Ένας άλλος τόπος είναι όταν, για λογαριασμό κάποιων ανθρώπων ή κάποιων πράξεων που έχουν κινήσει υποψίες ενοχής —σε επίπεδο πραγματικότητας ή σε επίπεδο εντυπώσεων—, εκθέτουμε τον λόγο ο οποίος δημιούργησε τη λανθασμένη εντύπωση — γιατί πάντα υπάρχει κάποιος λόγος που ένα πράγμα φαίνεται όπως φαίνεται. Όταν, π.χ., μια γυναίκα βρέθηκε κάτω από τον γιο της καθώς τον ασπαζόταν, δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι είχε ερωτικές σχέσεις με τον νεαρό, όταν όμως αποκαλύφθηκε η αιτία, διαλύθηκε η διαβολή. Ένα άλλο παράδειγμα έχουμε στον Αίαντα του Θεοδέκτη, όπου ο Οδυσσέας εξηγεί στον Αίαντα για ποιόν λόγο, ενώ είναι πιο ανδρείος από τον Αίαντα, δεν θεωρείται πιο ανδρείος. Ένας άλλος είναι ο τόπος από το αίτιο, ότι δηλαδή κατιτί υπάρχει, αν υπάρχει το αίτιο, και δεν υπάρχει, αν δεν υπάρχει το αίτιο· γιατί το αίτιο και αυτό του οποίου είναι αίτιο πηγαίνουν μαζί μαζί, και τίποτε δεν υπάρχει δίχως αίτιο. Παράδειγμα η περίπτωση του Λεωδάμαντα, που απολογούμενος σε κατηγορία του Θρασύβουλου ότι το όνομά του είχε χαραχτεί πάνω σε ατιμωτική στήλη στην ακρόπολη, σβήστηκε όμως κατά την εποχή των Τριάντα Τυράννων, είπε ότι αυτό ήταν αδύνατο, γιατί οι Τριάντα θα του είχαν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη, αν εξακολουθούσε να μένει αναγραμμένο πάνω στη στήλη το όνομά του ως εχθρού του λαού. Ένας άλλος τόπος είναι να εξετάζουμε αν ήταν ή αν είναι δυνατός ένας διαφορετικός, καλύτερος χειρισμός από αυτόν που προτείνεται ή γίνεται ή έγινε· γιατί είναι φανερό ότι, [1400b] αν ήταν έτσι, το άτομο δεν θα είχε ενεργήσει με αυτόν τον τρόπο· γιατί κανείς δεν επιλέγει θεληματικά και ενσυνείδητα το χειρότερο. Ο συλλογισμός όμως αυτός μπορεί και να μην είναι σωστός· γιατί δεν είναι καθόλου λίγες οι φορές που μόνο εκ των υστέρων γίνεται φανερό πώς θα μπορούσε κανείς να ενεργήσει καλύτερα, ενώ από τα πριν αυτό δεν ήταν φανερό. Στην περίπτωση που πρόκειται να γίνει κάτι διαφορετικό από αυτό που έγινε κάποιαν άλλη φορά, ένας άλλος τόπος είναι να εξετάζει κανείς και τις δύο περιπτώσεις μαζί. Παράδειγμα ο Ξενοφάνης, που όταν τον ρώτησαν οι Ελεάτες αν θα έπρεπε ή όχι να προσφέρουν θυσίες στη Λευκοθέα και να της ψάλλουν θρηνητικά τραγούδια, τους έδωσε τη συμβουλή: αν τη θεωρούν θεά, να μη της ψάλλουν θρηνητικά τραγούδια· αν, πάλι, τη θεωρούν άνθρωπο, να μη της προσφέρουν θυσίες. Ένας άλλος τόπος είναι να βασίζει κανείς την κατηγορία ή την απολογία σε σφάλματα που έχουν διαπραχθεί. Επί παραδείγματι, στη Μήδεια του Καρκίνου την κατηγορούν ότι σκότωσε τα παιδιά της, αφού δεν φαίνονται πουθενά (η Μήδεια έκανε, πράγματι, το σφάλμα να τα στείλει μακριά), κι εκείνη υπερασπίζεται τον εαυτό της λέγοντας ότι θα σκότωνε τον Ιάσονα, όχι μόνο τα παιδιά της· γιατί το σφάλμα της θα ήταν να μην έκαμνε αυτό, αν είχε κάνει το άλλο. Αυτός ο τόπος και αυτό το είδος ενθυμήματος ήταν όλο κι όλο το περιεχόμενο της πριν από τον Θεόδωρο ρητορικής τέχνης. Ένας άλλος είναι ο τόπος από το όνομα, όπως κάνει, π.χ., ο Σοφοκλής: είσαι, στ᾽ αλήθεια, σίδερο, σαν τ᾽ όνομα που φέρεις, και όπως συνηθίζουν οι άνθρωποι να λένε στα εγκώμια των θεών· επίσης όπως ο Κόνων ονόμαζε τον Θρασύβουλο θρασύβουλο, και ο Ηρόδικος έλεγε για τον Θρασύμαχο: «είσαι πάντοτε θρασύμαχος», και για τον Πώλο: «πάντοτε είσαι ένας πώλος»· έτσι και για τον Δράκοντα τον νομοθέτη, γιατί οι νόμοι του δεν ήταν ανθρώπου νόμοι, αλλά δράκου (αφού ήταν τόσο σκληροί)· και όπως είπε για την Αφροδίτη η Εκάβη του Ευριπίδη: σωστά της θεάς αρχίζει τ᾽ όνομα όπως η αφροσύνη, και όπως έλεγε ο Χαιρήμων: ο Πενθέας, που κιόλας τ᾽ όνομά του έδειχνε πως συμφορά μεγάλη του μελλόταν. Δημοφιλέστερα ενθυμήματα είναι τα ελεγκτικά, όχι τα αποδεικτικά· ο λόγος είναι ότι το ελεγκτικό ενθύμημα φέρνει —με μια διατύπωση εξαιρετικά σύντομη— το ένα δίπλα στο άλλο τα αντίθετα επιχειρήματα, και όταν αυτά βρίσκονται δίπλα δίπλα το ένα στο άλλο γίνονται πιο φανερά στον ακροατή. Από όλους, πάντως, τους συλλογισμούς, ελεγκτικούς και αποδεικτικούς, επικροτούνται ιδιαίτερα εκείνοι που την κατάληξή τους οι ακροατές μπορούν να την προβλέψουν κιόλας από την αρχή — κι ας μην είναι και τόσο εύκολοι (την ίδια, επίσης, στιγμή οι ακροατές, κάνοντας την πρόβλεψη, είναι, βέβαια, ευχαριστημένοι με τον εαυτό τους)· όπως κι εκείνοι οι συλλογισμοί που οι ακροατές καθυστερούν να τους κατανοήσουν μόνο ώσπου να ολοκληρωθεί η διατύπωσή τους. |