ΔΩΔΕΚΑΤΟΣ ΠΥΘΙΟΝΙΚΟΣΓΙΑ ΤΟΝ ΜΙΔΑ ΤΟΝ ΑΚΡΑΓΑΝΤΙΝΟ,ΝΙΚΗΤΗ ΣΕ ΑΓΩΝΑ ΑΥΛΟΥ Εσένα παρακαλώ, φιλέορτη, πανέμορφη [στρ. α]
ανάμεσα στις πόλεις των θνητών,
ενδιαίτημα της Περσεφόνης,
στις πλαγιές του λόφου πόλη καλοχτισμένη,
στου Ακράγαντα την πολυβόσκητη ακροποταμιά,
ω άνασσα ίλεως γενού
και, την ευμένεια σμίγοντας των αθανάτων και των θνητών,
5δέξου της νίκης τούτο το στεφάνι
που ο ένδοξος Μίδας το φέρνει απ᾽ την Πυθώνα,
κι αυτόν τον ίδιο δέξου, της Ελλάδος τον νικητή στην τέχνη
που κάποτε επινόησε η Παλλάδα Αθηνά
τον φοβερό τον θρήνο πλέκοντας που βγάζαν οι άγριες Γοργόνες.
10Απ᾽ τις παρθένες άκουσε κι απ᾽ των φιδιών τ᾽ αζύγωτα κεφάλια [στρ. β]
το κλάμα να ξεχύνεται, όταν ο Περσέας με κόπο ασήκωτο
τη μια απ᾽ τις τρεις εκείνες αδερφές αποκεφάλισε,
στη Σέριφο τη θαλασσόδαρτη και στον λαό της τον όλεθρο σκορπώντας.
Στ᾽ αλήθεια, λοιπόν, το τερατικό του Φόρκου γένος ταπείνωσε
κι έκανε να του βγουν πικρά του Πολυδέκτη
15το γλέντι, η δίχως τελειωμό της μάνας του δουλεία
και το στανικό ερωτικό κρεβάτι,
σαν έδειξε το κεφάλι της ομορφομάγουλης Μέδουσας
|