασπίδες τους. [7.5.21] Μετά απ᾽ αυτές τις προετοιμασίες, ο Επαμεινώνδας έβγαλε τον στρατό του για να δώσει μάχη, κι αξίζει να καταλάβει κανένας την τακτική που ακολούθησε. Πρώτ᾽ απ᾽ όλα, όπως ήταν φυσικό, τοποθέτησε τον στρατό σε πυκνό σχηματισμό. Μ᾽ αυτόν τον τρόπο φάνηκε να ξεκαθαρίζει η πρόθεσή του να δώσει μάχη· όταν όμως σχηματίστηκε το στράτευμα όπως το ήθελε εκείνος, δεν ακολούθησε τον πιο σύντομο δρόμο προς τους εχθρούς, παρά το οδήγησε προς τα δυτικά βουνά, αντίκρυ στην Τεγέα· έτσι δημιούργησε στον εχθρό την εντύπωση ότι δεν θα ᾽δινε μάχη εκείνη τη μέρα. [7.5.22] Και πραγματικά, μόλις έφτασε στο βουνό ανέπτυξε τη φάλαγγά του και στάθμευσε στο ριζοβούνι, μοιάζοντας σαν να στρατοπεδεύει. Συνέπεια αυτού του ελιγμού ήταν να χαλαρώσει η ψυχική ετοιμότητα των αντιπάλων για μάχη, και να χαλαρώσει κι ο σχηματισμός τους. Κατόπιν όμως, μετακινώντας τους λόχους που ώς τότε βάδιζαν ο ένας πίσω από τον άλλον, δημιούργησε μιαν ισχυρή δύναμη κρούσης στο πλευρό όπου βρισκόταν ο ίδιος. Τότε πρόσταξε να πάρουν τα όπλα και τράβηξε μπροστά, ενώ οι υπόλοιποι τον ακολουθούσαν. Όταν οι εχθροί τούς είδαν να έρχονται έτσι απροσδόκητα καταπάνω τους, κανένας τους δεν κατόρθωσε να διατηρήσει την ψυχραιμία του: άλλοι έτρεχαν στις μονάδες τους, άλλοι παρατάσσονταν, άλλοι περνούσαν χαλινάρια στ᾽ άλογα, άλλοι φορούσαν τους θώρακές τους — όλοι όμως με το ύφος ανθρώπων που ετοιμάζονται να παίξουν παθητικό κι όχι ενεργητικό ρόλο στα γεγονότα. [7.5.23] Στο μεταξύ ο Επαμεινώνδας οδηγούσε τον στρατό του σαν πολεμικό πλοίο, με τη δύναμη κρούσης μπροστά στην πλώρη, πιστεύοντας ότι αρκούσε να διασπάσει τις εχθρικές γραμμές σ᾽ ένα σημείο για να καταστρέψει ολόκληρο τον αντίπαλο στρατό. Για τούτο ετοιμαζόταν ν᾽ αγωνιστεί με το πιο ισχυρό του πλευρό· το πιο αδύναμο, αντίθετα, το κρατούσε σ᾽ απόσταση — ξέροντας ότι μια ενδεχόμενη ήττα του θ᾽ αποθάρρυνε τους άνδρες του και θα τόνωνε το ηθικό των εχθρών. Αντίκρυ του, οι εχθροί παρέταξαν το ιππικό τους σαν να ᾽ταν φάλαγγα οπλιτών — σε βάθος έξι ανδρών και δίχως υποστήριξη βοηθητικών πεζών· [7.5.24] ο Επαμεινώνδας, απεναντίας, μεταχειρίστηκε και το ιππικό σαν ισχυρή δύναμη κρούσης και τοποθέτησε μαζί του βοηθητικούς πεζούς, πιστεύοντας ότι από τη στιγμή που το ιππικό θα διασπούσε τις εχθρικές γραμμές θα ᾽χε νικηθεί όλη η αντίπαλη παράταξη — γιατί πολύ δύσκολα βρίσκονται στρατιώτες πρόθυμοι να μείνουν στις θέσεις τους άμα δουν μερικούς δικούς τους να το βάζουν στα πόδια. Για να μην μπορέσουν εξάλλου οι Αθηναίοι, που ήταν στο αριστερό κέρας, να βοηθήσουν τους κοντινούς τους, και θέλοντας να τους φοβίσει ότι αν δοκίμαζαν να τους βοηθήσουν θα δέχονταν οι ίδιοι επίθεση από τα νώτα, τοποθέτησε αντίκρυ τους, σε μερικούς λόφους, ιππικό και οπλίτες. Έτσι λοιπόν προετοίμασε τη σύγκρουση, κι οι ελπίδες του δεν διαψεύστηκαν: γιατί νίκησε στο σημείο όπου έκανε την επίθεση κι έτρεψε σε φυγή όλους τους αντιπάλους. [7.5.25] Μόλις όμως έπεσε ο ίδιος, οι υπόλοιποι δεν στάθηκαν πια ικανοί να εκμεταλλευτούν σωστά τη νίκη τους· μόλο που η αντικρινή τους φάλαγγα το ᾽χε βάλει στα πόδια, κανέναν δεν σκότωσαν οι οπλίτες, κι ούτε καν προχώρησαν πέρα από το σημείο όπου είχε γίνει η σύγκρουση. Αλλά ούτε και το ιππικό καταδίωξε το εχθρικό ιππικό που έφευγε μπροστά του, μήτε και σκότωσε ιππείς και οπλίτες· φοβισμένοι, σαν να ᾽χαν νικηθεί, οι ιππείς του Επαμεινώνδα έμειναν πίσω, ανάμεσα στους αντιπάλους τους που έφευγαν. Όσο για τους βοηθητικούς πεζούς και τους πελταστές, που είχαν συμβάλει στη νίκη του ιππικού, είν᾽ αλήθεια ότι έφτασαν στο αριστερό τμήμα του εχθρού σαν νικητές — εκεί όμως σκότωσαν τους περισσότερους οι Αθηναίοι. |