[24] Από τη στιγμή που μπορεί να υπάρχουν όχι μόνο πραγματικοί αλλά και φαινομενικοί συλλογισμοί, δεν μπορεί παρά να υπάρχουν και πραγματικά αλλά και φαινομενικά ενθυμήματα, μια και το ενθύμημα είναι, επίσης, [1401a] ένα είδος συλλογισμού. Οι τόποι των φαινομενικών ενθυμημάτων είναι οι ακόλουθοι: Πρώτον από τη λανθασμένη χρήση των γλωσσικών εκφραστικών μέσων. Μία περίπτωση αυτού του τόπου θυμίζει τη διαλεκτική, όπου η τελευταία πρόταση μπορεί να παρουσιαστεί με τη μορφή συμπεράσματος, μολονότι δεν έχει τηρηθεί καμιά συλλογιστική διαδικασία («δεν συμβαίνει αυτό και αυτό· δεν μπορεί επομένως παρά να συμβαίνει αυτό και αυτό»)· έτσι και στα ενθυμήματα: η σύντομη και αντιθετική διατύπωση δίνει την εντύπωση ενθυμήματος (γιατί αυτού του είδους η διατύπωση είναι ο χώρος του ενθυμήματος). Αυτού του είδους το φαινομενικό ενθύμημα μοιάζει να έχει την αρχή του στη μορφή της γλωσσικής έκφρασης. Προκειμένου με την έκφραση να δώσουμε την εντύπωση ότι ακολουθούμε συλλογιστική διαδικασία είναι χρήσιμο να αναφέρουμε τα κύρια σημεία πολλών επιμέρους συλλογισμών· ότι, π.χ., άλλους τους έσωσε, για άλλους πήρε εκδίκηση, τους Έλληνες τους ελευθέρωσε: το περιεχόμενο καθεμιάς από τις προτάσεις αυτές αποδείχτηκε με άλλους, διαφορετικούς συλλογισμούς· τώρα όμως που έχουν συνενωθεί, φαίνεται ότι προκύπτει, και από τις τρεις τους μαζί, ένα καινούργιο συμπέρασμα. Μια δεύτερη περίπτωση αυτού του τόπου έχει στη βάση της την ομωνυμία· να πει, επί παραδείγματι, κανείς ότι ο μυς είναι ένα εξαίρετο ζώο, αφού από αυτό προέρχεται η πιο αξιοσέβαστη από όλες τις θρησκευτικές τελετές· τα μυστήρια είναι, πράγματι, από όλες τις θρησκευτικές τελετές η πιο αξιοσέβαστη· επίσης, αν εγκωμιάζοντας τον κύνα, συμπεριλαμβάνει κανείς και τον κύνα του ουρανού, ή τον Πάνα, επειδή ο Πίνδαρος είπε γι᾽ αυτόν Ευλογημένε, που οι Ολύμπιοι θεοί σε λένε πολύμορφο κύνα της Μεγάλης Θεάς, ή να λέει ότι το να είναι κανείς κύων είναι, προφανώς, τιμή, αφού το να μην είναι κύων είναι κάτι το εξαιρετικά επονείδιστο. Επίσης να λέει ότι ο Ερμής είναι ο πιο κοινωνικός από όλους τους θεούς, αφού μόνο γι᾽ αυτόν λέμε τη φράση «κοινός Ερμής». Ακόμη ότι ο λόγος είναι κάτι το εξαιρετικά σημαντικό, αφού οι καλοί άνθρωποι χαρακτηρίζονται όχι άξιοι χρημάτων, αλλά άξιοι λόγου· γιατί η έκφραση «άξιος λόγου» δεν λέγεται με ένα μόνο νόημα. Ένας άλλος τόπος φαινομενικού ενθυμήματος είναι όταν κανείς συνενώνει στον λόγο του πράγματα που είναι χωρισμένα ή χωρίζει πράγματα που είναι ενωμένα: από τη στιγμή που φαίνεται πως είναι το ίδιο, πολλές όμως φορές δεν είναι το ίδιο, πρέπει κανείς να κάνει αυτό που ανταποκρίνεται περισσότερο στη δική του ανάγκη. Πρόκειται, βέβαια, για τον λόγο του Ευθύδημου, όπως, επί παραδείγματι, όταν λέει κανείς ότι ξέρει πως υπάρχει τριήρης στον Πειραιά, επειδή ξέρει τι είναι το καθένα από αυτά τα δύο. Ή επίσης όταν λέει ότι επειδή κάποιος ξέρει τα γράμματα της αλφαβήτου, ξέρει και τη λέξη, αφού η λέξη και τα γράμματα είναι το ίδιο πράγμα. Επίσης, επειδή η διπλή ποσότητα ενός πράγματος φέρνει αρρώστια, να πει κανείς ότι ούτε η μονή ωφελεί την υγεία· γιατί θα ήταν περίεργο δύο καλά πράγματα να κάνουν ένα κακό. Αυτή η διατύπωση είναι χρήσιμη σε μια διαδικασία ελέγχου, για αποδεικτικούς όμως σκοπούς είναι χρήσιμη η ακόλουθη διατύπωση: «...γιατί ένα καλό δεν μπορεί να κάνει δύο κακά». Στο σύνολό του, πάντως, ο τόπος αυτός βοηθάει στην καταστρατήγηση της σωστής συλλογιστικής διαδικασίας και στην εξαπάτηση. Επίσης όσα είπε ο Πολυκράτης για τον Θρασύβουλο, ότι κατέλυσε τριάντα τυράννους· τους παίρνει δηλαδή όλους μαζί αθροιστικά. Και αυτό, επίσης, που λέγεται στον Ορέστη του Θεοδέκτη (περίπτωση διαίρεσης): δίκαιο είναι, αν μια γυναίκα σκοτώσει τον άντρα της, να πεθάνει κι αυτή, όπως είναι επίσης δίκαιο ο γιος να πάρει εκδίκηση για τον πατέρα του [1401b] — αυτά πράγματι έγιναν· αν όμως συνενώσει κανείς τις δύο αυτές πράξεις, μπορεί και να μην είναι πια δίκαιο. Μπορεί όμως να ανήκει και στην κατηγορία των ενθυμημάτων που είναι απατηλά λόγω παράλειψης, αφού παραλείπει να πει το από ποιόν. Ένας άλλος τόπος είναι να οικοδομεί κανείς ή να γκρεμίζει ένα επιχείρημα με την υπερβολή. Αυτό συμβαίνει, όταν ο ρήτορας, δίχως να αποδεικνύει ότι η πράξη έγινε, τη μεγαλοποιεί· η μεγαλοποίηση αυτή, αν την κάνει αυτός που κατηγορείται ότι έκανε την πράξη, συντελεί στο να δημιουργηθεί γι᾽ αυτόν η εντύπωση ότι δεν την έκανε την πράξη· αν όμως τη μεγαλοποίηση την κάνει ο κατήγορος, τότε αυτή δημιουργεί την εντύπωση ότι ο κατηγορούμενος την έκανε την πράξη. Δεν πρόκειται λοιπόν για ενθύμημα· ο λόγος είναι ότι ο ακροατής λανθασμένα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο κατηγορούμενος έκανε ή δεν έκανε την πράξη, για την οποία δεν υπήρξε καμιά απόδειξη. Ένας άλλος είναι ο τόπος που στηρίζεται στην ένδειξη: και σ᾽ αυτήν την περίπτωση παραβαίνονται οι κανόνες του σωστού συλλογισμού. Αν, π.χ., κανείς έλεγε: «οι ερωτευμένοι είναι ωφέλιμοι στις πατρίδες τους· απόδειξη ότι ο έρωτας Αρμόδιου-Αριστογείτονα ανέτρεψε τον τύραννο Ίππαρχο»· ή αν έλεγε ότι ο Διονύσιος είναι κλέφτης, επειδή είναι κακός άνθρωπος: εδώ υπάρχει παράβαση των κανόνων του σωστού συλλογισμού· γιατί δεν είναι ο κάθε κακός άνθρωπος κλέφτης, ο κάθε κλέφτης όμως είναι κακός άνθρωπος. |