Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ

Περὶ τοῦ στεφάνου (18) (42-52)


Ἐπειδὴ γὰρ ἐξηπάτησθε μὲν ὑμεῖς ὑπὸ τοῦ Φιλίππου διὰ τούτων τῶν ἐν ταῖς πρεσβείαις μισθωσάντων ἑαυτοὺς καὶ οὐδὲν ἀληθὲς ὑμῖν ἀπαγγειλάντων, ἐξηπάτηντο δ᾽ οἱ ταλαίπωροι Φωκεῖς καὶ ἀνῄρηνθ᾽ αἱ πόλεις αὐτῶν, τί ἐγένετο; [43] οἱ μὲν κατάπτυστοι Θετταλοὶ καὶ ἀναίσθητοι Θηβαῖοι φίλον, εὐεργέτην, σωτῆρα τὸν Φίλιππον ἡγοῦντο· πάντ᾽ ἐκεῖνος ἦν αὐτοῖς· οὐδὲ φωνὴν ἤκουον εἴ τις ἄλλο τι βούλοιτο λέγειν. ὑμεῖς δ᾽ ὑφορώμενοι τὰ πεπραγμένα καὶ δυσχεραίνοντες ἤγετε τὴν εἰρήνην ὅμως· οὐ γὰρ ἦν ὅ τι ἂν ἐποιεῖτε. καὶ οἱ ἄλλοι δ᾽ Ἕλληνες, ὁμοίως ὑμῖν πεφενακισμένοι καὶ διημαρτηκότες ὧν ἤλπισαν, ἦγον τὴν εἰρήνην ἄσμενοι, καὶ αὐτοὶ τρόπον τιν᾽ ἐκ πολλοῦ πολεμούμενοι. [44] ὅτε γὰρ περιιὼν Φίλιππος Ἰλλυριοὺς καὶ Τριβαλλούς, τινὰς δὲ καὶ τῶν Ἑλλήνων κατεστρέφετο, καὶ δυνάμεις πολλὰς καὶ μεγάλας ἐποιεῖθ᾽ ὑφ᾽ ἑαυτῷ, καί τινες τῶν ἐκ τῶν πόλεων ἐπὶ τῇ τῆς εἰρήνης ἐξουσίᾳ βαδίζοντες ἐκεῖσε διεφθείροντο, ὧν εἷς οὗτος ἦν, τότε πάντες ἐφ᾽ οὓς ταῦτα παρεσκευάζετ᾽ ἐκεῖνος ἐπολεμοῦντο. εἰ δὲ μὴ ᾐσθάνοντο, ἕτερος λόγος οὗτος, οὐ πρὸς ἐμέ. [45] ἐγὼ μὲν γὰρ προὔλεγον καὶ διεμαρτυρόμην καὶ παρ᾽ ὑμῖν ἀεὶ καὶ ὅποι πεμφθείην· αἱ δὲ πόλεις ἐνόσουν, τῶν μὲν ἐν τῷ πολιτεύεσθαι καὶ πράττειν δωροδοκούντων καὶ διαφθειρομένων ἐπὶ χρήμασι, τῶν δ᾽ ἰδιωτῶν καὶ πολλῶν τὰ μὲν οὐ προορωμένων, τὰ δὲ τῇ καθ᾽ ἡμέραν ῥᾳστώνῃ καὶ σχολῇ δελεαζομένων, καὶ τοιουτονί τι πάθος πεπονθότων ἁπάντων, πλὴν οὐκ ἐφ᾽ ἑαυτοὺς ἑκάστων οἰομένων τὸ δεινὸν ἥξειν καὶ διὰ τῶν ἑτέρων κινδύνων τὰ ἑαυτῶν ἀσφαλῶς σχήσειν ὅταν βούλωνται. [46] εἶτ᾽, οἶμαι, συμβέβηκε τοῖς μὲν πλήθεσιν ἀντὶ τῆς πολλῆς καὶ ἀκαίρου ῥᾳθυμίας τὴν ἐλευθερίαν ἀπολωλεκέναι, τοῖς δὲ προεστηκόσι καὶ τἄλλα πλὴν ἑαυτοὺς οἰομένοις πωλεῖν πρώτους ἑαυτοὺς πεπρακόσιν αἰσθέσθαι· ἀντὶ γὰρ φίλων καὶ ξένων ἃ τότ᾽ ὠνομάζοντο ἡνίκ᾽ ἐδωροδόκουν, νῦν κόλακες καὶ θεοῖς ἐχθροὶ καὶ τἄλλ᾽ ἃ προσήκει πάντ᾽ ἀκούουσιν. [47] οὐδεὶς γάρ, ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὸ τοῦ προδιδόντος συμφέρον ζητῶν χρήματ᾽ ἀναλίσκει, οὐδ᾽ ἐπειδὰν ὧν ἂν πρίηται κύριος γένηται τῷ προδότῃ συμβούλῳ περὶ τῶν λοιπῶν ἔτι χρῆται· οὐδὲν γὰρ ἂν ἦν εὐδαιμονέστερον προδότου. ἀλλ᾽ οὐκ ἔστι ταῦτα· πόθεν; πολλοῦ γε καὶ δεῖ. ἀλλ᾽ ἐπειδὰν τῶν πραγμάτων ἐγκρατὴς ὁ ζητῶν ἄρχειν καταστῇ, καὶ τῶν ταῦτ᾽ ἀποδομένων δεσπότης ἐστί, τὴν δὲ πονηρίαν εἰδὼς τότε δή, τότε καὶ μισεῖ καὶ ἀπιστεῖ καὶ προπηλακίζει. [48] σκοπεῖτε δέ· καὶ γὰρ εἰ παρελήλυθ᾽ ὁ τῶν πραγμάτων καιρός, ὁ τοῦ γ᾽ εἰδέναι τὰ τοιαῦτα καιρὸς ἀεὶ πάρεστι τοῖς εὖ φρονοῦσι. μέχρι τούτου Λασθένης φίλος ὠνομάζετο, ἕως προὔδωκεν Ὄλυνθον· μέχρι τούτου Τιμόλαος, ἕως ἀπώλεσε Θήβας· μέχρι τούτου Εὔδικος καὶ Σῖμος ὁ Λαρισαῖος, ἕως Θετταλίαν ὑπὸ Φιλίππῳ ἐποίησαν. εἶτ᾽ ἐλαυνομένων καὶ ὑβριζομένων καὶ τί κακὸν οὐχὶ πασχόντων πᾶσ᾽ ἡ οἰκουμένη μεστὴ γέγονεν. τί δ᾽ Ἀρίστρατος ἐν Σικυῶνι, καὶ τί Πέριλλος ἐν Μεγάροις; οὐκ ἀπερριμμένοι; [49] ἐξ ὧν καὶ σαφέστατ᾽ ἄν τις ἴδοι ὅτι ὁ μάλιστα φυλάττων τὴν αὑτοῦ πατρίδα καὶ πλεῖστ᾽ ἀντιλέγων τούτοις, οὗτος ὑμῖν, Αἰσχίνη, τοῖς προδιδοῦσι καὶ μισθαρνοῦσιν τὸ ἔχειν ἐφ᾽ ὅτῳ δωροδοκήσετε περιποιεῖ, καὶ διὰ τοὺς πολλοὺς τουτωνὶ καὶ τοὺς ἀνθισταμένους τοῖς ὑμετέροις βουλήμασιν ὑμεῖς ἐστὲ σῷοι καὶ ἔμμισθοι, ἐπεὶ διά γ᾽ ὑμᾶς αὐτοὺς πάλαι ἂν ἀπωλώλειτε.
[50] Καὶ περὶ μὲν τῶν τότε πραχθέντων ἔχων ἔτι πολλὰ λέγειν, καὶ ταῦθ᾽ ἡγοῦμαι πλείω τῶν ἱκανῶν εἰρῆσθαι. αἴτιος δ᾽ οὗτος, ὥσπερ ἑωλοκρασίαν τινά μου τῆς πονηρίας τῆς ἑαυτοῦ καὶ τῶν ἀδικημάτων κατασκεδάσας, ἣν ἀναγκαῖον ἦν πρὸς τοὺς νεωτέρους τῶν πεπραγμένων ἀπολύσασθαι. παρηνώχλησθε δ᾽ ἴσως οἱ καὶ πρὶν ἔμ᾽ εἰπεῖν ὁτιοῦν εἰδότες τὴν τούτου τότε μισθαρνίαν. [51] καίτοι φιλίαν γε καὶ ξενίαν αὐτὴν ὀνομάζει, καὶ νῦν εἶπέ που λέγων «ὁ τὴν Ἀλεξάνδρου ξενίαν ὀνειδίζων ἐμοί». ἐγώ σοι ξενίαν Ἀλεξάνδρου; πόθεν λαβόντι ἢ πῶς ἀξιωθέντι; οὔτε Φιλίππου ξένον οὔτ᾽ Ἀλεξάνδρου φίλον εἴποιμ᾽ ἂν ἐγώ σε, οὐχ οὕτω μαίνομαι, εἰ μὴ καὶ τοὺς θεριστὰς καὶ τοὺς ἄλλο τι μισθοῦ πράττοντας φίλους καὶ ξένους δεῖ καλεῖν τῶν μισθωσαμένων. [52] [ἀλλ᾽ οὐκ ἔστι ταῦτα· πόθεν; πολλοῦ γε καὶ δεῖ.] ἀλλὰ μισθωτὸν ἐγώ σε Φιλίππου πρότερον καὶ νῦν Ἀλεξάνδρου καλῶ, καὶ οὗτοι πάντες. εἰ δ᾽ ἀπιστεῖς, ἐρώτησον αὐτούς, μᾶλλον δ᾽ ἐγὼ τοῦθ᾽ ὑπὲρ σοῦ ποιήσω. πότερον ὑμῖν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, δοκεῖ μισθωτὸς Αἰσχίνης ἢ ξένος εἶναι Ἀλεξάνδρου; ἀκούεις ἃ λέγουσιν.


Όταν λοιπόν εξαπατηθήκατε εσείς από τον Φίλιππο μέσω αυτών των ανθρώπων που στη διάρκεια των διπλωματικών αποστολών έγιναν μίσθαρνα όργανα του Φιλίππου και που κατά την επιστροφή τους δεν έφεραν σε σας καμιά αληθινή είδηση, είχαν εξαπατηθεί επίσης οι ταλαίπωροι Φωκείς και είχαν ισοπεδωθεί οι πόλεις τους, τί συνέβη; [43] Οι κατάπτυστοι Θεσσαλοί και οι αναίσθητοι Θηβαίοι θεωρούσαν τον Φίλιππο φίλο, ευεργέτη και σωτήρα τους· εκείνος ήταν το παν γι᾽ αυτούς· ούτε λέξη ήθελαν να ακούσουν αν κάποιος επιθυμούσε να τους πει κάτι άσχημο γι᾽ αυτόν. Εσείς, παρόλο που βλέπατε με κάποια καθυποψία τα γεγονότα και δυσανασχετούσατε, ωστόσο διατηρούσατε την ειρήνη, γιατί δεν μπορούσατε να κάνετε τίποτε. Αλλά και οι άλλοι Έλληνες, αν και είχαν εξαπατηθεί κατά τον ίδιο τρόπο με σας και είχαν πέσει έξω στις προσδοκίες τους, παρ᾽ όλα αυτά διατηρούσαν την ειρήνη και ήταν και ευχαριστημένοι, μολονότι και εναντίον αυτών κατά μία έννοια ο Φίλιππος είχε κηρύξει εδώ και πολύν καιρό πόλεμο. [44] Γιατί, όταν ο Φίλιππος μετακινούμενος εδώ και εκεί υποδούλωνε τους Ιλλυριούς και Τριβαλλούς και μάλιστα και κάποιους από τους Έλληνες, όταν έθετε υπό τον έλεγχό του πολλές και μεγάλες δυνάμεις, όταν κάποιοι, επωφελούμενοι από την ελευθερία κινήσεων που τους έδινε η ειρήνη, έφευγαν από τις πόλεις τους και πηγαίνοντας στη Μακεδονία πουλούσαν τη συνείδησή τους στον Φίλιππο —ένας από τους οποίους ήταν και ο Αισχίνης—, τότε δέχονταν επίθεση όλοι αυτοί εναντίον των οποίων έκανε ο Φίλιππος τις κινήσεις αυτές. Αν όμως αυτοί δεν το καταλάβαιναν, αυτό είναι άλλο ζήτημα, δεν με αφορά. [45] Εγώ όμως τα προέβλεπα αυτά και διαμαρτυρόμουν πάντοτε τόσο εδώ ενώπιόν σας όσο και όπου αλλού πήγαινα ως πρεσβευτής. Οι πόλεις όμως περνούσαν ηθική κρίση. Αυτοί που ασκούσαν την πολιτική και είχαν τη διαχείριση των δημοσίων υποθέσεων δωροδοκούνταν και εξαγοράζονταν για το χρήμα· οι απλοί πολίτες και ο πολύς λαός, άλλοτε δεν μπορούσαν να προβλέψουν τίποτε, άλλοτε δελεάζονταν από την καθημερινή ραστώνη και την άνετη ζωή· όλοι γενικά είχαν πάθει κάτι τέτοιο: πίστευαν ο καθένας τους ότι το κακό δεν θα έφτανε και στους ίδιους και ότι χάρη στους κινδύνους των άλλων θα εξασφάλιζαν τα δικά τους πράγματα, όταν θα το ήθελαν. [46] Το αποτέλεσμα, κατά τη γνώμη μου, ήταν από τη μια για τον λαό να χάσει την ελευθερία του, επειδή προτίμησε την υπερβολική και άκαιρη ραθυμία, από την άλλη για τους ιθύνοντες, που φαντάζονταν ότι πουλούσαν όλα τα άλλα εκτός από τον εαυτό τους, να αντιληφθούν ότι το πρώτο πράγμα που είχαν πουλήσει ήταν ο εαυτός τους. Γιατί αντί για φίλοι και φιλοξενούμενοι που ονομάζονταν τότε που δωροδοκούνταν, αποκαλούνται τώρα κόλακες, εχθροί των θεών, και με όλα τα άλλα γενικά ταιριαστά ονόματα. [47] Γιατί κανένας, Αθηναίοι, δεν ξοδεύει χρήματα επιδιώκοντας το συμφέρον του προδότη, ούτε, όταν γίνει κύριος όσων αγόρασε, χρησιμοποιεί πια τον προδότη ως σύμβουλό του για τα υπόλοιπα. Γιατί αλλιώς κανένας δεν θα ήταν πιο ευτυχισμένος από τον προδότη· μα δεν είναι έτσι· από πού και ώς πού· κάθε άλλο μάλιστα. Αλλά, όταν αυτός που επιδιώκει την εξουσία πάρει υπό τον έλεγχό του την κατάσταση, γίνεται κύριος και αυτών που του την πούλησαν, και καθώς γνωρίζει καλά την κακοήθειά τους, τότε ακριβώς, ναι τότε, και τους μισεί και δυσπιστεί σ᾽ αυτούς και τους προπηλακίζει. [48] Αν και έχει παρέλθει η κατάλληλη στιγμή να διορθώσουμε τα πράγματα, υπάρχει τουλάχιστον πάντοτε ο κατάλληλος καιρός να συνειδητοποιούν οι μυαλωμένοι παρόμοιες καταστάσεις. Προσέξτε τις εξής περιπτώσεις· ο Λασθένης αποκαλούνταν φίλος από τον Φίλιππο ώς τη στιγμή που του παρέδωσε με προδοσία την Όλυνθο· ο Τιμόλαος ώς τη στιγμή που κατέστρεψε τη Θήβα· ο Εύδικος και ο Σίμος ο Λαρισαίος ώς τη στιγμή που υποδούλωσαν τη Θεσσαλία στον Φίλιππο. Έκτοτε έχει γεμίσει όλος ο κόσμος από εξόριστους, προπηλακισμένους και από ανθρώπους που έχουν δεχτεί κάθε ατίμωση. Ποιά τύχη είχε ο Αρίστρατος στη Σικυώνα; Ποιά ο Πέριλλος στα Μέγαρα; Δεν τους έχουν θέσει στο περιθώριο;
[49] Από αυτά τα παραδείγματα θα μπορούσε να δει κανείς ολοκάθαρα ότι όποιος προστατεύει με όλα τα μέσα την πατρίδα του και αντιδρά σθεναρά σ᾽ αυτούς τους προδότες, αυτός είναι, Αισχίνη, που εξασφαλίζει σε σας τους προδότες και τα μίσθαρνα όργανα του Φιλίππου ώστε να έχετε το αντάλλαγμα για τη δωροδοκία σας. Έτσι, χάρη στους πολλούς αυτούς πατριώτες και σε εκείνους που εναντιώνονται στα σχέδιά σας είστε εσείς σώοι και παίρνετε ακόμη τον μισθό σας γιατί, όσο εξαρτάται τουλάχιστον από σας τους ίδιους, θα είχατε εξαφανιστεί προ πολλού.
[50] Αν και έχω να πω πολλά ακόμη γι᾽ αυτά που έγιναν τότε, ωστόσο νομίζω ότι και αυτά που είπα είναι περισσότερα από αρκετά. Αίτιος είναι αυτός που φτιάχνοντας ένα μείγμα από την κακοήθεια και τα αδικήματά του με περιέλουσε σαν με κατακάθια κρασιού· αυτό εγώ ήταν απαραίτητο να αποπλύνω μπροστά σ᾽ εκείνους που ήταν νέοι όταν έγιναν αυτά.
Εσείς που, πριν πω εγώ οτιδήποτε, γνωρίζατε ότι τότε αυτός ήταν μίσθαρνο όργανο του Φιλίππου, ίσως ενοχληθήκατε. [51] Και όμως, αυτός τουλάχιστον ονομάζει αυτό φιλία και δεσμό φιλοξενίας. Και τώρα είπε κάπου στον λόγο του «αυτός που με χλευάζει για τη φιλία μου με τον Αλέξανδρο». Εγώ να σε χλευάσω για τη φιλία σου με τον Αλέξανδρο; Από πού την κέρδισες ή πώς θεωρήθηκες άξιος γι᾽ αυτήν; Ούτε του Φιλίππου φιλοξενούμενο ούτε του Αλεξάνδρου φίλο θα μπορούσα να σε αποκαλέσω, δεν είμαι τόσο τρελός, εκτός και αν και τους θεριστές και όσους παίρνουν μισθό για κάποια άλλη εργασία πρέπει να τους αποκαλούμε φίλους και φιλοξενουμένους αυτών που τους μίσθωσαν. [52] Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα· από πού και ώς πού; κάθε άλλο μάλιστα. Αλλά εγώ σε αποκαλώ μίσθαρνο όργανο αρχικά του Φιλίππου και σήμερα του Αλεξάνδρου· το ίδιο κάνουν και όλοι αυτοί. Εάν δεν πιστεύεις, ρώτησέ τους, ή καλύτερα θα κάνω αυτό εγώ για λογαριασμό σου. Ποιό από τα δύο πιστεύετε, Αθηναίοι; Είναι ο Αισχίνης μίσθαρνο όργανο του Αλεξάνδρου ή συνδέεται με δεσμούς φιλοξενίας με αυτόν; Ακούς τί λένε.