[4.7.1] Μόλις πέρασε ο χειμώνας κι ήρθε η άνοιξη, σύμφωνα με την υπόσχεση που είχε δώσει στους Αχαιούς ο Αγησίλαος κήρυξε επιστράτευση εναντίον των Ακαρνάνων. Όταν τούτοι το ᾽μαθαν, σκέφτηκαν ότι καθώς οι πόλεις τους βρίσκονταν στο εσωτερικό της χώρας, αν ο εχθρός κατέστρεφε το στάρι τους θα ᾽ταν το ίδιο σαν να στρατοπέδευε γύρω στις πόλεις και τις πολιορκούσε. Έστειλαν λοιπόν πρέσβεις στη Λακεδαίμονα, που έκαναν ειρήνη με τους Αχαιούς και συμμαχία με τους Λακεδαιμονίους. Έτσι τέλειωσε η υπόθεση των Ακαρνάνων. [4.7.2] Έπειτ᾽ απ᾽ αυτό οι Λακεδαιμόνιοι έκριναν ότι θα ᾽ταν επικίνδυνο να εκστρατεύσουν εναντίον των Αθηναίων ή των Βοιωτών αφήνοντας πίσω τους, κοντά στα σύνορά τους, μια τόσο μεγάλη εχθρική πόλη όπως το Άργος· κήρυξαν λοιπόν επιστράτευση εναντίον των Αργείων. Όταν ο Αγησίπολις έμαθε ότι εκείνος θα διοικούσε το εκστρατευτικό σώμα, κι αφού βγήκαν καλά τα σημάδια της θυσίας στα σύνορα, πήγε στην Ολυμπία· εκεί ζήτησε χρησμό, ρωτώντας τον θεό αν θα ᾽ταν ασέβεια ν᾽ αρνηθεί την εκεχειρία που ζητούσαν οι Αργείοι, μια και αυτοί επικαλούνταν τους ιερούς τους μήνες όχι τον καιρό που έπεφταν στ᾽ αλήθεια, αλλά κάθε φορά που ετοιμάζονταν να εισβάλουν οι Λακεδαιμόνιοι. Ο θεός του ᾽δωσε σημάδι ότι δεν αποτελούσε ασέβεια ν᾽ αρνηθεί την εκεχειρία που οι άλλοι ζητούσαν με κακόπιστο πρόσχημα. Αποκεί ο Αγησίπολις πήγε κατευθείαν στους Δελφούς, να ρωτήσει τον Απόλλωνα αν έχει την ίδια γνώμη με τον πατέρα του για την εκεχειρία. Ο Απόλλων απάντησε κατηγορηματικά, με το ίδιο πνεύμα. [4.7.3] Τότε ο Αγησίπολις παρέλαβε τον στρατό από τον Φλειούντα, όπου συγκεντρωνόταν όσο εκείνος ταξίδευε στα μαντεία, και εισέβαλε στην Αργολίδα από τη Νεμέα. Οι Αργείοι κατάλαβαν ότι δεν θα μπορούσαν να τον σταματήσουν και του ᾽στειλαν, σύμφωνα με το έθιμό τους, δύο κήρυκες στεφανωμένους που επικαλέστηκαν την εκεχειρία. Ο Αγησίπολις ωστόσο τους αποκρίθηκε ότι δεν αναγνωρίζει την εκεχειρία, αφού κατά τη γνώμη των θεών δεν είχαν δικαίωμα να την επικαλεστούν, και εισέβαλε στο έδαφός τους — πράγμα που προκάλεσε μεγάλη ταραχή και φόβο και στον αγροτικό και στον αστικό πληθυσμό. [4.7.4] Το πρώτο βράδυ που δειπνούσε στο έδαφος του Άργους, την ώρα των σπονδών μετά το δείπνο, ο θεός έκανε σεισμό. Οι σύντροφοι του βασιλιά άρχισαν να τραγουδάνε τον παιάνα για τον Ποσειδώνα, κι όλοι οι άλλοι Λακεδαιμόνιοι τους ακολούθησαν· ο υπόλοιπος στρατός ωστόσο νόμισε πως έπρεπε να εγκαταλείψουν τη χώρα, επειδή κι ο Άγις κάποτε είχε εκκενώσει την Ήλιδα ύστερα από σεισμό. Ο Αγησίπολις όμως είπε ότι αν ο σεισμός είχε γίνει πριν από την εισβολή θα παραδεχόταν πως ο θεός ήθελε να τη σταματήσει, αλλά, μια και είχε κιόλας εισβάλει, πίστευε ότι ο θεός τον επιδοκίμαζε. [4.7.5] Την άλλη μέρα λοιπόν έκανε θυσία στον Ποσειδώνα και κίνησε ξανά, προχωρώντας βαθιά στο εσωτερικό της χώρας. Καθώς δεν είχε περάσει πολύς καιρός από όταν εξεστράτευσε στην Αργολίδα ο Αγησίλαος, ο Αγησίπολις ζητούσε να μάθει από τους στρατιώτες σε ποιά απόσταση από τα τείχη της πόλης είχε φτάσει εκείνος, ώς πού είχε λεηλατήσει τη χώρα — και προσπαθούσε, σαν αγωνιστής του πεντάθλου, να τον ξεπεράσει σ᾽ όλα. [4.7.6] Σε μια περίπτωση μάλιστα, όταν τον χτύπησαν από τους πύργους του τείχους, πέρασε την τάφρο που υπήρχε γύρω από τα τείχη. Και μια φορά που οι περισσότεροι Αργείοι έλειπαν στη Λακωνική, τόσο κοντά στις πύλες πλησίασε, ώστε οι Αργείοι που ήσαν εκεί έκλεισαν έξω τους Βοιωτούς ιππείς που ήθελαν να μπουν, από φόβο μήπως από τις πύλες εισχωρήσουν μαζί τους και οι Λακεδαιμόνιοι· έτσι αναγκάστηκαν οι ιππείς να κολλήσουν σαν τις νυχτερίδες στα τείχη, κάτω από τις επάλξεις — και πολλοί άνδρες κι άλογα θα ᾽χαν σκοτωθεί από βέλη, αν οι Κρητικοί τοξότες δεν τύχαινε να λείπουν εκείνη την ώρα σε μιαν επιδρομή στο Ναύπλιο. [4.7.7] Μετά απ᾽ αυτά, ενώ ήταν στρατοπεδευμένοι κοντά στην «Κλεισούρα», έπεσε αστροπελέκι στο στρατόπεδο, και σκοτώθηκαν μερικοί ακαριαία κι άλλοι χάθηκαν από τον τρόμο τους. Αργότερα πάλι ο Αγησίπολις θέλησε να οχυρώσει ένα φυλάκιο πάνω από το πέρασμα της Κηλούσας, όταν όμως έκανε θυσία βρέθηκαν τα συκώτια των σφαγίων λειψά. Τότε ο Αγησίπολις έφυγε με τον στρατό και τον απέλυσε, αφού προξένησε μεγάλες ζημιές στους Αργείους με την αναπάντεχη εισβολή του. [394 π.Χ.] |