Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

Ρητορική (1383b-1384a)

[VI] Ποῖα δ᾽ αἰσχύνονται καὶ ἀναισχυντοῦσιν, καὶ πρὸς τίνας καὶ πῶς ἔχοντες, ἐκ τῶνδε δῆλον. ἔστω δὴ αἰσχύνη λύπη τις ἢ ταραχὴ περὶ τὰ εἰς ἀδοξίαν φαινόμενα φέρειν τῶν κακῶν, ἢ παρόντων ἢ γεγονότων ἢ μελλόντων, ἡ δ᾽ ἀναισχυντία ὀλιγωρία τις καὶ ἀπάθεια περὶ τὰ αὐτὰ ταῦτα. εἰ δή ἐστιν αἰσχύνη ἡ ὁρισθεῖσα, ἀνάγκη αἰσχύνεσθαι ἐπὶ τοῖς τοιούτοις τῶν κακῶν ὅσα αἰσχρὰ δοκεῖ εἶναι ἢ αὐτῷ ἢ ὧν φροντίζει· τοιαῦτα δ᾽ ἐστὶν ὅσα ἀπὸ κακίας ἔργα ἐστίν, οἷον τὸ ἀποβαλεῖν ἀσπίδα ἢ φυγεῖν· ἀπὸ δειλίας γάρ. καὶ τὸ ἀποστερῆσαι παρακαταθήκην [ἢ ἀδικῆσαι]· ἀπὸ ἀδικίας γάρ. καὶ τὸ συγγενέσθαι αἷς οὐ δεῖ ἢ οὗ οὐ δεῖ ἢ ὅτε οὐ δεῖ· ἀπὸ ἀκολασίας γάρ. καὶ τὸ κερδαίνειν ἀπὸ μικρῶν ἢ αἰσχρῶν ἢ ἀπὸ ἀδυνάτων, οἷον πενήτων ἢ τεθνεώτων, ὅθεν καὶ ἡ παροιμία τὸ ἀπὸ νεκροῦ φέρειν· ἀπὸ αἰσχροκερδείας γὰρ καὶ ἀνελευθερίας. καὶ τὸ μὴ βοηθεῖν, δυνάμενον, εἰς χρήματα, ἢ ἧττον βοηθεῖν. καὶ τὸ βοηθεῖσθαι παρὰ τῶν ἧττον εὐπόρων, καὶ δανείζεσθαι ὅτε δόξει αἰτεῖν, καὶ αἰτεῖν ὅτε ἀπαιτεῖν, καὶ ἀπαιτεῖν ὅτε αἰτεῖν, καὶ ἐπαινεῖν ἃ δόξει αἰτεῖν, καὶ τὸ ἀποτετυχηκότα μηδὲν ἧττον· πάντα γὰρ ἀνελευθερίας ταῦτα σημεῖα, τὸ δ᾽ ἐπαινεῖν παρόντας κολακείας, καὶ τὸ τἀγαθὰ μὲν ὑπερεπαινεῖν τὰ δὲ φαῦλα συναλείφειν, καὶ τὸ ὑπεραλγεῖν ἀλγοῦντι παρόντα, καὶ τἆλλα πάντα ὅσα τοιαῦτα· κολακείας γὰρ σημεῖα. καὶ τὸ μὴ ὑπομένειν πόνους οὓς οἱ πρεσβύτεροι [1384a] ἢ τρυφῶντες ἢ ἐν ἐξουσίᾳ μᾶλλον ὄντες ἢ ὅλως οἱ ἀδυνατώτεροι· πάντα γὰρ μαλακίας σημεῖα. καὶ τὸ ὑφ᾽ ἑτέρου εὖ πάσχειν, καὶ τὸ πολλάκις, καὶ ὃ εὖ ἐποίησεν ὀνειδίζειν· μικροψυχίας γὰρ πάντα καὶ ταπεινότητος σημεῖα. καὶ τὸ περὶ αὑτοῦ πάντα λέγειν καὶ ἐπαγγέλλεσθαι, καὶ τὸ τἀλλότρια αὑτοῦ φάσκειν· ἀλαζονείας γάρ. ὁμοίως δὲ καὶ ἀπὸ τῶν ἄλλων ἑκάστης τῶν τοῦ ἤθους κακιῶν τὰ ἔργα καὶ τὰ σημεῖα καὶ τὰ ὅμοια· αἰσχρὰ γὰρ καὶ ἀναίσχυντα. καὶ ἐπὶ τούτοις τὸ τῶν καλῶν ὧν πάντες μετέχουσιν, ἢ οἱ ὅμοιοι πάντες ἢ οἱ πλεῖστοι, μὴ μετέχειν —ὁμοίους δὲ λέγω ὁμοεθνεῖς, πολίτας, ἡλικιώτας, συγγενεῖς, ὅλως τοὺς ἐξ ἴσου— αἰσχρὸν γὰρ ἤδη τὸ μὴ μετέχειν οἷον παιδεύσεως ἐπὶ τοσοῦτον, καὶ τῶν ἄλλων ὁμοίως. πάντα δὲ ταῦτα μᾶλλον, ἂν δι᾽ ἑαυτὸν φαίνηται· οὕτω γὰρ ἤδη ἀπὸ κακίας μᾶλλον, ἂν αὐτὸς ᾖ αἴτιος τῶν ὑπαρξάντων ἢ ὑπαρχόντων ἢ μελλόντων. πάσχοντες δὲ ἢ πεπονθότες ἢ πεισόμενοι τὰ τοιαῦτα αἰσχύνονται ὅσα εἰς ἀτιμίαν φέρει καὶ ὀνείδη· ταῦτα δ᾽ ἐστὶ τὰ εἰς ὑπηρετήσεις ἢ σώματος ἢ ἔργων αἰσχρῶν, ὧν ἐστιν τὸ ὑβρίζεσθαι. καὶ τὰ μὲν εἰς ἀκολασίαν καὶ ἑκόντα καὶ ἄκοντα, τὰ δ᾽ εἰς βίαν ἄκοντα· ἀπὸ ἀνανδρίας γὰρ ἢ δειλίας ἡ ὑπομονὴ καὶ τὸ μὴ ἀμύνεσθαι.

[6] Τί λογής πράγματα κάνουν τους ανθρώπους να ντρέπονται και για ποιά δεν αισθάνονται ντροπή, απέναντι σε ποιά πρόσωπα συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο και ποιά είναι τότε η γενικότερη κατάστασή τους, όλα αυτά θα γίνουν φανερά από όσα θα πούμε παρακάτω. Ας δεχτούμε λοιπόν ότι η ντροπή είναι εκείνη η λύπη ή ταραχή η οποία σχετίζεται με τα κακά (παρόντα, παρελθόντα ή μελλοντικά) που θεωρούνται ότι κάνουν τους ανθρώπους να χάνουν την υπόληψή τους, και ότι η αναισχυντία είναι ένα είδος απάθειας και αδιαφορίας για τα ίδια αυτά πράγματα. Αν λοιπόν η ντροπή είναι αυτό που είπαμε στον ορισμό μας, υποχρεωτικά τη ντροπή την αισθάνεται κανείς για εκείνα τα κακά που θεωρούνται από τον κόσμο άσχημα είτε γι᾽ αυτόν τον ίδιο είτε για τα άτομα για τα οποία αυτός έχει προσωπικό ενδιαφέρον. Εδώ ανήκουν όλες οι πράξεις που έχουν την αρχή τους σε μια κακία, π.χ. να πετάξει κανείς την ασπίδα του ή να τραπεί σε φυγή (και τα δύο αυτά έχουν την αρχή τους στη δειλία), ή να καταχρασθεί κάτι που του εμπιστεύθηκαν (αυτό δείχνει άδικο άνθρωπο). Επίσης το να έχει σεξουαλικές σχέσεις με άτομα που δεν πρέπει, ή σε τόπο που δεν πρέπει, ή σε χρόνο που δεν πρέπει (αυτά είναι πράγματα που δείχνουν ακόλαστο άνθρωπο). Επίσης το να ζητάει να κερδίσει από μικρά και ασήμαντα πράγματα, από πράγματα άσχημα και ποταπά, ή από άτομα απροστάτευτα, από φτωχούς π.χ. ή από πεθαμένους, εξού και η παροιμία «ακόμη και από πτώμα να κερδίσει» (τέτοιες πράξεις έχουν την αρχή τους στην αισχροκέρδεια και τη φιλαργυρία). Επίσης το να μη βοηθάει σε χρήμα, ενώ μπορεί, ή να βοηθάει λιγότερο από ό,τι μπορεί. Επίσης το να δέχεται βοήθεια από ανθρώπους λιγότερο εύπορους από τον ίδιο. Επίσης το να ζητάει δανεικά από κάποιον, όταν αυτός του δίνει την εντύπωση ότι θα του ζητήσει χρήματα· να προλαβαίνει να ζητήσει αυτός χρήματα όταν κάποιος φαίνεται ότι έρχεται να του ζητήσει όσα του χρωστάει· να προλαβαίνει να ζητήσει αυτός όσα του χρωστούνε, όταν οι άλλοι έρχονται να του ζητήσουν χρήματα· να επαινεί κάτι, για να φανεί ότι το ζητάει, και αν δεν το πετύχει, αυτός να επιμένει: όλα αυτά δείχνουν φιλαργυρία. Το να επαινεί κανείς κάποιους ανθρώπους επί παρουσία τους είναι κολακεία, όπως και το να υπερεπαινεί τα καλά τους και να συγκαλύπτει τα κακά· επίσης το να δείχνει υπερβολική λύπη για τη λύπη κάποιου μπροστά του: όλα, γενικά, αυτού του είδους τα πράγματα δείχνουν κολακεία. Το να μη μπορεί, επίσης, κανείς να αντέξει τους κόπους που αντέχουν οι πιο ηλικιωμένοι από αυτόν, [1384a] ή αυτοί που ζουν μια τρυφηλή ζωή, ή αυτοί που έχουν σε μεγαλύτερο βαθμό τη δυνατότητα να τους αποφύγουν, ή —γενικά— αυτοί που είναι λιγότερο ικανοί από αυτόν σ᾽ αυτό το πράγμα: όλα αυτά δείχνουν άνθρωπο μαλθακό. Επίσης το να δέχεται ευεργεσίες από άλλον, και συχνά, και ύστερα να του πετάει στα μούτρα την ευεργεσία που του έκανε: όλα αυτά δείχνουν άνθρωπο μικρό και τιποτένιο. Επίσης το να μιλάει κανείς συνεχώς για τον εαυτό του και να υπόσχεται μεγαλόστομα τα πάντα και, ακόμη, να παρουσιάζει ως δικά του τα ξένα: όλα αυτά δείχνουν άνθρωπο αλαζόνα. Παρόμοια, βέβαια, και όλες οι πράξεις, τα σημάδια και τα παρόμοια, που οφείλονται σε κάθε άλλο επιμέρους ελάττωμα του χαρακτήρα: όλα αυτά είναι άσχημα και ντροπιαστικά. Επιπλέον το να μη μετέχει κανείς στα καλά πράγματα στα οποία μετέχουν όλοι, ή όλοι οι όμοιοί του, ή οι πιο πολλοί τους (με το «όμοιοι» εννοώ τους ομοεθνείς, τους συμπολίτες, τους συνομήλικους, τους συγγενείς, γενικά αυτούς με τους οποίους υπάρχει σχέση ισότητας)· γιατί είναι κιόλας ντροπή το να μη μετέχει κανείς στον ίδιο βαθμό με τους άλλους επί παραδείγματι στη μόρφωση, όπως και σε όλα τα άλλα — όλες, πάντως, αυτές οι ελλείψεις προκαλούν ακόμη μεγαλύτερη ντροπή, αν είναι φανερό ότι έχουν την αρχή τους στον ίδιο· γιατί στην περίπτωση αυτή γίνεται πια σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό φανερό ότι έχουν την αρχή τους σε κάποιο προσωπικό ελάττωμα, αν το ίδιο το άτομο είναι η αιτία για τις παλαιότερες, τις τωρινές και τις μελλοντικές ελλείψεις του. Νιώθουν επίσης ντροπή όσοι παθαίνουν ή έπαθαν ή πρόκειται να πάθουν κάτι από τα πράγματα που επιφέρουν ατίμωση και όνειδος· τέτοια είναι όσα σχετίζονται είτε με τη διάθεση του κορμιού τους σε κάποιον άλλον είτε με την εξυπηρέτηση αισχρών πράξεων — εδώ ανήκει και ο βιασμός. Θεληματικές ή αθέλητες οι ακόλαστες πράξεις είναι το ίδιο ντροπιαστικές· εν πάση περιπτώσει, οι πράξεις που γίνονται κάτω από την άσκηση βίας είναι αθέλητες.