Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΞΕΝΟΦΩΝ
Ἑλληνικά (5.2.8-5.2.19)
[5.2.8] Οἱ δ᾽ ἐκ Φλειοῦντος φεύγοντες αἰσθανόμενοι τοὺς Λακεδαιμονίους ἐπισκοποῦντας τῶν συμμάχων ὁποῖοί τινες ἕκαστοι ἐν τῷ πολέμῳ αὐτοῖς ἐγεγένηντο, καιρὸν ἡγησάμενοι, ἐπορεύθησαν εἰς Λακεδαίμονα καὶ ἐδίδασκον ὡς ἕως μὲν σφεῖς οἴκοι ἦσαν, ἐδέχετό τε ἡ πόλις τοὺς Λακεδαιμονίους εἰς τὸ τεῖχος καὶ συνεστρατεύοντο ὅποι ἡγοῖντο· ἐπεὶ δὲ σφᾶς αὐτοὺς ἐξέβαλον, ὡς ἕπεσθαι μὲν οὐδαμοῦ ἐθέλοιεν, μόνους δὲ πάντων ἀνθρώπων Λακεδαιμονίους οὐ δέχοιντο εἴσω τῶν πυλῶν. [5.2.9] ἀκούσασιν οὖν ταῦτα τοῖς ἐφόροις ἄξιον ἔδοξεν ἐπιστροφῆς εἶναι. καὶ πέμψαντες πρὸς τὴν τῶν Φλειασίων πόλιν ἔλεγον ὡς φίλοι μὲν οἱ φυγάδες τῇ Λακεδαιμονίων πόλει εἶεν, ἀδικοῦντες δ᾽ οὐδὲν φεύγοιεν. ἀξιοῦν δ᾽ ἔφασαν μὴ ὑπ᾽ ἀνάγκης, ἀλλὰ παρ᾽ ἑκόντων διαπράξασθαι κατελθεῖν αὐτούς. ἃ δὴ ἀκούσαντες οἱ Φλειάσιοι ἔδεισαν μὴ εἰ στρατεύσαιντο ἐπ᾽ αὐτούς, τῶν ἔνδοθεν παρείησάν τινες αὐτοὺς εἰς τὴν πόλιν. καὶ γὰρ συγγενεῖς πολλοὶ ἔνδον ἦσαν τῶν φευγόντων καὶ ἄλλως εὐμενεῖς, καὶ οἷα δὴ ἐν ταῖς πλείσταις πόλεσι νεωτέρων τινὲς ἐπιθυμοῦντες πραγμάτων κατάγειν ἐβούλοντο τὴν φυγήν. [5.2.10] τοιαῦτα μὲν δὴ φοβηθέντες, ἐψηφίσαντο καταδέχεσθαι τοὺς φυγάδας, καὶ ἐκείνοις μὲν ἀποδοῦναι τὰ ἐμφανῆ κτήματα, τοὺς δὲ τὰ ἐκείνων πριαμένους ἐκ δημοσίου τὴν τιμὴν ἀπολαβεῖν· εἰ δέ τι ἀμφίλογον πρὸς ἀλλήλους γίγνοιτο, δίκῃ διακριθῆναι. καὶ ταῦτα μὲν αὖ περὶ τῶν Φλειασίων φυγάδων ἐν ἐκείνῳ τῷ χρόνῳ ἐπέπρακτο. |
[5.2.8] Στο μεταξύ οι εξόριστοι Φλειάσιοι, βλέποντας τους Λακεδαιμονίους να εξετάζουν ποιά διαγωγή είχε δείξει ο καθένας από τους συμμάχους τους στον πόλεμο, θεώρησαν την ευκαιρία κατάλληλη: πήγαν στη Λακεδαίμονα και υποστήριξαν ότι όσον καιρό βρίσκονταν στην πατρίδα τους, η πόλη δεχόταν τους Λακεδαιμονίους μέσα στα τείχη της κι έπαιρνε μέρος στις εκστρατείες τους· από τότε όμως που είχαν διωχτεί εκείνοι, οι συμπατριώτες τους αρνήθηκαν όχι μόνο ν᾽ ακολουθήσουν τους Λακεδαιμονίους σ᾽ οποιαδήποτε επιχείρηση, αλλά και να τους δεχτούν —αυτούς ειδικά— μέσα στα τείχη τους. [5.2.9] Οι έφοροι τους άκουσαν κι έκριναν ότι άξιζε ν᾽ ασχοληθούν με την υπόθεση. Έστειλαν λοιπόν και μήνυσαν στον Φλειούντα ότι οι εξόριστοι ήταν φίλοι της Λακεδαίμονος κι ότι είχαν εξοριστεί εντελώς αναίτια· είχαν την απαίτηση, είπαν, ν᾽ αποφασιστεί ο επαναπατρισμός τους — όχι όμως κάτω από πίεση, αλλά με την ελεύθερη θέληση της πόλης. Ακούγοντας αυτά οι Φλειάσιοι φοβήθηκαν ότι αν οι Λακεδαιμόνιοι εξεστράτευαν εναντίον τους, ήταν ενδεχόμενο να βρεθούν μερικοί από την πόλη να τους ανοίξουν τις πύλες: υπήρχαν μέσα πολλοί που ήταν συγγενείς των εξορίστων ή τους υποστήριζαν γι᾽ άλλους λόγους, καθώς και ορισμένοι —όπως συμβαίνει βέβαια στις περισσότερες πόλεις— που από αντίθεση προς το καθεστώς ήθελαν να δώσουν τέλος στην εξορία τους. [5.2.10] Μ᾽ αυτόν τον φόβο λοιπόν ψήφισαν να δεχτούν τους εξόριστους και να τους επιστρέψουν τα γνωστά περιουσιακά τους στοιχεία, αποζημιώνοντας από το δημόσιο ταμείο όσους είχαν αγοράσει κτήματά τους· όποια αντιδικία γεννιόταν θα κρινόταν από τη δικαιοσύνη. Αυτά λοιπόν έγιναν εκείνο τον καιρό σχετικά με τους εξόριστους Φλειάσιους. |