Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Ρητορική (1408a-1408b)
[VII] Τὸ δὲ πρέπον ἕξει ἡ λέξις, ἐὰν ᾖ παθητική τε καὶ ἠθικὴ καὶ τοῖς ὑποκειμένοις πράγμασιν ἀνάλογον. τὸ δ᾽ ἀνάλογόν ἐστιν ἐὰν μήτε περὶ εὐόγκων αὐτοκαβδάλως λέγηται μήτε περὶ εὐτελῶν σεμνῶς, μηδ᾽ ἐπὶ τῷ εὐτελεῖ ὀνόματι ἐπῇ κόσμος· εἰ δὲ μή, κωμῳδία φαίνεται, οἷον ποιεῖ Κλεοφῶν· ὁμοίως γὰρ ἔνια ἔλεγε καὶ εἰ εἴπειεν [ἂν] «πότνια συκῆ». παθητικὴ δέ, ἐὰν μὲν ᾖ ὕβρις, ὀργιζομένου λέξις, ἐὰν δὲ ἀσεβῆ καὶ αἰσχρά, δυσχεραίνοντος καὶ εὐλαβουμένου καὶ λέγειν, ἐὰν δὲ ἐπαινετά, ἀγαμένως, ἐὰν δὲ ἐλεεινά, ταπεινῶς, καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων δὲ ὁμοίως. πιθανοῖ δὲ τὸ πρᾶγμα καὶ ἡ οἰκεία λέξις· παραλογίζεταί τε γὰρ ἡ ψυχὴ ὡς ἀληθῶς λέγοντος, ὅτι ἐπὶ τοῖς τοιούτοις οὕτως ἔχουσιν, ὥστ᾽ οἴονται, εἰ καὶ μὴ οὕτως ἔχει ὡς ‹λέγει› ὁ λέγων, τὰ πράγματα οὕτως ἔχειν, καὶ συνομοπαθεῖ ὁ ἀκούων ἀεὶ τῷ παθητικῶς λέγοντι, κἂν μηθὲν λέγῃ. διὸ πολλοὶ καταπλήττουσι τοὺς ἀκροατὰς θορυβοῦντες. καὶ ἠθικὴ δὲ αὕτη ἡ ἐκ τῶν σημείων δεῖξις, ὅτε ἀκολουθεῖ ἡ ἁρμόττουσα ἑκάστῳ γένει καὶ ἕξει. λέγω δὲ γένος μὲν καθ᾽ ἡλικίαν, οἷον παῖς ἢ ἀνὴρ ἢ γέρων, καὶ γυνὴ ἢ ἀνήρ, καὶ Λάκων ἢ Θετταλός, ἕξεις δέ, καθ᾽ ἃς ποιός τις τῷ βίῳ· οὐ γὰρ καθ᾽ ἅπασαν ἕξιν οἱ βίοι ποιοί τινες. ἐὰν οὖν καὶ τὰ ὀνόματα οἰκεῖα λέγῃ τῇ ἕξει, ποιήσει τὸ ἦθος· οὐ γὰρ ταὐτὰ οὐδ᾽ ὡσαύτως ἀγροῖκος ἂν καὶ πεπαιδευμένος εἴπειεν. πάσχουσι δέ τι οἱ ἀκροαταὶ καὶ ᾧ κατακόρως χρῶνται οἱ λογογράφοι, «τίς δ᾽ οὐκ οἶδεν;», «ἅπαντες ἴσασιν»· ὁμολογεῖ γὰρ ὁ ἀκούων αἰσχυνόμενος, ὅπως μετέχῃ οὗπερ καὶ οἱ ἄλλοι πάντες. |
[7] Το ύφος θα είναι το πρέπον, αν πετυχαίνει να εκφράζει τα πάθη και τους χαρακτήρες και αν είναι ανάλογο προς το προκείμενο θέμα. «Ανάλογο» θα πει οι σπουδαίες υποθέσεις να μη συζητιούνται με πρόχειρους αυτοσχεδιασμούς και τα ασήμαντα πράγματα να μη συζητιούνται με σοβαρότητα και επισημότητα· επίσης, στις απλές καθημερινές λέξεις να μη προσδίδονται στολιστικά επίθετα, γιατί αλλιώς το αποτέλεσμα μοιάζει με κωμωδία — περίπτωση Κλεοφώντα, που μερικές φορές χρησιμοποιούσε εκφράσεις του τύπου «αξιοσέβαστη δέσποινα συκιά». Πετυχημένα εκφράζονται τα πάθη, αν, σε περίπτωση προσβολής, ο λόγος έχει τα χαρακτηριστικά του λόγου ενός οργισμένου ανθρώπου· ή, σε περίπτωση ασεβών και αισχρών πραγμάτων, τα χαρακτηριστικά του λόγου ενός αγανακτισμένου ανθρώπου που διστάζει ακόμη και να μιλήσει γι᾽ αυτά· ή, σε περίπτωση αξιέπαινων πραγμάτων, τα χαρακτηριστικά του λόγου ενός ανθρώπου που μιλάει με θαυμασμό· ή, σε περίπτωση πραγμάτων που προκαλούν τον οίκτο, τα χαρακτηριστικά του λόγου ενός ανθρώπου που μιλάει σε χαμηλό τόνο, κοκ. Πιστευτό κάνει, επίσης, το πράγμα ένας λόγος που χρησιμοποιεί τις λέξεις στη συνηθισμένη σημασία τους. Ο λόγος είναι ότι η ψυχή του ακροατή παρασύρεται, ώστε να πιστέψει ότι ο άνθρωπος που μιλάει λέει την αλήθεια, και αυτό γιατί όλοι οι άνθρωποι αισθάνονται ίδια κάτω από τις ίδιες συνθήκες, με αποτέλεσμα, ακόμη και αν τα πράγματα δεν έχουν έτσι όπως τα λέει ο ομιλητής, αυτοί να πιστεύουν ότι έχουν έτσι. Βιώνει λοιπόν πάντοτε ο ακροατής τα ίδια πάθη με τον γεμάτο πάθος ομιλητή, έστω και αν αυτός δεν λέει τίποτε το ουσιαστικό. Αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί ρήτορες συνταράζουν τους ακροατές τους απλώς θορυβώντας. |