Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΞΕΝΟΦΩΝ
Κύρου Ἀνάβασις (7.7.20-7.7.32)
[7.7.20] Ἐντεῦθεν πέμπουσι Ξενοφῶντα καὶ σὺν αὐτῷ οἳ ἐδόκουν ἐπιτηδειότατοι εἶναι. ὁ δὲ ἐλθὼν λέγει πρὸς Σεύθην· Οὐδὲν ἀπαιτήσων, ὦ Σεύθη, πάρειμι, ἀλλὰ διδάξων, ἢν δύνωμαι, [7.7.21] ὡς οὐ δικαίως μοι ἠχθέσθης ὅτι ὑπὲρ τῶν στρατιωτῶν ἀπῄτουν σε προθύμως ἃ ὑπέσχου αὐτοῖς· σοὶ γὰρ ἔγωγε οὐχ ἧττον ἐνόμιζον σύμφορον εἶναι ἀποδοῦναι ἢ ἐκείνοις ἀπολαβεῖν. [7.7.22] πρῶτον μὲν γὰρ οἶδα μετὰ τοὺς θεοὺς εἰς τὸ φανερόν σε τούτους καταστήσαντας, ἐπεί γε βασιλέα σε ἐποίησαν πολλῆς χώρας καὶ πολλῶν ἀνθρώπων· ὥστε οὐχ οἷόν τέ σοι λανθάνειν οὔτε ἤν τι καλὸν οὔτε ἤν τι αἰσχρὸν ποιήσῃς. [7.7.23] τοιούτῳ δὲ ὄντι ἀνδρὶ μέγα μέν μοι ἐδόκει εἶναι μὴ δοκεῖν ἀχαρίστως ἀποπέμψασθαι ἄνδρας εὐεργέτας, μέγα δὲ εὖ ἀκούειν ὑπὸ ἑξακισχιλίων ἀνθρώπων, τὸ δὲ μέγιστον μηδαμῶς ἄπιστον σαυτὸν καταστῆσαι ὅ τι λέγοις. [7.7.24] ὁρῶ γὰρ τῶν μὲν ἀπίστων ματαίους καὶ ἀδυνάτους καὶ ἀτίμους τοὺς λόγους πλανωμένους· οἳ δ᾽ ἂν φανεροὶ ὦσιν ἀλήθειαν ἀσκοῦντες, τούτων οἱ λόγοι, ἤν τι δέωνται, οὐδὲν μεῖον δύνανται ἁνύσασθαι ἢ ἄλλων ἡ βία· ἤν τέ τινας σωφρονίζειν βούλωνται, γιγνώσκω τὰς τούτων ἀπειλὰς οὐχ ἧττον σωφρονιζούσας ἢ ἄλλων τὸ ἤδη κολάζειν· ἤν τέ τῴ τι ὑπισχνῶνται οἱ τοιοῦτοι ἄνδρες, οὐδὲν μεῖον διαπράττονται ἢ ἄλλοι παραχρῆμα διδόντες. |
[7.7.20] Τότε στέλνουν τον Ξενοφώντα και μαζί του όσους φαίνονταν πως είναι πιο επιδέξιοι για τέτοια δουλειά. Εκείνος πήγε κι είπε στο Σεύθη: «Δεν ήρθα, Σεύθη, για να σου ζητήσω κάτι, παρά για να σου δώσω να καταλάβεις, αν μπορώ, [7.7.21] πως άδικα οργίστηκες με μένα, επειδή σου ζητούσα επίμονα, για λογαριασμό των στρατιωτών, εκείνα που τους υποσχέθηκες. Αυτό το έκανα, γιατί είχα τη γνώμη πως είναι το ίδιο ωφέλιμο σε σένα να πληρώσεις το μισθό, και σε κείνους να τον πάρουν. [7.7.22] Γιατί, πρώτα πρώτα, ξέρω πως ύστερα από τους θεούς, αυτοί είναι εκείνοι που σε ανάδειξαν, αφού σ᾽ έκαμαν βασιλιά σε μεγάλη χώρα και σε πολλούς ανθρώπους. Έτσι δεν είναι δυνατό μια πράξη σου καλή ή κακή να μείνει κρυφή. [7.7.23] Έπειτα για σένα, που είσαι τόσο σπουδαίος άνθρωπος, νόμιζα πως είναι σημαντικό πράγμα να μη φανείς πως έδιωξες τους ευεργέτες σου με τόσο αχάριστο τρόπο. Σημαντικό είναι ακόμα να σε παινούν έξι χιλιάδες άνθρωποι. Μα το σημαντικότερο απ᾽ όλα είναι να έχουν οι άλλοι εμπιστοσύνη σ᾽ αυτά που υπόσχεσαι. [7.7.24] Γιατί βλέπω πως τα λόγια των αναξιόπιστων ανθρώπων γυρίζουν από δω κι από κει χωρίς σκοπό, χωρίς δύναμη και χωρίς υπόληψη. Ενώ τα λόγια εκείνων που είναι γνωστοί πως αγαπούν την αλήθεια, δεν μπορούν να καταφέρουν λιγότερα, σε ώρα ανάγκης, από ό,τι καταφέρνει η βία των άλλων. Κι αν θέλουν να βάλουν γνώση σε μερικούς, είμαι βέβαιος πως περισσότερο τόπο πιάνουν οι δικές τους φοβέρες, παρά οι τιμωρίες άλλων. Και αν αυτοί οι άνθρωποι τάζουν σε άλλους κάτι, δεν κατορθώνουν λιγότερα από κείνους που δίνουν αμέσως αυτό που υπόσχονται. |