[285] Χάρη σ᾽ εμένα, Αισχίνη, η πόλη επέλεξε και πέτυχε πολλά, ευγενή και μεγάλα έργα, που δεν τα ξέχασε. Απόδειξη· όταν ήταν να εκλέξει ο λαός τον ομιλητή προς τιμήν των νεκρών αμέσως μετά τα γεγονότα, δεν επέλεξαν εσένα, παρά την ωραία σου φωνή, μόλο που προτάθηκες, ούτε τον Δημάδη, που μόλις είχε ρυθμίσει τους όρους της ειρήνης, ούτε και τον Ηγήμονα ούτε κανέναν άλλον από την κλίκα σας, αλλά εμένα. Και, ενώ εσύ και ο Πυθοκλής ανεβήκατε στο βήμα, ω Δία και θεοί, κατά τρόπο ωμό και αναιδέστατο και διατυπώνατε εναντίον μου τις ίδιες ακριβώς κατηγορίες με τις σημερινές, παρ᾽ όλες τις λοιδορίες σας, ο λαός επέμεινε στην εκλογή του, κάνοντάς την έτσι πιο τιμητική. [286] Την αιτία ασφαλώς την ξέρεις· ωστόσο, θα σου την πως και εγώ. Αυτοί εδώ ήταν γνώστες και των δύο, τόσο της δικής μου αγάπης προς αυτούς και της προθυμίας με την οποία ενεργούσα για τις υποθέσεις της πόλης, όσο και της δικής σας, Αισχίνη, άδικης συμπεριφοράς. Όσα δηλαδή αρνιόσασταν με όρκους, όταν πήγαιναν καλά τα πράγματα της πόλης, τα παραδεχτήκατε όταν αυτή ατύχησε. Θεώρησαν λοιπόν ότι εκείνοι που εκδήλωσαν τις διαθέσεις τους στις κοινές συμφορές ήταν βέβαια κρυφοί εχθροί τους, αλλά τότε είχαν αποκαλυφθεί. [287] Εξάλλου, θεώρησαν πρέπον ο άνθρωπος που θα μιλούσε προς τιμήν των πεσόντων και θα εξυμνούσε την ανδρεία τους να μην είχε μείνει κάτω από την ίδια στέγη ούτε να είχε πάρει μέρος στις γιορταστικές εκδηλώσεις με τους ίδιους που πολέμησαν εναντίον των νεκρών· ούτε ο ίδιος άνθρωπος να γλεντάει με τους φονιάδες τους και να ψάλλει παιάνες στη Μακεδονία για τις συμφορές των Ελλήνων, και επιστρέφοντας εδώ να τιμάται· ούτε φαινομενικά να βγάζει σαν ηθοποιός δάκρυα πόνου για την τύχη εκείνων, αλλά να συμμετέχει με την ψυχή του στον πόνο. Αυτόν τον πόνο τον έβλεπαν στον εαυτό τους και σ᾽ εμένα, όχι σε σας. [288] Αυτοί ακριβώς ήταν οι λόγοι για τους οποίους επέλεξαν να είμαι εγώ ομιλητής και όχι ένας από σας. Και δεν ήταν μόνο ο λαός που είχε αυτή τη γνώμη για μένα, αλλά και οι πατέρες και τα αδέρφια των πεσόντων, που επιλέχτηκαν από τον λαό να κανονίσουν τα της ταφής, δεν είχαν για μένα διαφορετική γνώμη· και μάλιστα, ενώ είχαν χρέος να κάνουν την παρηγοριά στο σπίτι του πιο στενού συγγενούς των νεκρών, όπως απαιτεί γενικά το έθιμο, την έκαναν στο δικό μου σπίτι. Και δικαιολογημένα· γιατί καθένας τους χωριστά είχε βέβαια εξ αίματος πιο κοντινή συγγένεια με τον νεκρό από ό,τι εγώ, αλλά πέρα από τους δεσμούς συγγένειας στο σύνολο των νεκρών κανένας δεν ήταν πιο οικείος από μένα. Γιατί αυτός που ενδιαφερόταν περισσότερο από όλους να σωθούν εκείνοι και να νικήσουν, αυτός ήταν επόμενο να αισθάνεται και τη μεγαλύτερη λύπη για όλους αυτούς, όταν έπαθαν όσα μακάρι να μην είχαν πάθε ποτέ. [289] Διάβασέ του αυτό εδώ το επίγραμμα, που επίσημα η πόλη αποφάσισε να χαράξει πάνω στον τύμβο τους, για να μάθεις και μέσα από αυτούς τους στίχους ότι είσαι αναίσθητος, συκοφάντης και βρομερός. Διάβαζε. ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ Οι προκείμενοι νεκροί για την πατρίδα πήραν τα όπλα και ταπείνωσαν τον αλαζόνα εχθρό. Στη μάχη δεν έσωσαν τη ζωή τους, αλλ᾽ όρισαν τον Άδη ανδρείας και δειλίας κοινό κριτή για χάρη των Ελλήνων, για να μη βάλουν ζυγό στον αυχένα τους και κουβαλούν μαζί τους τον σκληρό της σκλαβιάς εξευτελισμό. Γη πατρική κρατά στα σπλάχνα της τα πολύπαθα κορμιά τους, γιατί αυτή για τους θνητούς η κρίση ᾽ναι του Δία. Απ᾽ τους θεούς εξαρτάται η των σφαλμάτων αποφυγή και η των πάντων επιτυχία στη ζωή. Αλλά θνητός κανείς τη μοίρα ν᾽ αποφύγει δεν μπορεί. [290] Ακούς, Αισχίνη «απ᾽ τους θεούς εξαρτάται η των σφαλμάτων αποφυγή και η των πάντων επιτυχία στη ζωή»; Δεν απέδωσε τη δυνατότητα της επιτυχίας των αγωνιστών στον σύμβουλο αλλά στους θεούς. Τότε γιατί, καταραμένε, με λοιδορείς γι᾽ αυτά και λες αυτά που εύχομαι οι θεοί να στρέψουν στο κεφάλι σου και στο κεφάλι των παιδιών σου;
|