Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΞΕΝΟΦΩΝ
Κύρου Ἀνάβασις (2.5.16-2.5.30)
[2.5.16] Ἀλλ᾽ ἥδομαι μέν, ὦ Κλέαρχε, ἀκούων σου φρονίμους λόγους· ταῦτα γὰρ γιγνώσκων εἴ τι ἐμοὶ κακὸν βουλεύοις, ἅμα ἄν μοι δοκεῖς καὶ σαυτῷ κακόνους εἶναι. ὡς δ᾽ ἂν μάθῃς ὅτι οὐδ᾽ ἂν ὑμεῖς δικαίως οὔτε βασιλεῖ οὔτ᾽ ἐμοὶ ἀπιστοίητε, ἀντάκουσον. [2.5.17] εἰ γὰρ ὑμᾶς ἐβουλόμεθα ἀπολέσαι, πότερά σοι δοκοῦμεν ἱππέων πλήθους ἀπορεῖν ἢ πεζῶν ἢ ὁπλίσεως ἐν ᾗ ὑμᾶς μὲν βλάπτειν ἱκανοὶ εἴημεν ἄν, ἀντιπάσχειν δὲ οὐδεὶς κίνδυνος; [2.5.18] ἀλλὰ χωρίων ἐπιτηδείων ὑμῖν ἐπιτίθεσθαι ἀπορεῖν ἄν σοι δοκοῦμεν; οὐ τοσαῦτα μὲν πεδία ἃ ὑμεῖς φίλια ὄντα σὺν πολλῷ πόνῳ διαπορεύεσθε, τοσαῦτα δὲ ὄρη ὁρᾶτε ὑμῖν ὄντα πορευτέα, ἃ ἡμῖν ἔξεστι προκαταλαβοῦσιν ἄπορα ὑμῖν παρέχειν, τοσοῦτοι δ᾽ εἰσὶ ποταμοὶ ἐφ᾽ ὧν ἔξεστιν ἡμῖν ταμιεύεσθαι ὁπόσοις ἂν ὑμῶν βουλώμεθα μάχεσθαι; εἰσὶ δ᾽ αὐτῶν οὓς οὐδ᾽ ἂν παντάπασι διαβαίητε, εἰ μὴ ἡμεῖς ὑμᾶς διαπορεύοιμεν. [2.5.19] εἰ δ᾽ ἐν πᾶσι τούτοις ἡττῴμεθα, ἀλλὰ τό γέ τοι πῦρ κρεῖττον τοῦ καρποῦ ἐστιν· ὃν ἡμεῖς δυναίμεθ᾽ ἂν κατακαύσαντες λιμὸν ὑμῖν ἀντιτάξαι, ᾧ ὑμεῖς οὐδ᾽ εἰ πάνυ ἀγαθοὶ εἴητε μάχεσθαι ἂν δύναισθε. [2.5.20] πῶς ἂν οὖν ἔχοντες τοσούτους πόρους πρὸς τὸ ὑμῖν πολεμεῖν, καὶ τούτων μηδένα ἡμῖν ἐπικίνδυνον, ἔπειτα ἐκ τούτων πάντων τοῦτον ἂν τὸν τρόπον ἐξελοίμεθα ὃς μόνος μὲν πρὸς θεῶν ἀσεβής, μόνος δὲ πρὸς ἀνθρώπων αἰσχρός; [2.5.21] παντάπασι δὲ ἀπόρων ἐστὶ καὶ ἀμηχάνων καὶ ἐν ἀνάγκῃ ἐχομένων, καὶ τούτων πονηρῶν, οἵτινες ἐθέλουσι δι᾽ ἐπιορκίας τε πρὸς θεοὺς καὶ ἀπιστίας πρὸς ἀνθρώπους πράττειν τι. οὐχ οὕτως ἡμεῖς, ὦ Κλέαρχε, οὔτε ἀλόγιστοι οὔτε ἠλίθιοί ἐσμεν. [2.5.22] ἀλλὰ τί δὴ ὑμᾶς ἐξὸν ἀπολέσαι οὐκ ἐπὶ τοῦτο ἤλθομεν; εὖ ἴσθι ὅτι ὁ ἐμὸς ἔρως τούτου αἴτιος τὸ τοῖς Ἕλλησιν ἐμὲ πιστὸν γενέσθαι, καὶ ᾧ Κῦρος ἀνέβη ξενικῷ διὰ μισθοδοσίας πιστεύων τούτῳ ἐμὲ καταβῆναι δι᾽ εὐεργεσίαν ἰσχυρόν. [2.5.23] ὅσα δ᾽ ἐμοὶ χρήσιμοι ὑμεῖς ἐστε τὰ μὲν καὶ σὺ εἶπας, τὸ δὲ μέγιστον ἐγὼ οἶδα· τὴν μὲν γὰρ ἐπὶ τῇ κεφαλῇ τιάραν βασιλεῖ μόνῳ ἔξεστιν ὀρθὴν ἔχειν, τὴν δ᾽ ἐπὶ τῇ καρδίᾳ ἴσως ἂν ὑμῶν παρόντων καὶ ἕτερος εὐπετῶς ἔχοι. |
[2.5.16] «Με μεγάλη χαρά, Κλέαρχε, ακούω φρόνιμα λόγια από το στόμα σου. Αφού έχεις τέτοιες γνώμες, αν σκεφτόσουν κακό για μένα, μου φαίνεται πως θα ήθελες και του εαυτού σου κακό. Μα για να καταλάβεις πως κι εσείς άδικα δεν θα είχατε εμπιστοσύνη στο βασιλιά είτε σε μένα, άκουσε και τα δικά μου. [2.5.17] Αν θέλαμε να σας καταστρέψουμε, νομίζεις πως δεν έχουμε αρκετό ιππικό ή πεζικό ή όπλα, που με αυτά θα ήμασταν ικανοί να σας κάμουμε κακό, χωρίς να υπάρχει κανένας κίνδυνος να πάθουμε εμείς; [2.5.18] Μήπως σου φαίνεται πως μας λείπουν κατάλληλες θέσεις για να σας επιτεθούμε; Δεν υπάρχουν τόσοι κάμποι που τους περνάτε με μεγάλο κόπο, παρόλο που σας φέρνονται φιλικά οι κάτοικοί τους; Δεν βλέπετε πως υπάρχουν τόσα βουνά που πρέπει να τα περάσετε και πως μπορούμε εμείς να τα καταλάβουμε πρώτοι και να σας τα κάμουμε απέραστα; Πως υπάρχουν τόσοι ποταμοί, όπου μας είναι δυνατό να σας χωρίζουμε κι έτσι χωρισμένους να σας πολεμούμε; Μερικούς μάλιστα δεν θα μπορούσατε με κανένα τρόπο να τους περάσετε, αν εμείς δεν σας μεταφέρναμε απέναντι. [2.5.19] Μα κι αν βγαίνατε νικητές σε όλα αυτά τα εμπόδια, όμως η φωτιά είναι πιο δυνατή από τους καρπούς. Αυτούς θα μπορούσαμε να τους κάψουμε ολότελα και να σας βάλουμε αντίπαλο την υπερβολική πείνα, που μαζί της θα σας ήταν αδύνατο να τα βγάλετε πέρα, κι αν ακόμα είχατε μεγάλη παλικαριά. [2.5.20] Αφού λοιπόν έχουμε τόσα μέσα να σας πολεμήσουμε, που κανένα δεν θα έφερνε κίνδυνο σε μας, πώς απ᾽ όλα τούτα θα διαλέγαμε το μοναδικό τρόπο που δείχνει ασέβεια στους θεούς, το μόνο που φέρνει ντροπή στους ανθρώπους; [2.5.21] Το να θέλουν να πετύχουν κάτι με ψεύτικους όρκους στους θεούς και με ανειλικρίνεια στους ανθρώπους, αυτό είναι χαρακτηριστικό εκείνων που δεν έχουν καθόλου μέσα και βρίσκονται σε μεγάλες δυσκολίες και πιέζονται από την ανάγκη και που είναι, πάνω απ᾽ όλα, άνθρωποι κακοί. Εμείς, Κλέαρχε, δεν είμαστε ούτε τόσο ασυλλόγιστοι ούτε τόσο ανόητοι. [2.5.22] Για ποιόν λόγο, λοιπόν, αφού μπορούμε να σας καταστρέψουμε, δεν το κάναμε; Να ξέρεις καλά ότι αιτία ήταν η επιθυμία μου να αποκτήσω την εμπιστοσύνη των Ελλήνων. Ήθελα, με τους μισθοφόρους που χρησιμοποίησε ο Κύρος στην εκστρατεία του και τους εμπιστευόταν επειδή τους πλήρωνε, μ᾽ αυτούς εγώ να επιστρέψω, έχοντας κερδίσει δύναμη, επειδή θα τους ευεργετούσα. [2.5.23] Από τις ωφέλειες που μου προσφέρετε, μερικές τις είπες και συ πρωτύτερα, την πιο σημαντική όμως εγώ την ξέρω. Την τιάρα δηλαδή που βάζουν στο κεφάλι, μονάχα ο βασιλιάς επιτρέπεται να τη φορεί όρθια, ενώ την τιάρα της καρδιάς ίσως θα μπορούσε κι άλλος εύκολα να τη φορεί όρθια, όταν έχει εσάς κοντά του». |