ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ 120ΜΟΣ. Εγώ γυρίζω πίσω χωρίς να μελετήσω τίποτε,
από όσα τότε είχα στο μυαλό μου.
Γιατί όταν βρέθηκα μόνος μου σε ερημιά,
έκανα του γάμου τη θυσία, προσκαλούσα
τους φίλους, έστελνα για νερό των λουτρών τις γυναίκες,
125μοίραζα το γαμήλιο γλύκισμα στα σπίτια,
τραγουδούσα τον υμέναιο, σιγομουρμούριζα.
Ήμουν βλάκας. Κι όταν πια χόρτασα απ᾽ αυτά—
Απόλλωνά μου, νά ο πατέρας μου. Άκουσε άραγε;
Καλώς όρισες, πατέρα. ΔΗΜ. Καλώς σε βρήκα, γιέ μου.
ΜΟΣ. Γιατί είσαι σκυθρωπός; ΔΗΜ. Ρωτάς γιατί; Δεν ήξερα,
130όπως φαίνεται, πως έχω γυναίκα μια εταίρα.
ΜΟΣ. Γυναίκα νόμιμη; Πώς; Δεν σε καταλαβαίνω.
ΔΗΜ. Έχω αποκτήσει, όπως φαίνεται, κρυφά ένα γιό·
θα τον πάρει αμέσως και θα φύγει αυτή, στα κομμάτια,
από το σπίτι μου. ΜΟΣ. Μη, όχι. ΔΗΜ. Πώς όχι; Αλήθεια,
135περιμένεις ν᾽ αναθρέψω εγώ στο σπίτι μου νόθο γιό;
Ανόητο, δεν ταιριάζει αυτό σε μένα.
ΜΟΣ. Ποιός από μας είναι γνήσιος, για τ᾽ όνομα των θεών,
ή ποιός νόθος, κι οι δυο δεν είναι άνθρωποι;
ΔΗΜ. Έλα, άφησε τα αστεία. ΜΟΣ. Μα τον Διόνυσο,
140μιλάω σοβαρά. Νομίζω πως σε τίποτε δεν διαφέρει
γενιά από γενιά, αλλά, δίκαια κανείς αν εξετάσει,
γνήσιος είναι ο καλός, ενώ ο κακός είναι
και νόθος και δούλος…
(λείπουν περίπου 7 στίχοι, ενώ από άλλους περίπου 15 μικρό μέρος μόνο έχει σωθεί)
150ΔΗΜ. …όταν αυτοί τη δώσουν, θα γίνει ο γάμος.
ΜΟΣ. Αχ, και να καταλάβαινες ότι βιάζομαι,
χωρίς να μου ζητήσεις να μάθεις τίποτε,
και να με βοηθούσες!
ΔΗΜ. Βιάζεσαι; Χωρίς να μάθω
τίποτε; Μοσχίων, καταλαβαίνω τί συμβαίνει.
155Τρέχω αμέσως σ᾽ αυτόν εδώ, να του πω να βάλει
μπρος τον γάμο. Εμείς θα ετοιμαστούμε αμέσως.
ΜΟΣ. Τί λες; Να πάω τώρα μέσα
για ραντίσματα, σπονδές, και λιβανίσματα,
κι ύστερα θα πάω να πάρω τη νύφη;
160ΔΗΜ. Όχι ακόμη, ώσπου να μάθω αν κι αυτός
συμφωνεί με μας. ΜΟΣ. Δεν θα σου φέρει αντίρρηση.
Εγώ δεν πρέπει με την παρουσία μου
να γίνω ενοχλητικός, γι᾽ αυτό φεύγω.
|