ΒΙΒΛΙΟ ΕΚΤΟ [6.1.1] Αυτά λοιπόν απασχολούσαν τους Αθηναίους και τους Λακεδαιμονίους. Στο μεταξύ οι Θηβαίοι, έχοντας υποτάξει τις πόλεις της Βοιωτίας, εξεστράτευσαν και στη Φωκίδα. Οι Φωκείς μήνυσαν με πρέσβεις στη Λακεδαίμονα ότι αν δεν τους βοηθήσει, δεν θα μπορέσουν ν᾽ αποφύγουν την υποταγή στους Θηβαίους· τότε οι Λακεδαιμόνιοι τους έστειλαν από τη θάλασσα τον βασιλιά Κλεόμβροτο και μαζί του τέσσερα τάγματα, καθώς και την ανάλογη συμμαχική δύναμη. [6.1.2] Την ίδια εποχή ήρθε από τη Θεσσαλία και παρουσιάστηκε στη Συνέλευση των Λακεδαιμονίων ο Πολυδάμας από τα Φάρσαλα. Τούτος είχε πολύ καλό όνομα σ᾽ ολόκληρη τη Θεσσαλία, αλλά και στην ίδια του την πόλη τού είχαν τέτοια εκτίμηση, ώστε ακόμη και σε καιρό εμφύλιας διαμάχης οι Φαρσάλιοι του εμπιστεύτηκαν την ακρόπολη, εξουσιοδοτώντας τον να εισπράττει τα δημόσια έσοδα σύμφωνα με τους νόμους και να τα ξοδεύει για τις λατρευτικές ανάγκες και γενικότερα για τη διοίκηση. [6.1.3] Και πραγματικά, μ᾽ αυτά τα χρήματα και την ακρόπολη φύλαγε ανέπαφη για λογαριασμό των συμπολιτών του, και για την υπόλοιπη διοίκηση φρόντιζε, παρουσιάζοντας απολογισμό κάθε χρόνο. Όταν μάλιστα υπήρχε έλλειμμα, το συμπλήρωνε από τη δική του περιουσία, κι όποτε πάλι περίσσευαν τα έσοδα έπαιρνε πίσω τις προκαταβολές που είχε δώσει. Χώρια από τούτα ήταν φιλόξενος και γενναιόδωρος με τον τρόπο των Θεσσαλών. Φτάνοντας λοιπόν στη Λακεδαίμονα μίλησε με τον ακόλουθο τρόπο πάνω κάτω: [6.1.4] «Εγώ, Λακεδαιμόνιοι, είμαι πρόξενος κι ευεργέτης σας όπως στάθηκαν κι όλοι οι πρόγονοί μου, από αμνημονεύτων χρόνων· γι᾽ αυτό βρίσκω σωστό να προσφεύγω σε σας όταν έχω κάποια δυσκολία, αλλά και να σας ειδοποιώ όταν ετοιμάζεται κάτι κακό για σας στη Θεσσαλία. »Ξέρω ότι και σε σας είναι γνωστό τ᾽ όνομα του Ιάσονος — γιατί ο άνθρωπος και μεγάλη δύναμη έχει και ξακουστός είναι. Αυτός λοιπόν ζήτησε εκεχειρία για να με συναντήσει και μου είπε τα εξής: [6.1.5] “Στο χέρι μου θα ᾽ταν, Πολυδάμα, να πάρω με το μέρος μου την πόλη σας και δίχως τη θέλησή της, καθώς μπορείς να συμπεράνεις απ᾽ όσα θα σου πω. Γιατί εγώ”, είπε, “έχω συμμάχους τις πιο πολλές και τις πιο μεγάλες πόλεις της Θεσσαλίας, και τις υπόταξα μόλο που πολεμούσατε και σεις στο πλευρό τους εναντίον μου. Το ξέρεις, άλλωστε, ότι έχω κάπου έξι χιλιάδες ξένους μισθοφόρους, που καμιά πόλη —νομίζω— δεν θα μπορούσε εύκολα ν᾽ αντιμετωπίσει. Θα ήταν βέβαια δυνατό”, συνέχισε, “να συγκροτηθεί κι από αλλού ισάριθμος στρατός, όμως στα στρατεύματα που αποτελούνται από πολίτες υπηρετούν και άνδρες προχωρημένοι στην ηλικία, καθώς και υπερβολικά νέοι — κι έπειτα πολύ λίγοι σε κάθε πόλη γυμνάζουν το κορμί τους, ενώ σε μένα δεν υπηρετεί μισθοφόρος που να μην αντέχει στην κακουχία όσο κι εγώ”. [6.1.6] Κι ο ίδιος —γιατί πρέπει να σας πω την αλήθεια— είναι πολύ γερός κι αγαπάει τη σκληραγωγία. Εξάλλου δοκιμάζει τους δικούς του καθημερινά, πηγαίνοντας επικεφαλής τους πάνοπλος και στα γυμνάσια και στις εκστρατείες του· και τους μισθοφόρους που θα βρει μαλθακούς τους διώχνει, ενώ όσους βλέπει να επιδιώκουν τη σκληραγωγία και τον πολεμικό κίνδυνο τους αμείβει με διπλό, τριπλό ή και τετραπλό μισθό, καθώς και μ᾽ άλλα δώρα και με ιατρική περίθαλψη και ταφή με ιδιαίτερες τιμές· μ᾽ αυτόν τον τρόπο, όλοι οι μισθοφόροι του ξέρουν ότι η πολεμική αρετή είναι που θα τους εξασφαλίσει την πιο πλούσια και τιμημένη ζωή. [6.1.7] »Εκτός απ᾽ αυτά μού τόνισε —πράγμα που ήδη γνώριζα— ότι είναι υπήκοοί του και οι Μαρακοί και οι Δόλοπες και ο Αλκέτας, ο κυβερνήτης της Ηπείρου. “Λοιπόν”, είπε, “τί έχω να φοβηθώ, και γιατί να μην πιστεύω ότι εύκολα θα σας υπότασσα; Θ᾽ αποκρινόταν ίσως ένας που δεν θα με ήξερε καλά: ‛Τότε τί περιμένεις και δεν κινάς αμέσως να χτυπήσεις τους Φαρσαλίους;’ Επειδή, μα τον Δία, το βρίσκω από κάθε άποψη προτιμότερο να σας πάρω με το μέρος μου με το καλό παρά με τη βία· γιατί αν έρθετε με τη βία, κι εσείς θα κοιτάζετε να με βλάψετε με κάθε τρόπο κι εγώ πάλι θα θέλω να ᾽στε όσο γίνεται πιο αδύναμοι· ενώ αν προσχωρήσετε με το καλό, είναι φανερό ότι θα αλληλοϋποστηριζόμαστε όσο μπορούμε. [6.1.8] Ξέρω, Πολυδάμα, ότι η πατρίδα σου σε σένα έχει τα μάτια καρφωμένα: αν μου εξασφαλίσεις τη φιλία της, σου υπόσχομαι”, είπε, “να σε κάνω πρώτο ανάμεσα στους Έλληνες, ύστερα από μένα. Άκουσε τώρα τί σημαίνει αυτή η δεύτερη θέση που σου δίνω — και μην πιστέψεις παρά μόνο όσα θα σου φανούν ότι αντέχουν στον λογικό έλεγχο. Λοιπόν, τούτο είναι πάντως φανερό: ότι αν προσχωρήσουν τα Φάρσαλα κι οι πόλεις που εξαρτώνται από σας, εύκολα θα γίνω ηγεμόνας όλων των Θεσσαλών· καθώς κι ότι, όταν η Θεσσαλία έχει ηγεμόνα, οι ιππείς της ανέρχονται σε έξι χιλιάδες περίπου και οι οπλίτες σε περισσότερους από δέκα χιλιάδες. [6.1.9] Και βλέποντας τη λεβεντιά και την κορμοστασιά τους, πιστεύω ότι, αν τους φρόντιζε κάποιος σωστά, σε κανένα άλλο έθνος δεν θα δέχονταν να ᾽ναι υποταγμένοι οι Θεσσαλοί. Είν᾽ αλήθεια πως η Θεσσαλία είν᾽ ολότελα πεδινή, αλλά όποτε έχει ηγεμόνα εξουσιάζει όλα τα τριγύρω έθνη· κι όπως όλοι σχεδόν οι κάτοικοί τους είναι εξασκημένοι στο ακόντιο, λογικό θα ᾽ναι να υπερέχει ο στρατός μας σε πελταστές. [6.1.10] Έπειτα έχω συμμάχους τους Βοιωτούς κι όλους τους άλλους που πολεμούν τη Λακεδαίμονα και θα ᾽ναι πρόθυμοι να μ᾽ ακολουθήσουν, αρκεί να τους απαλλάξω από τους Λακεδαιμονίους. Όσο για τους Αθηναίους, ξέρω καλά ότι κι εκείνοι θα ᾽καναν οτιδήποτε για να γίνουν σύμμαχοί μας, αλλά δεν νομίζω ότι θα επιδιώξω τη φιλία τους — επειδή πιστεύω ότι μπορώ να εξασφαλίσω την ηγεμονία στη θάλασσα ακόμη πιο εύκολα απ᾽ ό,τι στη στεριά”. [6.1.11] » “Και για να δεις αν λογαριάζω σωστά”, συνέχισε, “σκέψου και τούτο. Από τη στιγμή που θα κατέχουμε τη Μακεδονία —απ᾽ όπου εφοδιάζονται κι οι Αθηναίοι με ξυλεία— θα ᾽μαστε ολοφάνερα σε θέση να ναυπηγήσουμε πολύ περισσότερα πλοία από κείνους. Όσο για την επάνδρωσή τους, ποιοί είναι πιθανόν να ᾽χουν τις μεγαλύτερες δυνατότητες — οι Αθηναίοι ή εμείς που έχουμε τόσο πολλούς και τόσο άξιους κολίγους; Και ποιοί είναι πιθανόν να μπορούν να θρέψουν καλύτερα τους ναύτες — εμείς, που έχουμε τόσο άφθονο το στάρι ώστε να κάνουμε κι εξαγωγή, ή οι Αθηναίοι που ούτε για τους εαυτούς τους δεν έχουν αν δεν αγοράσουν; [6.1.12] Αλλά βέβαια και χρήματα είναι λογικό να ᾽χουμε περισσότερα εμείς, που δεν βασιζόμαστε σε νησάκια αλλά νεμόμαστε στεριανά έθνη· γιατί είναι γνωστό ότι όλη η τριγύρω περιοχή πληρώνει φόρο, όποτε έχει ηγεμόνα η Θεσσαλία. Το ξέρεις, άλλωστε, καλά ότι κι ο Βασιλεύς των Περσών, που νέμεται στεριά κι όχι νησιά, είν᾽ ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου· και τούτον όμως πιστεύω ότι θα υποτάξω ακόμα πιο εύκολα απ᾽ ό,τι την Ελλάδα. Ξέρω ότι όλοι οι άνθρωποι σε κείνα τα μέρη, εκτός από έναν, έχουν συνηθίσει στη δουλεία πολύ περισσότερο απ᾽ ό,τι στην παλικαριά· ξέρω επίσης και πόση δύναμη άρκεσε —κι εκείνη που ανέβηκε με τον Κύρο, κι εκείνη του Αγησιλάου— για να φέρει τον Βασιλέα σ᾽ έσχατο κίνδυνο”. [6.1.13] »Όταν τα είπε αυτά, του αποκρίθηκα ότι τ᾽ άλλα του λόγια ήταν αξιοπρόσεκτα· να εγκαταλείψουμε όμως τους Λακεδαιμονίους, ενώ είμαστε φίλοι τους και κανένα παράπονο δεν έχουμε εναντίον τους, και να προσχωρήσουμε στους αντιπάλους τους — τούτο, είπα, το βρίσκω αδύνατο. Τότε εκείνος με παίνεψε, λέγοντας ότι θέλει ακόμα περισσότερο να μ᾽ έχει με το μέρος του, τέτοιος που είμαι, και μ᾽ άφησε να ᾽ρθω να σας πω την αλήθεια: ότι αν δεν τον εισακούσουμε, σκοπεύει να εκστρατεύσει εναντίον των Φαρσάλων. Με συμβούλεψε να σας ζητήσω βοήθεια. “Κι αν”, είπε, “δώσουν οι θεοί και τους πείσεις να στείλουν ενίσχυση αρκετή για να μας πολεμήσετε, τότε τράβα μπρος, κι ας περιμένουμε την έκβαση του πολέμου. Αν όμως δεν σου φανεί αρκετή η βοήθειά τους, κανένας δεν θα ᾽χει δικαίωμα να σε κατηγορήσει αν κάνεις και συ ό,τι είναι πιο ωφέλιμο για την πατρίδα σου, που σε τιμάει”. [6.1.14] »Νά λοιπόν γιατί έρχομαι σε σας και σας λέω όλα όσα είδα ο ίδιος εκεί κι όσα άκουσα από κείνον. Και νομίζω, Λακεδαιμόνιοι, ότι το ζήτημα παρουσιάζεται με τον ακόλουθο τρόπο: αν στείλετε εκεί δύναμη που να φανεί, όχι μόνο σε μένα αλλά και στους άλλους Θεσσαλούς, αρκετή για να πολεμήσει τον Ιάσονα, οι πόλεις θα τον εγκαταλείψουν — γιατί όλες αναρωτιούνται με φόβο ώς πού θα φτάσει επιτέλους η δύναμη αυτού του ανθρώπου· αν όμως νομίζετε ότι θ᾽ αρκέσουν νεοδαμώδεις με διοικητή έναν απλό ιδιώτη, σας συμβουλεύω να μην κάνετε τίποτα. [6.1.15] Γιατί, να το ξέρετε καλά: θα ᾽χετε να αντιμετωπίσετε μεγάλη πολεμική δύναμη κι έναν πολύ συνετό στρατηγό — έναν άνθρωπο που σπάνια αστοχεί στις επιχειρήσεις του, είτε για να κρυφτεί, είτε για να αιφνιδιάσει, είτε για να επιβληθεί με τη βία. Είναι ικανός να ενεργεί τη νύχτα όσο και τη μέρα και, όταν βιάζεται, να τρώει και για μεσημέρι και για βράδυ την ώρα της πορείας. Πιστεύει ωστόσο ότι χρειάζεται και ξεκούραση, από τη στιγμή που έχει φτάσει στον προορισμό του κι έχει πετύχει τον αντικειμενικό του σκοπό — κι έτσι έχει συνηθίσει τους άνδρες του. Ξέρει και ν᾽ ανταμείβει τους στρατιώτες του όταν καταβάλλουν ιδιαίτερο κόπο για να κατορθώσουν κάτι· μ᾽ αυτόν τον τρόπο έχουν μάθει όλοι οι δικοί του ότι τους κόπους ακολουθεί καλοπέραση. [6.1.16] Εξάλλου διαθέτει τη μεγαλύτερη αυτοκυριαρχία που έχω συναντήσει ποτέ σε άνθρωπο, σ᾽ ό,τι έχει σχέση με τις ηδονές του κορμιού – κι έτσι ούτε κι εκείνες τον εμποδίζουν ποτέ να κάνει αυτό που πρέπει. »Εσείς τώρα σκεφτείτε και πείτε μου ξεκάθαρα, όπως σας ταιριάζει, τί μπορείτε και τί σκοπεύετε να κάνετε». |