Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Ρητορική (1416b-1417b)
[XVI] Διήγησις δ᾽ ἐν μὲν τοῖς ἐπιδεικτικοῖς ἐστιν οὐκ ἐφεξῆς ἀλλὰ κατὰ μέρος· δεῖ μὲν γὰρ τὰς πράξεις διελθεῖν ἐξ ὧν ὁ λόγος· σύγκειται γὰρ ἔχων ὁ λόγος τὸ μὲν ἄτεχνον (οὐθὲν γὰρ αἴτιος ὁ λέγων τῶν πράξεων), τὸ δ᾽ ἐκ τῆς τέχνης· τοῦτο δ᾽ ἐστὶν ἢ ὅτι ἔστι δεῖξαι, ἐὰν ᾖ ἄπιστον, ἢ ὅτι ποιόν, ἢ ὅτι ποσόν, ἢ καὶ ἅπαντα. διὰ δὲ τοῦτ᾽ ἐνίοτε οὐκ ἐφεξῆς δεῖ διηγεῖσθαι πάντα, ὅτι δυσμνημόνευτον τὸ δεικνύναι οὕτως· ἐκ μὲν οὖν τούτων ἀνδρεῖος, ἐκ δὲ τῶνδε σοφὸς ἢ δίκαιος. καὶ ἁπλούστερος ὁ λόγος οὗτος, ἐκεῖνος δὲ ποικίλος καὶ οὐ λιτός. δεῖ δὲ τὰς μὲν γνωρίμους ἀναμιμνήσκειν· διὸ οἱ πολλοὶ οὐδὲν δέονται διηγήσεως, οἷον εἰ θέλεις Ἀχιλλέα ἐπαινεῖν· ἴσασι γὰρ πάντες τὰς πράξεις, ἀλλὰ χρῆσθαι αὐταῖς δεῖ. ἐὰν δὲ Κριτίαν, δεῖ· οὐ γὰρ πολλοὶ ἴσασιν .... νῦν δὲ γελοίως τὴν διήγησίν φασι δεῖν εἶναι ταχεῖαν. καίτοι ὥσπερ ὁ τῷ μάττοντι ἐρομένῳ πότερον σκληρὰν ἢ μαλακὴν μάξῃ «τί δ᾽», ἔφη, «εὖ ἀδύνατον;», καὶ ἐνταῦθα ὁμοίως· δεῖ γὰρ μὴ μακρῶς διηγεῖσθαι ὥσπερ οὐδὲ προοιμιάζεσθαι μακρῶς, οὐδὲ τὰς πίστεις λέγειν. οὐδὲ γὰρ ἐνταῦθά ἐστι τὸ εὖ [ἢ] τὸ ταχὺ ἢ τὸ συντόμως, ἀλλὰ τὸ μετρίως· τοῦτο δ᾽ ἐστὶ τὸ λέγειν ὅσα δηλώσει τὸ πρᾶγμα, [1417a] ἢ ὅσα ποιήσει ὑπολαβεῖν γεγονέναι ἢ βεβλαφέναι ἢ ἠδικηκέναι, ἢ τηλικαῦτα ἡλίκα βούλει, τῷ δὲ ἐναντίῳ τὰ ἐναντία· παραδιηγεῖσθαι δὲ ὅσα εἰς τὴν σὴν ἀρετὴν φέρει (οἷον «ἐγὼ δ᾽ ἐνουθέτουν, ἀεὶ τὰ δίκαια λέγων, μὴ τὰ τέκνα ἐγκαταλείπειν»), ἢ θατέρου κακίαν («ὁ δὲ ἀπεκρίνατό μοι ὅτι, οὗ ἂν ᾖ αὐτός, ἔσται ἄλλα παιδία», ὃ τοὺς ἀφισταμένους Αἰγυπτίους ἀποκρίνασθαί φησιν ὁ Ἡρόδοτος), ἢ ὅσα ἡδέα τοῖς δικασταῖς. ἀπολογουμένῳ δὲ ἐλάττων ἡ διήγησις· αἱ γὰρ ἀμφισβητήσεις ἢ μὴ γεγονέναι ἢ μὴ βλαβερὸν εἶναι ἢ μὴ ἄδικον ἢ μὴ τηλικοῦτον, ὥστε περὶ τὸ ὁμολογούμενον οὐ διατριπτέον, ἐὰν μή τι εἰς ἐκεῖνο συντείνῃ, οἷον εἰ πέπρακται, ἀλλ᾽ οὐκ ἄδικον. ἔτι πεπραγμένα δεῖ λέγειν ὅσα μὴ πραττόμενα ἢ οἶκτον ἢ δείνωσιν φέρει· παράδειγμα ὁ Ἀλκίνου ἀπόλογος, ὃς πρὸς τὴν Πηνελόπην ἐν ἑξήκοντα ἔπεσιν πεποίηται, καὶ ὡς Φάϋλλος τὸν κύκλον, καὶ ὁ ἐν τῷ Οἰνεῖ πρόλογος. ἠθικὴν δὲ χρὴ τὴν διήγησιν εἶναι· ἔσται δὲ τοῦτο, ἂν εἰδῶμεν τί ἦθος ποιεῖ. ἓν μὲν δὴ τὸ προαίρεσιν δηλοῦν, ποιὸν δὲ τὸ ἦθος τῷ ποιὰν ταύτην, ἡ δὲ προαίρεσις ποιὰ τῷ τέλει· διὰ τοῦτο οὐκ ἔχουσιν οἱ μαθηματικοὶ λόγοι ἤθη, ὅτι οὐδὲ προαίρεσιν (τὸ γὰρ οὗ ἕνεκα οὐκ ἔχουσιν), ἀλλ᾽ οἱ Σωκρατικοί· περὶ τοιούτων γὰρ λέγουσιν. ἄλλα δ᾽ ἠθικὰ τὰ ἑπόμενα ἑκάστῳ ἤθει, οἷον ὅτι ἅμα λέγων ἐβάδιζεν· δηλοῖ γὰρ θρασύτητα καὶ ἀγροικίαν ἤθους. καὶ μὴ ὡς ἀπὸ διανοίας λέγειν, ὥσπερ οἱ νῦν, ἀλλ᾽ ὡς ἀπὸ προαιρέσεως· «ἐγὼ δὲ ἐβουλόμην· καὶ προειλόμην γὰρ τοῦτο· ἀλλ᾽ εἰ μὴ ὠνήμην, βέλτιον»· τὸ μὲν γὰρ φρονίμου τὸ δὲ ἀγαθοῦ· φρονίμου μὲν γὰρ ἐν τῷ τὸ ὠφέλιμον διώκειν, ἀγαθοῦ δ᾽ ἐν τῷ τὸ καλόν. ἂν δ᾽ ἄπιστον ᾖ, τότε τὴν αἰτίαν ἐπιλέγειν, ὥσπερ Σοφοκλῆς ποιεῖ· παράδειγμα τὸ ἐκ τῆς Ἀντιγόνης, ὅτι μᾶλλον τοῦ ἀδελφοῦ ἐκήδετο ἢ ἀνδρὸς ἢ τέκνων· τὰ μὲν γὰρ ἂν γενέσθαι ἀπολομένων, |
[16] Η διήγηση στους επιδεικτικούς λόγους δεν είναι συνεχής, αλλά χωρισμένη σε μέρη· είναι, πράγματι, υποχρεωμένος ο ρήτορας να παρουσιάσει στις λεπτομέρειές τους τις διάφορες πράξεις που αποτελούν το περιεχόμενο του λόγου. Δεδομένου, τώρα, ότι ο λόγος αποτελείται από δύο επιμέρους στοιχεία, ένα που δεν έχει καμιά σχέση με την τέχνη του ρήτορα (αφού ο ρήτορας δεν είναι με κανέναν τρόπο υπεύθυνος για τις πράξεις που διηγείται) και ένα άλλο που εξαρτάται από τη ρητορική τέχνη, πράγμα που σημαίνει ότι ο ρήτορας πρέπει να αποδείξει ή ότι η πράξη πράγματι έγινε, αν είναι απίστευτη, ή ότι είναι μιας ορισμένης ποιότητας ή ποσότητας, ή και όλα αυτά μαζί. Για τον λόγο αυτό ορισμένες φορές ο ρήτορας δεν πρέπει να διηγείται τα πάντα σε μια συνέχεια, επειδή οργανωμένη με τέτοιον τρόπο η απόδειξη δεν συγκρατείται εύκολα στη μνήμη: με βάση τις τάδε πράξεις ο άνθρωπος αποδεικνύεται γενναίος, με βάση τις εξής άλλες σοφός ή δίκαιος. Έπειτα, ένας λόγος διαρθρωμένος με αυτόν τον τρόπο είναι απλούστερος, ενώ ο άλλος είναι περίπλοκος, ένας λόγος καθόλου εύκολος. Τις γνωστές, πάντως, πράξεις πρέπει κανείς απλώς να τις υπενθυμίζει· γι᾽ αυτό και πολλοί αισθάνονται ότι δεν τους χρειάζεται διήγηση, όπως επί παραδείγματι αν κάποιος θέλει να επαινέσει τον Αχιλλέα: όλος ο κόσμος γνωρίζει τις πράξεις του, εκείνο όμως που χρειάζεται είναι να γίνει χρήση τους. Αν όμως θέλει να επαινέσει τον Κριτία, φυσικά και πρέπει να διηγηθεί τις πράξεις του, αφού δεν είναι και τόσο πολλοί αυτοί που τις γνωρίζουν... είναι όμως γελοίο αυτό που υποστηρίζουν σήμερα μερικοί, ότι η διήγηση πρέπει να κρατάει λίγο. Και όμως, όπως στην περίπτωση που ο ζυμωτής ρώτησε πώς να κάνει το ζυμάρι, σκληρό ή μαλακό, και ο άλλος του είπε: «Τί δηλαδή, δεν μπορεί να γίνει με τον σωστό τρόπο;», έτσι και εδώ: δεν χρειάζεται να πηγαίνουν σε μάκρος οι διηγήσεις —όπως δεν χρειάζεται να πηγαίνουν σε μάκρος και τα προοίμια— ή η παρουσίαση των αποδείξεων. Ούτε εδώ δηλαδή το σωστό είναι το γρήγορο ή το σύντομο, αλλά αυτό που ανταποκρίνεται στο σωστό μέτρο· αυτό θα πει, ο ρήτορας να λέει τόσα όσα χρειάζονται για να γίνει φανερό το πράγμα, [1417a] ή όσα θα κάνουν τον ακροατή να πιστέψει ότι το πράγμα συνέβη, ότι προκλήθηκε βλάβη ή ότι διαπράχθηκε αδίκημα, ή ότι το πράγμα έχει τόση σημασία όση θέλει γι᾽ αυτό ο ρήτορας — για τον αντίπαλο, βέβαια, τα αντίθετα. Δεν πρέπει, επίσης, ο ρήτορας να παραλείπει να παρεμβάλλει στη διήγησή του όσα μπορούν να κάνουν φανερή τη δική του αρετή (παράδειγμα: «εγώ, υποδεικνύοντας πάντοτε το σωστό, τον συμβούλευα να μην εγκαταλείψει τα παιδιά του») ή την κακία του άλλου («και εκείνος μου απάντησε ότι όπου θα βρίσκεται ο ίδιος, εκεί θα αποκτήσει άλλα παιδιά», μια απάντηση που λέει ο Ηρόδοτος ότι έδωσαν οι αποστάτες Αιγύπτιοι), ή όσα είναι ευχάριστα στους δικαστές. Του απολογούμενου η διήγηση μπορεί να είναι συντομότερη, γιατί η διαφωνία βρίσκεται στο αν έγινε πράγματι η πράξη, στο αν προκάλεσε πράγματι βλάβη, στο αν ήταν πράγματι αδίκημα, στο αν είχε πράγματι αυτές τις διαστάσεις· άρα δεν χρειάζεται να χάνει κανείς τον χρόνο του για κάτι που έχει ήδη γίνει παραδεκτό, εκτός και αν μπορεί να βοηθήσει κάπως στο να γίνει φανερό το θέμα που συζητείται, π.χ. ότι η πράξη πράγματι έγινε, δεν ήταν όμως μια άδικη πράξη. Από τα γεγονότα, επίσης, που συνέβησαν στο παρελθόν πρέπει να παρουσιάζει κανείς τόσα, ώστε η παρουσίασή τους ωσάν να γίνονται τώρα να μη προκαλεί οίκτο ή αγανάκτηση· παράδειγμα η διήγηση στον Αλκίνοο, που συνοψίσθηκε προς την Πηνελόπη σε εξήντα στίχους· άλλα παραδείγματα είναι ο τρόπος με τον οποίο συνόψισε τα ποιήματα του επικού κύκλου ο Φάυλλος, και ο πρόλογος στον Οινέα. |