Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Ἑλληνικά (5.1.1-5.1.9)

ΒΙΒΛΙΟ Ε


[5.1.1] Καὶ τὰ μὲν δὴ περὶ Ἑλλήσποντον Ἀθηναίοις τε καὶ Λακεδαιμονίοις τοιαῦτα ἦν. ὢν δὲ πάλιν ὁ Ἐτεόνικος ἐν τῇ Αἰγίνῃ, καὶ ἐπιμειξίᾳ χρωμένων τὸν πρόσθεν χρόνον τῶν Αἰγινητῶν πρὸς τοὺς Ἀθηναίους, ἐπεὶ φανερῶς κατὰ θάλατταν ὁ πόλεμος ἐπολεμεῖτο, συνδόξαν καὶ τοῖς ἐφόροις ἐφίησι λῄζεσθαι τὸν βουλόμενον ἐκ τῆς Ἀττικῆς. [5.1.2] οἱ δ᾽ Ἀθηναῖοι πολιορκούμενοι ὑπ᾽ αὐτῶν, πέμψαντες εἰς Αἴγιναν καὶ ὁπλίτας καὶ στρατηγὸν αὐτῶν Πάμφιλον ἐπετείχισαν Αἰγινήταις καὶ ἐπολιόρκουν αὐτοὺς καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν δέκα τριήρεσιν. ὁ μέντοι Τελευτίας τυχὼν ἐπὶ τῶν νήσων ποι ἀφιγμένος κατὰ χρημάτων πόρον, ἀκούσας ταῦτα περὶ τοῦ ἐπιτειχισμοῦ, ἐβοήθει τοῖς Αἰγινήταις· καὶ τὸ μὲν ναυτικὸν ἀπήλασε, τὸ δ᾽ ἐπιτείχισμα διεφύλαττεν ὁ Πάμφιλος. [5.1.3] Ἐκ δὲ τούτου ἀπὸ Λακεδαιμονίων Ἱέραξ ναύαρχος ἀφικνεῖται. κἀκεῖνος μὲν παραλαμβάνει τὸ ναυτικόν, ὁ δὲ Τελευτίας μακαριώτατα δὴ ἀπέπλευσεν οἴκαδε. ἡνίκα γὰρ ἐπὶ θάλατταν κατέβαινεν ἐπ᾽ οἴκου ὁρμώμενος, οὐδεὶς ἐκεῖνον τῶν στρατιωτῶν ὃς οὐκ ἐδεξιώσατο, καὶ ὁ μὲν ἐστεφάνωσεν, ὁ δὲ ἐταινίωσεν, οἱ δ᾽ ὑστερήσαντες ὅμως καὶ ἀναγομένου ἔρριπτον εἰς τὴν θάλατταν στεφάνους καὶ ηὔχοντο αὐτῷ πολλὰ καὶ ἀγαθά. [5.1.4] γιγνώσκω μὲν οὖν ὅτι ἐν τούτοις οὔτε δαπάνημα οὔτε κίνδυνον οὔτε μηχάνημα ἀξιόλογον οὐδὲν διηγοῦμαι· ἀλλὰ ναὶ μὰ Δία τόδε ἄξιόν μοι δοκεῖ εἶναι ἀνδρὶ ἐννοεῖν, τί ποτε ποιῶν ὁ Τελευτίας οὕτω διέθηκε τοὺς ἀρχομένους. τοῦτο γὰρ ἤδη πολλῶν καὶ χρημάτων καὶ κινδύνων ἀξιολογώτατον ἀνδρὸς ἔργον ἐστίν.
[5.1.5] Ὁ δ᾽ αὖ Ἱέραξ τὰς μὲν ἄλλας ναῦς λαβὼν πάλιν ἔπλει εἰς Ῥόδον, ἐν Αἰγίνῃ δὲ τριήρεις δώδεκα κατέλιπε καὶ Γοργώπαν τὸν αὑτοῦ ἐπιστολέα ἁρμοστήν. καὶ ἐκ τούτου ἐπολιορκοῦντο μᾶλλον οἱ ἐν τῷ ἐπιτειχίσματι Ἀθηναίων ἢ οἱ ἐν τῇ πόλει· ὥστε ὑπὸ ψηφίσματος Ἀθηναῖοι πληρώσαντες ναῦς πολλὰς ἀπεκομίσαντο ἐξ Αἰγίνης πέμπτῳ μηνὶ τοὺς ἐκ τοῦ φρουρίου. τούτων δὲ γενομένων οἱ Ἀθηναῖοι πάλιν αὖ πράγματα εἶχον ὑπό τε τῶν λῃστῶν καὶ τοῦ Γοργώπα· καὶ ἀντιπληροῦσι ναῦς τρισκαίδεκα, καὶ αἱροῦνται Εὔνομον ναύαρχον ἐπ᾽ αὐτάς. [5.1.6] ὄντος δὲ τοῦ Ἱέρακος ἐν Ῥόδῳ οἱ Λακεδαιμόνιοι Ἀνταλκίδαν ναύαρχον ἐκπέμπουσι, νομίζοντες καὶ Τιριβάζῳ τοῦτο ποιοῦντες μάλιστ᾽ ἂν χαρίζεσθαι. ὁ δὲ Ἀνταλκίδας ἐπεὶ ἀφίκετο εἰς Αἴγιναν, συμπαραλαβὼν τὰς τοῦ Γοργώπα ναῦς ἔπλευσεν εἰς Ἔφεσον, καὶ τὸν μὲν Γοργώπαν πάλιν ἀποπέμπει εἰς Αἴγιναν σὺν ταῖς δώδεκα ναυσίν, ἐπὶ δὲ ταῖς ἄλλαις Νικόλοχον ἐπέστησε τὸν ἐπιστολέα. καὶ ὁ μὲν Νικόλοχος βοηθῶν Ἀβυδηνοῖς ἔπλει ἐκεῖσε· παρατρεπόμενος δὲ εἰς Τένεδον ἐδῄου τὴν χώραν, καὶ χρήματα λαβὼν ἀπέπλευσεν εἰς Ἄβυδον. [5.1.7] οἱ δὲ τῶν Ἀθηναίων στρατηγοὶ ἁθροισθέντες ἀπὸ Σαμοθρᾴκης τε καὶ Θάσου καὶ τῶν κατ᾽ ἐκεῖνα χωρίων ἐβοήθουν τοῖς Τενεδίοις. ὡς δ᾽ ᾔσθοντο εἰς Ἄβυδον καταπεπλευκότα τὸν Νικόλοχον, ὁρμώμενοι ἐκ Χερρονήσου ἐπολιόρκουν αὐτὸν ἔχοντα ναῦς πέντε καὶ εἴκοσι δύο καὶ τριάκοντα ταῖς μεθ᾽ ἑαυτῶν. ὁ μέντοι Γοργώπας ἀποπλέων ἐξ Ἐφέσου περιτυγχάνει Εὐνόμῳ· καὶ τότε μὲν κατέφυγεν εἰς Αἴγιναν μικρὸν πρὸ ἡλίου δυσμῶν· ἐκβιβάσας δ᾽ εὐθὺς ἐδείπνιζε τοὺς στρατιώτας. [5.1.8] ὁ δ᾽ Εὔνομος ὀλίγον χρόνον ὑπομείνας ἀπέπλει. νυκτὸς δ᾽ ἐπιγενομένης, φῶς ἔχων, ὥσπερ νομίζεται, ἀφηγεῖτο, ὅπως μὴ πλανῶνται αἱ ἑπόμεναι. ὁ δὲ Γοργώπας ἐμβιβάσας εὐθὺς ἐπηκολούθει κατὰ τὸν λαμπτῆρα, ὑπολειπόμενος, ὅπως μὴ φανερὸς εἴη μηδ᾽ αἴσθησιν παρέχοι, λίθων τε ψόφῳ τῶν κελευστῶν ἀντὶ φωνῆς χρωμένων καὶ παραγωγῇ τῶν κωπῶν. [5.1.9] ἐπεὶ δὲ ἦσαν αἱ τοῦ Εὐνόμου πρὸς τῇ γῇ περὶ Ζωστῆρα τῆς Ἀττικῆς, ἐκέλευε τῇ σάλπιγγι ἐπιπλεῖν. τῷ δὲ Εὐνόμῳ ἐξ ἐνίων μὲν τῶν νεῶν ἄρτι ἐξέβαινον, οἱ δὲ καὶ ἔτι ὡρμίζοντο, οἱ δὲ καὶ ἔτι κατέπλεον. ναυμαχίας δὲ πρὸς τὴν σελήνην γενομένης, τέτταρας τριήρεις λαμβάνει ὁ Γοργώπας, καὶ ἀναδησάμενος ᾤχετο ἄγων εἰς Αἴγιναν· αἱ δ᾽ ἄλλαι νῆες αἱ τῶν Ἀθηναίων εἰς τὸν Πειραιᾶ κατέφυγον.

ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

[389 π.Χ.]
[5.1.1] Τέτοια ήταν η κατάσταση για τους Αθηναίους και τους Λακεδαιμονίους στην περιοχή του Ελλησπόντου.
Ώς εκείνο τον καιρό η Αίγινα διατηρούσε ομαλές σχέσεις με την Αθήνα. Μολοντούτο, μια κι ο πόλεμος είχε ξεσπάσει πια φανερά στη θάλασσα, ο Ετεόνικος —που βρισκόταν πάλι στην Αίγινα— έχοντας σύμφωνους και τους εφόρους παρακίνησε τους Αιγινήτες, όσους ήθελαν, να κουρσέψουν την Αττική. [5.1.2] Καθώς αυτές οι επιδρομές εμπόδιζαν τον ανεφοδιασμό τους, οι Αθηναίοι έστειλαν στην Αίγινα μια δύναμη οπλιτών με στρατηγό τον Πάμφιλο. Τούτος κατασκεύασε οχυρώσεις και πολιορκούσε τους Αιγινήτες κι από τη στεριά αλλά κι από τη θάλασσα, με δέκα πολεμικά. Μόλις όμως άκουσε για την πολιορκία ο Τελευτίας, που έτυχε να ᾽χει φτάσει σε κάποιο από τα νησιά για να συγκεντρώσει χρήματα, πήγε να βοηθήσει τους Αιγινήτες κι έδιωξε το ναυτικό των Αθηναίων· ο Πάμφιλος κράτησε ωστόσο τις οχυρώσεις.
[5.1.3] Κατόπιν ήρθε ναύαρχος από τη Λακεδαίμονα ο Ιέραξ και παρέλαβε το ναυτικό. Στο μεταξύ ο Τελευτίας έβαλε πλώρη για την πατρίδα του σ᾽ αληθινά θριαμβευτική ατμόσφαιρα: καθώς κατέβαινε στην παραλία για το ταξίδι του γυρισμού, δεν έμεινε στρατιώτης που να μην του σφίξει το χέρι· άλλοι τον στεφάνωναν με άνθη, άλλοι με ταινίες· ακόμη και την ώρα που ξανοιγόταν το καράβι του από τη στεριά, όσοι δεν τον είχαν προφτάσει του ᾽ριχναν στεφάνια στη θάλασσα με πολλές καλές ευχές. [5.1.4] (Το ξέρω βέβαια πως αυτά που διηγούμαι δεν αφορούν αξιόλογες δαπάνες, ριψοκίνδυνες επιχειρήσεις ή τεχνάσματα· ωστόσο νομίζω, μα τον Δία, ότι αξίζει να συλλογιστεί κανείς με ποιόν τρόπο κατόρθωνε ο Τελευτίας να γεννάει τέτοιες διαθέσεις στους υφισταμένους του — γιατί αυτό αποτελεί σημαντικότερο επίτευγμα, για έναν άνδρα, από το να δαπανήσει πολλά χρήματα ή να περάσει πολλούς κινδύνους.)
[388 π.Χ.]
[5.1.5] Όσο για τον Ιέρακα, έφυγε με τα υπόλοιπα πλοία για τη Ρόδο, αφήνοντας στην Αίγινα δώδεκα πολεμικά με αρμοστή τον υπαρχηγό του Γοργώπα. Έπειτα απ᾽ αυτά, στ᾽ αλήθεια πολιορκημένοι βρέθηκαν οι Αθηναίοι στα οχυρά τους κι όχι οι Αιγινήτες στην πόλη· γι᾽ αυτόν τον λόγο οι Αθηναίοι ψήφισαν να επανδρώσουν πολλά πλοία, και με τούτα πέτυχαν να επαναπατρίσουν, τέσσερις μήνες αργότερα, τη φρουρά των οχυρών. Κι ύστερα από τούτο, ωστόσο, οι Αθηναίοι ξανά παρενοχλούνταν κι από τους επιδρομείς και από τον Γοργώπα· επάνδρωσαν λοιπόν δεκατρία καράβια και τα ᾽στειλαν εναντίον τους, εκλέγοντας ναύαρχό τους τον Εύνομο.
[5.1.6] Ενώ ο Ιέραξ βρισκόταν στη Ρόδο, οι Λακεδαιμόνιοι διόρισαν ναύαρχο τον Ανταλκίδα, πιστεύοντας ότι μ᾽ αυτόν τον τρόπο θα ικανοποιούσαν και τον Τιρίβαζο. Όταν ο Ανταλκίδας έφτασε στην Αίγινα, πήρε και τα πλοία του Γοργώπα και πήγε στην Έφεσο· κατόπιν έστειλε ξανά τον Γοργώπα με τα δώδεκα πλοία του στην Αίγινα, κι όρισε διοικητή στα υπόλοιπα τον υπαρχηγό του Νικόλοχο.
Ο Νικόλοχος ξεκίνησε να ενισχύσει την Άβυδο. Στον δρόμο έκανε ωστόσο μια παρέκκλιση προς την Τένεδο, λεηλάτησε το έδαφός της και μάζεψε χρήματα· ύστερα έβαλε ξανά πλώρη για την Άβυδο. [5.1.7] Στο μεταξύ οι Αθηναίοι στρατηγοί συγκεντρώθηκαν από τη Θάσο, τη Σαμοθράκη κι άλλα σημεία της περιοχής για να βοηθήσουν τους Τενεδίους. Όταν όμως έμαθαν ότι ο Νικόλοχος έφτασε στην Άβυδο με είκοσι πέντε πλοία, τον πολιόρκησαν με τα τριάντα δύο δικά τους, έχοντας βάση τη Χερσόνησο.
Στο μεταξύ ο Γοργώπας, γυρίζοντας από την Έφεσο, απάντησε τον Εύνομο. Στην αρχή κατέφυγε στην Αίγινα, όπου έφτασε λίγο πριν από το ηλιοβασίλεμα κι αμέσως πρόσταξε τα πληρώματα ν᾽ αποβιβαστούν και να δειπνήσουν. [5.1.8] Ο Εύνομος [5.1.9] Την ώρα που τα πλοία του Ευνόμου βρίσκονταν κοντά στη στεριά, στην περιοχή του Ζωστήρα της Αττικής, ο Γοργώπας πρόσταξε να σαλπίσουν επίθεση. Από τα πλοία του Ευνόμου άλλα είχαν αρχίσει κιόλας ν᾽ αποβιβάζουν τα πληρώματά τους, άλλα αγκυροβολούσαν κι άλλα έπλεαν ακόμη. Η ναυμαχία έγινε στο φως του φεγγαριού· ο Γοργώπας αιχμαλώτισε τέσσερα πολεμικά, τα ᾽δεσε και τα πήρε μαζί του κατά την Αίγινα, ενώ τα υπόλοιπα πλοία των Αθηναίων κατέφυγαν στον Πειραιά.
. [5.1.12] Αφού προσπέρασαν οι πρώτοι την ενέδρα, οι άνδρες του Χαβρία σηκώθηκαν κι άρχισαν ευθύς να τους ρίχνουν ακόντια και βέλη· συνάμα έκαναν επίθεση κι οι οπλίτες που είχαν αποβιβαστεί από τα καράβια. Όσοι από τους αντιπάλους βάδιζαν μπροστά, δίχως πυκνή τάξη, γρήγορα σκοτώθηκαν — ανάμεσά τους ο Γοργώπας κι οι Λακεδαιμόνιοι. Μόλις έπεσαν αυτοί, οι άλλοι τράπηκαν σε φυγή. Σκοτώθηκαν τότε κάπου εκατόν πενήντα Αιγινήτες καθώς και διακόσιοι τουλάχιστον ξένοι, μέτοικοι και ναύτες που είχαν τρέξει βιαστικά να βοηθήσουν. Μετά απ᾽ αυτό, ακόμα κι ο Ετεόνικος, όσο κι αν τους πίεζε, δεν κατόρθωνε να πείσει τους ναύτες του να πιάσουν τα κουπιά, γιατί δεν τους έδινε μισθό·