Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Ἑλληνικά (4.3.10-4.3.23)

[4.3.10] Ὄντος δ᾽ αὐτοῦ ἐπὶ τῇ ἐμβολῇ ὁ ἥλιος μηνοειδὴς ἔδοξε φανῆναι, καὶ ἠγγέλθη ὅτι ἡττημένοι εἶεν Λακεδαιμόνιοι τῇ ναυμαχίᾳ καὶ ὁ ναύαρχος Πείσανδρος τεθναίη. ἐλέγετο δὲ καὶ ᾧ τρόπῳ ἡ ναυμαχία ἐγένετο. [4.3.11] εἶναι μὲν γὰρ περὶ Κνίδον τὸν ἐπίπλουν ἀλλήλοις, Φαρνάβαζον δὲ ναύαρχον ὄντα σὺν ταῖς Φοινίσσαις εἶναι, Κόνωνα δὲ τὸ Ἑλληνικὸν ἔχοντα τετάχθαι ἔμπροσθεν αὐτοῦ. [4.3.12] ἀντιπαραταξαμένου δὲ τοῦ Πεισάνδρου, καὶ πολὺ ἐλαττόνων αὐτῷ τῶν νεῶν φανεισῶν τῶν αὑτοῦ τοῦ μετὰ Κόνωνος [τοῦ] Ἑλληνικοῦ, τοὺς μὲν ἀπὸ τοῦ εὐωνύμου συμμάχους εὐθὺς αὐτῷ φεύγειν, αὐτὸν δὲ συμμείξαντα τοῖς πολεμίοις ἐμβολὰς ἐχούσῃ τῇ τριήρει πρὸς τὴν γῆν ἐξωσθῆναι· καὶ τοὺς μὲν ἄλλους ὅσοι εἰς τὴν γῆν ἐξεώσθησαν ἀπολιπόντας τὰς ναῦς σῴζεσθαι ὅπῃ δύναιντο εἰς τὴν Κνίδον, αὐτὸν δ᾽ ἐπὶ τῇ νηὶ μαχόμενον ἀποθανεῖν. [4.3.13] ὁ οὖν Ἀγησίλαος πυθόμενος ταῦτα τὸ μὲν πρῶτον χαλεπῶς ἤνεγκεν· ἐπεὶ μέντοι ἐνεθυμήθη ὅτι τοῦ στρατεύματος τὸ πλεῖστον εἴη αὐτῷ οἷον ἀγαθῶν μὲν γιγνομένων ἡδέως μετέχειν, εἰ δέ τι χαλεπὸν ὁρῷεν, οὐκ ἀνάγκην εἶναι κοινωνεῖν αὐτοῖς, ἐκ τούτου μεταβαλὼν ἔλεγεν ὡς ἀγγέλλοιτο ὁ μὲν Πείσανδρος τετελευτηκώς, νικῴη δὲ τῇ ναυμαχίᾳ. [4.3.14] ἅμα δὲ ταῦτα λέγων καὶ ἐβουθύτει ὡς εὐαγγέλια καὶ πολλοῖς διέπεμπε τῶν τεθυμένων· ὥστε ἀκροβολισμοῦ ὄντος πρὸς τοὺς πολεμίους ἐκράτησαν οἱ τοῦ Ἀγησιλάου τῷ λόγῳ ὡς Λακεδαιμονίων νικώντων τῇ ναυμαχίᾳ. [4.3.15] Ἦσαν δ᾽ οἱ μὲν ἀντιτεταγμένοι τῷ Ἀγησιλάῳ Βοιωτοί, Ἀθηναῖοι, Ἀργεῖοι, Κορίνθιοι, Αἰνιᾶνες, Εὐβοεῖς, Λοκροὶ ἀμφότεροι· σὺν Ἀγησιλάῳ δὲ Λακεδαιμονίων μὲν μόρα ἡ ἐκ Κορίνθου διαβᾶσα, ἥμισυ δὲ μόρας τῆς ἐξ Ὀρχομενοῦ, ἔτι δ᾽ οἱ ἐκ Λακεδαίμονος νεοδαμώδεις συστρατευσάμενοι αὐτῷ, πρὸς δὲ τούτοις οὗ Ἡριππίδας ἐξενάγει ξενικοῦ, ἔτι δὲ οἱ ἀπὸ τῶν ἐν τῇ Ἀσίᾳ πόλεων Ἑλληνίδων, καὶ ἀπὸ τῶν ἐν τῇ Εὐρώπῃ ὅσας διιὼν παρέλαβεν· αὐτόθεν δὲ προσεγένοντο ὁπλῖται Ὀρχομένιοι καὶ Φωκεῖς. πελτασταί γε μὴν πολὺ πλείους οἱ μετ᾽ Ἀγησιλάου· ἱππεῖς δ᾽ αὖ παραπλήσιοι ἀμφοτέροις τὸ πλῆθος. [4.3.16] ἡ μὲν δὴ δύναμις αὕτη ἀμφοτέρων· διηγήσομαι δὲ καὶ τὴν μάχην, καὶ πῶς ἐγένετο οἵα οὐκ ἄλλη τῶν γ᾽ ἐφ᾽ ἡμῶν. συνῇσαν μὲν γὰρ εἰς τὸ κατὰ Κορώνειαν πεδίον οἱ μὲν σὺν Ἀγησιλάῳ ἀπὸ τοῦ Κηφισοῦ, οἱ δὲ σὺν Θηβαίοις ἀπὸ τοῦ Ἑλικῶνος. εἶχε δ᾽ Ἀγησίλαος μὲν δεξιὸν τοῦ μετ᾽ αὐτοῦ, Ὀρχομένιοι δ᾽ αὐτῷ ἔσχατοι ἦσαν τοῦ εὐωνύμου. οἱ δ᾽ αὖ Θηβαῖοι αὐτοὶ μὲν δεξιοὶ ἦσαν, Ἀργεῖοι δ᾽ αὐτοῖς τὸ εὐώνυμον εἶχον. [4.3.17] συνιόντων δὲ τέως μὲν σιγὴ πολλὴ ἀπ᾽ ἀμφοτέρων ἦν· ἡνίκα δ᾽ ἀπεῖχον ἀλλήλων ὅσον στάδιον, ἀλαλάξαντες οἱ Θηβαῖοι δρόμῳ ὁμόσε ἐφέροντο. ὡς δὲ τριῶν ἔτι πλέθρων ἐν μέσῳ ὄντων, ἀντεξέδραμον ἀπὸ τῆς Ἀγησιλάου φάλαγγος ὧν Ἡριππίδας ἐξενάγει καὶ σὺν αὐτοῖς Ἴωνες καὶ Αἰολεῖς καὶ Ἑλλησπόντιοι, καὶ πάντες οὗτοι τῶν συνεκδραμόντων τε ἐγένοντο καὶ εἰς δόρυ ἀφικόμενοι ἔτρεψαν τὸ καθ᾽ αὑτούς. Ἀργεῖοι μέντοι οὐκ ἐδέξαντο τοὺς περὶ Ἀγησίλαον, ἀλλ᾽ ἔφυγον ἐπὶ τὸν Ἑλικῶνα. [4.3.18] κἀνταῦθα οἱ μέν τινες τῶν ξένων ἐστεφάνουν ἤδη τὸν Ἀγησίλαον, ἀγγέλλει δέ τις αὐτῷ ὅτι οἱ Θηβαῖοι τοὺς Ὀρχομενίους διακόψαντες ἐν τοῖς σκευοφόροις εἴησαν. καὶ ὁ μὲν εὐθὺς ἐξελίξας τὴν φάλαγγα ἦγεν ἐπ᾽ αὐτούς· οἱ δ᾽ αὖ Θηβαῖοι ὡς εἶδον τοὺς συμμάχους πρὸς Ἑλικῶνι πεφευγότας, διαπεσεῖν βουλόμενοι πρὸς τοὺς ἑαυτῶν, συσπειραθέντες ἐχώρουν ἐρρωμένως. [4.3.19] ἐνταῦθα δὴ Ἀγησίλαον ἀνδρεῖον μὲν ἔξεστιν εἰπεῖν ἀναμφισβητήτως· οὐ μέντοι εἵλετό γε τὰ ἀσφαλέστατα. ἐξὸν γὰρ αὐτῷ παρέντι τοὺς διαπίπτοντας ἀκολουθοῦντι χειροῦσθαι τοὺς ὄπισθεν, οὐκ ἐποίησε τοῦτο, ἀλλ᾽ ἀντιμέτωπος συνέρραξε τοῖς Θηβαίοις· καὶ συμβαλόντες τὰς ἀσπίδας ἐωθοῦντο, ἐμάχοντο, ἀπέκτεινον, ἀπέθνῃσκον. τέλος δὲ τῶν Θηβαίων οἱ μὲν διαπίπτουσι πρὸς τὸν Ἑλικῶνα, πολλοὶ δ᾽ ἀποχωροῦντες ἀπέθανον. [4.3.20] ἐπεὶ δ᾽ ἡ μὲν νίκη Ἀγησιλάου ἐγεγένητο, τετρωμένος δ᾽ αὐτὸς προσενήνεκτο πρὸς τὴν φάλαγγα, προσελάσαντές τινες τῶν ἱππέων λέγουσιν αὐτῷ ὅτι τῶν πολεμίων ὡς ὀγδοήκοντα σὺν ὅπλοις ὑπὸ τῷ νεῷ εἰσι, καὶ ἠρώτων τί χρὴ ποιεῖν. ὁ δέ, καίπερ πολλὰ τραύματα ἔχων, ὅμως οὐκ ἐπελάθετο τοῦ θείου, ἀλλ᾽ ἐᾶν τε ἀπιέναι ᾗ βούλοιντο ἐκέλευε καὶ ἀδικεῖν οὐκ εἴα. τότε μὲν οὖν, καὶ γὰρ ἦν ἤδη ὀψέ, δειπνοποιησάμενοι ἐκοιμήθησαν. [4.3.21] πρῲ δὲ Γῦλιν τὸν πολέμαρχον παρατάξαι τε ἐκέλευε τὸ στράτευμα καὶ τροπαῖον ἵστασθαι, καὶ στεφανοῦσθαι πάντας τῷ θεῷ καὶ τοὺς αὐλητὰς πάντας αὐλεῖν. καὶ οἱ μὲν ταῦτ᾽ ἐποίουν. οἱ δὲ Θηβαῖοι ἔπεμψαν κήρυκας, ὑποσπόνδους τοὺς νεκροὺς αἰτοῦντες θάψαι. καὶ οὕτω δὴ αἵ τε σπονδαὶ γίγνονται καὶ Ἀγησίλαος μὲν εἰς Δελφοὺς ἀφικόμενος δεκάτην τῶν ἐκ τῆς λείας τῷ θεῷ ἀπέθυσεν οὐκ ἐλάττω ἑκατὸν ταλάντων· Γῦλις δὲ ὁ πολέμαρχος ἔχων τὸ στράτευμα ἀπεχώρησενεἰς Φωκέας, ἐκεῖθεν δ᾽ εἰς τὴν Λοκρίδα ἐμβάλλει. [4.3.22] καὶ τὴν μὲν ἄλλην ἡμέραν οἱ στρατιῶται καὶ σκεύη ἐκ τῶν κωμῶν καὶ σῖτον ἥρπαζον· ἐπεὶ δὲ πρὸς ἑσπέραν ἦν, τελευταίων ἀποχωρούντων τῶν Λακεδαιμονίων ἐπηκολούθουν αὐτοῖς οἱ Λοκροὶ βάλλοντες καὶ ἀκοντίζοντες. ὡς δ᾽ αὐτῶν οἱ Λακεδαιμόνιοι ὑποστρέψαντες καὶ διώξαντες κατέβαλόν τινας, ἐκ τούτου ὄπισθεν μὲν οὐκέτι ἐπηκολούθουν, ἐκ δὲ τῶν ὑπερδεξίων ἔβαλλον. [4.3.23] οἱ δ᾽ ἐπεχείρησαν μὲν καὶ πρὸς τὸ σιμὸν διώκειν· ἐπεὶ δὲ σκότος τε ἐγίγνετο καὶ ἀποχωροῦντες οἱ μὲν διὰ τὴν δυσχωρίαν ἔπιπτον, οἱ δὲ καὶ διὰ τὸ μὴ προορᾶν τὰ ἔμπροσθεν, οἱ δὲ καὶ ὑπὸ τῶν βελῶν, ἐνταῦθα ἀποθνῄσκουσι Γῦλίς τε ὁ πολέμαρχος καὶ τῶν παραστατῶν Πελλῆς, καὶ οἱ πάντες ὡς ὀκτωκαίδεκα τῶν Σπαρτιατῶν, οἱ μὲν καταλευσθέντες, οἱ δὲ καὶ τραυματισθέντες. εἰ δὲ μὴ ἐβοήθησαν αὐτοῖς ἐκ τοῦ στρατοπέδου δειπνοῦντες, ἐκινδύνευσαν ἂν ἅπαντες ἀπολέσθαι.

[4.3.10] Καθώς βρισκόταν στα σύνορα, ο ήλιος φάνηκε να παίρνει σχήμα μισοφέγγαρου, και συνάμα ήρθε είδηση ότι οι Λακεδαιμόνιοι είχαν νικηθεί σε ναυμαχία κι ο ναύαρχός τους Πείσανδρος σκοτώθηκε. Μαθεύτηκαν και λεπτομέρειες για τη ναυμαχία. [4.3.11] Η σύγκρουση των στόλων έγινε κοντά στην Κνίδο· ο Φαρνάβαζος που ήταν ναύαρχος, είχε μαζί του τα φοινικικά πλοία, ενώ ο Κόνων με τα ελληνικά ήταν παραταγμένος μπροστά του. [4.3.12] Όταν ο Πείσανδρος παρατάχτηκε αντίκρυ του και φάνηκε ότι τα πλοία του ήταν πολύ λιγότερα από τα ελληνικά του Κόνωνος, οι σύμμαχοι που βρίσκονταν στα αριστερά του τον εγκατέλειψαν αμέσως κι έφυγαν· ο ίδιος χτυπήθηκε με τον εχθρό, αλλά το πολεμικό του έπαθε βλάβη από εμβολές και ρίχτηκε στον γιαλό. Τ᾽ άλλα πληρώματα που βρέθηκαν στην ίδια θέση εγκατέλειψαν τα καράβια τους και κοίταξαν να σωθούν όπως όπως στην Κνίδο, ο ίδιος όμως έπεσε πολεμώντας πάνω στο πλοίο του.
[4.3.13] Μόλις τα πρωτοάκουσε ο Αγησίλαος του βαρυφάνηκαν· κατόπιν όμως σκέφτηκε πως το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του το αποτελούσαν άνθρωποι που ευχαρίστως θα συμμερίζονταν τις καλοτυχίες του, αλλά αν έβλεπαν κακοτυχίες δεν θα ᾽νιωθαν καμιάν υποχρέωση να συμμεριστούν κι αυτές. Για τούτο άλλαξε το μήνυμα κι είπε πως τάχα σύμφωνα μ᾽ αυτό ο Πείσανδρος είχε σκοτωθεί, αλλά είχε κερδίσει τη ναυμαχία. [4.3.14] Ταυτόχρονα μ᾽ αυτή τη δήλωση έκανε κι ευχαριστήρια θυσία για την καλή είδηση, και μοίρασε σε πολλούς τα θυσιασμένα σφάγια. Το αποτέλεσμα ήταν ότι σε μιαν αψιμαχία με τον εχθρό οι άνδρες του Αγησιλάου νίκησαν, νομίζοντας ότι οι Λακεδαιμόνιοι είχαν κερδίσει τη ναυμαχία.
[4.3.15] Απέναντι στον Αγησίλαο βρίσκονταν τώρα παραταγμένοι οι Βοιωτοί, οι Αθηναίοι, οι Αργείοι, οι Κορίνθιοι, οι Αινιάνες, οι Ευβοείς κι οι Λοκροί και των δύο Λοκρίδων. Μαζί του είχε ο Αγησίλαος ένα τάγμα Λακεδαιμονίων που είχε περάσει αντίκρυ από την Κόρινθο, το μισό από το τάγμα που στάθμευε στον Ορχομενό, καθώς και τους Λακεδαιμονίους νεοδαμώδεις που είχαν εκστρατεύσει μαζί του· είχε ακόμα τους μισθοφόρους που διοικούσε ο Ηριππίδας, καθώς και τις μονάδες από τις ελληνικές πόλεις της Ασίας κι όσες είχε παραλάβει στο πέρασμά του από πόλεις στο ευρωπαϊκό έδαφος· τέλος του ήρθε επιτόπια ενίσχυση από οπλίτες Ορχομενίους και Φωκείς. Πελταστές είχε πολύ περισσότερους ο Αγησίλαος, ενώ το ιππικό των δύο παρατάξεων ήταν πάνω κάτω ισάριθμο.
[4.3.16] Τέτοιες ήταν οι δυνάμεις των δύο στρατοπέδων. Τώρα θα διηγηθώ πώς έγινε η μάχη, που δεν έμοιαζε με καμιάν άλλη της εποχής μας. Η σύγκρουση έγινε στην πεδιάδα της Κορώνειας, όπου ο στρατός του Αγησιλάου ερχόταν από τον Κηφισό κι ο στρατός των Θηβαίων και των άλλων από τον Ελικώνα. Ο Αγησίλαος κρατούσε το δεξιό τμήμα του δικού του στρατού, ενώ οι Ορχομένιοι είχαν το άκρο αριστερό. Από την άλλη πλευρά κρατούσαν οι Θηβαίοι το δεξιό, και το αριστερό οι Αργείοι.
[4.3.17] Καθώς πλησίαζαν, στην αρχή επικρατούσε μεγάλη σιγή και στα δύο μέρη· όταν όμως έφτασαν ν᾽ απέχουν περίπου ένα στάδιο, οι Θηβαίοι αλάλαξαν και χίμηξαν τρέχοντας πάνω στους αντιπάλους τους. Την ώρα που μεσολαβούσαν ακόμα τρία πλέθρα ανάμεσά τους, όρμησαν τρεχάτοι να τους απαντήσουν, από την παράταξη του Αγησιλάου, οι μισθοφόροι που διοικούσε ο Ηριππίδας και μαζί μ᾽ αυτούς οι Ίωνες, οι Αιολείς και οι Ελλησπόντιοι· όλοι τούτοι πήραν μέρος στην επίθεση κι όταν έφτασαν σ᾽ απόσταση δόρατος έτρεψαν σε φυγή τους αντικρινούς τους. Οι Αργείοι πάλι δεν αντιστάθηκαν στους άνδρες του Αγησιλάου, παρά το ᾽βαλαν στα πόδια προς τον Ελικώνα. [4.3.18] Ενώ όμως μερικοί μισθοφόροι ετοιμάζονταν κιόλας να στεφανώσουν τον Αγησίλαο, κάποιος έφερε την είδηση ότι οι Θηβαίοι διέσπασαν τους Ορχομενίους κι είχαν προχωρήσει ώς το στρατόπεδο με τις αποσκευές. Ο Αγησίλαος έστρεψε αμέσως τη φάλαγγά του καταπάνω τους· οι Θηβαίοι πάλι, βλέποντας ότι οι σύμμαχοί τους κατέφυγαν στον Ελικώνα και θέλοντας να συνενωθούν με τους δικούς τους, συντάχτηκαν σε πυκνή τάξη και προχώρησαν αποφασιστικά.
[4.3.19] Σε τούτο το σημείο μπορεί κανείς να μιλήσει ανεπιφύλακτα για την παλικαριά του Αγησιλάου, γιατί δεν διάλεξε την ασφαλέστερη τακτική: πραγματικά, ενώ είχε τη δυνατότητα ν᾽ αφήσει τους Θηβαίους να περάσουν κι ακολουθώντας τους να συντρίψει την οπισθοφυλακή τους, δεν το ᾽κανε, παρά όρμησε επάνω τους κατά μέτωπο· εκεί χτυπήθηκαν ασπίδα μ᾽ ασπίδα και πολέμησαν σώμα με σώμα, σκοτώνοντας και πεθαίνοντας. Τελικά μερικοί Θηβαίοι κατόρθωσαν να φτάσουν στον Ελικώνα, πολλοί όμως σκοτώθηκαν στην υποχώρηση.
[4.3.20] Μετά τη νίκη του Αγησιλάου, καθώς τον πήγαιναν πληγωμένο προς τη φάλαγγά του, σίμωσαν μερικοί ιππείς να του αναφέρουν ότι κάπου ογδόντα εχθροί είχαν καταφύγει με τον οπλισμό τους στον ναό, και να του ζητήσουν οδηγίες. Εκείνος υπέφερε από πολλές πληγές, αλλά μολοντούτο δεν ξέχασε το χρέος του προς τον θεό· πρόσταξε ν᾽ αφήσουν τους εχθρούς να φύγουν όπου ήθελαν κι απαγόρευσε να τους πειράξουν. Μόνο τότε —ήταν κιόλας αργά— δείπνησαν και κοιμήθηκαν.
[4.3.21] Το πρωί ο Αγησίλαος πρόσταξε τον πολέμαρχο Γύλι να παρατάξει τον στρατό και να στήσει τρόπαιο· παρήγγειλε ακόμα να στεφανωθούν όλοι προς τιμήν του θεού και να παίξουν όλοι οι αυλητές. Έτσι κι έγινε. Οι Θηβαίοι πάλι έστειλαν κήρυκες, ζητώντας ανακωχή για να θάψουν τους νεκρούς τους. Αφού έκαναν μ᾽ αυτό τον τρόπο ανακωχή, ο Αγησίλαος πήγε στους Δελφούς κι αφιέρωσε στον θεό το ένα δέκατο των λαφύρων, που άξιζε πάνω από εκατό τάλαντα.
Στο μεταξύ ο πολέμαρχος Γύλις πήρε τον στρατό και κατευθύνθηκε στη Φωκίδα, απ᾽ όπου έκανε εισβολή στη Λοκρίδα. [4.3.22] Την επόμενη μέρα την πέρασαν οι στρατιώτες λεηλατώντας αντικείμενα και τροφές από τα χωριά· όταν βράδιασε όμως κι έφυγαν —με τους Λακεδαιμονίους οπισθοφυλακή— οι Λοκροί τους ακολούθησαν χτυπώντας τους με βέλη κι ακόντια. Οι Λακεδαιμόνιοι γύρισαν και τους καταδίωξαν σκοτώνοντας μερικούς· ύστερα απ᾽ αυτό οι Λοκροί έπαψαν να τους ακολουθούν, αλλ᾽ άρχισαν να τους χτυπούν από τα υψώματα στα δεξιά τους. [4.3.23] Οι Λακεδαιμόνιοι δοκίμασαν να τους κυνηγήσουν και στον ανήφορο· καθώς όμως επέστρεφαν την ώρα που σκοτείνιαζε, μερικοί έπεσαν από τις ανωμαλίες του εδάφους, άλλοι επειδή δεν έβλεπαν μπροστά τους κι άλλοι χτυπημένοι από βέλη: τότε σκοτώθηκαν ο πολέμαρχος Γύλις κι από τους συντρόφους του ο Πελλής· συνολικά έπεσαν κάπου δεκαοχτώ Σπαρτιάτες, άλλοι σκοτωμένοι από πέτρες κι άλλοι με θανατηφόρα τραύματα. Αν μάλιστα δεν τους έρχονταν ενισχύσεις από το στρατόπεδο, όπου οι άλλοι δειπνούσαν, θα είχαν κινδυνεύσει ν᾽ αφανιστούν όλοι τους.
[393 π.Χ.]