ΕΝΑΤΟΣ ΠΥΘΙΟΝΙΚΟΣΓΙΑ ΤΟΝ ΤΕΛΕΣΙΚΡΑΤΗ ΤΟΝ ΚΥΡΗΝΑΙΟ,ΝΙΚΗΤΗ ΣΕ ΟΠΛΙΤΟΔΡΟΜΙΑ Θέλω, με τις βαθύζωστες Χάριτες αντάμα, [στρ. α]
την πυθική τη νίκη διαλαλώντας του αθλητή με τη χαλκή ασπίδα,
του Τελεσικράτη, του μακάριου άντρα, να βροντοφωνάξω
το τραγούδι για την αρματηλάτισσα Κυρήνη.
5Αυτήν ο μακρυμάλλης της Λητώς ο γιος κάποτε
απ᾽ του Πηλίου τις λαγκαδιές τις ανεμόδαρτες
την πήρε γρήγορα, και πάνω στο χρυσό του άρμα
έφερε την παρθένα κυνηγήτρα
6ασε χώρα με πολλούς καρπούς και με πολλά κοπάδια
και θαλερή αρχόντισσα την έκανε,
για να κατοικεί στην τρισχαριτωμένη τρίτη ρίζα της στεριάς.
Εκεί η αργυρόποδη Αφροδίτη δέχτηκε [αντ. α]
10τον ξένο από τη Δήλο
και του ᾽δωσε το ανάλαφρό της χέρι,
για να κατέβει απ᾽ το θεότευκτο άρμα.
Κι άπλωσε στη γλυκιά τους κλίνη την αξιέραστη σεμνότητα,
του γάμου τα δεσμά ταιριάζοντας που τον θεό ενώσαν
με του παντοδύναμου Υψέα την κόρη,
του τότε βασιλιά των Λαπιθών των αλαζόνων,
14ατου ήρωα που του Ωκεανού ήταν εγγόνι.
15Αυτόν στις ξακουστές της Πίνδου λαγκαδιές
η Κρέουσα η νεράιδα τον εγέννησε,
της Γαίας η θυγατέρα,
στου Πηνειού το ερωτικό κρεβάτι σαν ευφράνθη.
Κι αυτός ανάθρεψε τη δυνατή Κυρήνη, [επωδ. α]
που ούτε της σαΐτας του αργαλειού το πηγαινέλα αγάπησε
ούτε και τη διασκέδαση των σπιτικών δείπνων με τις φίλες·
20με χάλκινα κοντάρια και σπαθί μαχότανε
κι άγρια θεριά ξολόθρευε, γαλήνη άφθονη χαρίζοντας
κι ειρήνη στα πατρικά κοπάδια,
ενώ τον σύντροφο του κρεβατιού, τον ύπνο,
που ᾽ναι γλυκός στα βλέφαρα σαν η αυγή ζυγώνει,
25λίγο τον εχαιρόταν.
|