ΠΑΡΡΗΣΙΑΔΗΣ [29] Δεν τις είπε όλες τις κατηγορίες εναντίον μου ο Διογένης, Φιλοσοφία, αλλά τις περισσότερες και όσες ήταν βαρύτερες δεν ξέρω τί έπαθε και τις παρέλειψε. Εγώ πάντως όχι μόνο δεν πρόκειται να αρνηθώ ότι τα είπα αυτά, ούτε άλλωστε ήρθα έχοντας προετοιμάσει κάποια απολογία, αλλά αντίθετα, ακόμη κι αν μερικά πράγματα είτε εκείνος τα αποσιώπησε είτε εγώ δεν πρόλαβα προηγουμένως να τα πω, τώρα νομίζω πως πρέπει να τα προσθέσω. Μόνο έτσι θα μπορέσεις να καταλάβεις ποιούς ακριβώς έφερνα για πούλημα και κακολογούσα, αποκαλώντας τους φαντασμένους και απατεώνες. Κι εσείς μόνο αυτό να εξετάζετε προσεκτικά, αν δηλαδή θα πω την αλήθεια γι᾽ αυτούς. Κι αν τυχόν ο λόγος μου φαίνεται να έχει κάτι το προσβλητικό ή το σκληρό, νομίζω πως θα είναι δικαιότερο να κατηγορήσετε όχι εμένα που αποκαλύπτω την πραγματικότητα, αλλά εκείνους που κάνουν τέτοιου είδους πράγματα. Εγώ λοιπόν, αμέσως μόλις κατάλαβα πόσα είναι τα αρνητικά προσόντα που απαιτείται να έχουν όσοι ασχολούνται με τη ρητορική, δηλαδή απάτη και ψέμα και θράσος και κραυγές και παραγκωνισμούς και χίλια δυο άλλα, αποφάσισα, όπως ήταν φυσικό, να ξεφύγω απ᾽ όλα αυτά, και αγκυροβολώντας στις δικές σου ομορφιές, Φιλοσοφία, είχα την επιθυμία να περάσω τη ζωή μου, όση τουλάχιστον μου απέμενε, κάτω από τη δική σου σκέπη, σαν να είχα μπει με το καράβι μου σε κάποιο ήσυχο λιμάνι, έπειτα από μια καταιγίδα και τρικυμία. [30] Τότε λοιπόν, και μόνο που έσκυψα να δω στην περιοχή σου, άρχισα να θαυμάζω και εσένα, όπως ήταν αναπόφευκτο, και όλους αυτούς, που ήταν νομοθέτες του άριστου βίου και άπλωναν χέρι βοήθειας σε όσους επιδίωκαν να φτάσουν σ᾽ αυτόν, δίνοντάς τους τις καλύτερες και τις χρησιμότερες συμβουλές, με την προϋπόθεση βέβαια ότι κάποιος δεν θα τις αθετούσε και δεν θα ταλαντευόταν, αλλά θα είχε σταθερά προσηλωμένο το βλέμμα του στους κανόνες που καθορίσατε, και με βάση αυτούς θα ρύθμιζε και θα κανόνιζε τη ζωή του, πράγμα που, μά τον Δία, λίγοι και από τους συγχρόνους μας το κάνουν. [31] Έβλεπα λοιπόν πολλούς να μην είναι προσκολλημένοι στη φιλοσοφία από έρωτα, αλλά να επιθυμούν μόνο τη δόξα που προέρχεται απ᾽ αυτήν, και σ᾽ αυτά που είναι κοινότοπα και εμφανή, και σε όσα είναι εύκολο να μιμηθεί ο οποιοσδήποτε —εννοώ τη γενειάδα και το βάδισμα και το ντύσιμο— να μοιάζουν πάρα πολύ με ενάρετους ανθρώπους, στη ζωή τους όμως και στην καθημερινή πραγματικότητα να διακηρύττουν τα αντίθετα απ᾽ ό,τι η εμφάνισή τους και να συμπεριφέρονται αντίθετα με τη διδασκαλία σας, αφανίζοντας έτσι το κύρος των αρχών που διακηρύξατε. Εξοργιζόμουν λοιπόν, και η υπόθεση μού φαινόταν όμοια με την περίπτωση κατά την οποία κάποιος ηθοποιός τραγωδίας, που είναι ο ίδιος μαλθακός και θηλυπρεπής, υποδύεται τον Αχιλλέα ή τον Θησέα ή ακόμη και τον ίδιο τον Ηρακλή, χωρίς ούτε να βαδίζει ούτε να κραυγάζει με τρόπο ηρωικό, αλλά χαϊδεύεται κάτω από ένα τόσο επιβλητικό προσωπείο, έτσι που ούτε καν η Ελένη ή η Πολυξένη δεν θα μπορούσαν ποτέ να τον ανεχτούν να τις μοιάζει τόσο υπερβολικά, και φυσικά πολύ περισσότερο ο Ηρακλής ο Καλλίνικος, που, κατά τη γνώμη μου, θα τον χτυπούσε αμέσως τον ηθοποιό με το ρόπαλο και θα τον τσάκιζε, και τον ίδιο και το προσωπείο, επειδή τόλμησε να τον παρουσιάσει με τέτοια ατιμωτική θηλυπρέπεια. [32] Καθώς λοιπόν κι εγώ ο ίδιος σάς έβλεπα να εξευτελίζεστε με τέτοιον τρόπο από κείνους, δεν άντεξα την ντροπή αυτής της παράστασης. Ενώ δηλαδή ήταν πίθηκοι, τόλμησαν να φορέσουν προσωπεία ηρώων ή να μιμηθούν εκείνον τον γάιδαρο στην Κύμη, που σκεπάστηκε με δέρμα λιονταριού και ήθελε να παριστάνει ο ίδιος το λιοντάρι, γκαρίζοντας πολύ άγρια και εντυπωσιακά μπροστά στους ανίδεους Κυμαίους, ώσπου κάποιος ξένος, που είχε δει πολλές φορές και λιοντάρι και γάιδαρο, φανέρωσε την πραγματικότητα και τον έδιωξε χτυπώντας τον με ξύλα. Κι αυτό που μου φαινότανε το πιο φοβερό, Φιλοσοφία, ήταν το εξής: Οι άνθρωποι, αν έβλεπαν κάποιον απ᾽ αυτούς να συμπεριφέρεται με κακοήθεια ή με απρέπεια ή με προστυχιά, κατηγορούσαν όλοι τους την ίδια τη Φιλοσοφία και κατευθείαν τον Χρύσιππο ή τον Πλάτωνα ή τον Πυθαγόρα ή οποιονδήποτε άλλον του οποίου το όνομα επικαλούνταν εκείνος ο αδιάντροπος, προσπαθώντας να μιμηθεί και τα λόγια του. Και από το άτομο αυτό, που ζούσε με κακοήθεια, έβγαζαν αρνητικά συμπεράσματα για σας, που είχατε πεθάνει προ πολλού. Δεν ζούσατε λοιπόν για να συγκριθεί μ᾽ εσάς, αλλά από τη μια εσείς απουσιάζατε, κι από την άλλη έβλεπαν όλοι ξεκάθαρα εκείνον να συμπεριφέρεται με τρόπο απαράδεκτο και άσεμνο, με αποτέλεσμα να καταδικάζεστε απόντες μαζί μ᾽ αυτόν και να εμπλέκεστε άδικα στο ίδιο κατηγορητήριο.
|