[4.8.1] Από κει βάδισαν οι Έλληνες ανάμεσα στη χώρα των Μακρώνων τρεις σταθμούς και προχώρησαν δέκα παρασάγγες. Την πρώτη μέρα έφτασαν στον ποταμό που χώριζε τις χώρες των Μακρώνων και των Σκυθηνών. [4.8.2] Πάνω, δεξιά τους, ήταν μια τοποθεσία πάρα πολύ δυσκολοπέραστη και προς τ᾽ αριστερά ένας άλλος ποταμός, όπου χυνόταν εκείνος που χώριζε τις δυο χώρες. Απ᾽ αυτόν έπρεπε να περάσουν. Κι ήταν δασωμένος με δέντρα όχι χοντρά, αλλά πυκνά, που οι Έλληνες τα έκοβαν όταν πλησίασαν, γιατί βιάζονταν να βγουν απ᾽ αυτό το μέρος όσο μπορούσαν γρηγορότερα. [4.8.3] Οι Μάκρωνες όμως, κρατώντας ασπίδες από κλωνάρια λυγαριάς και λόγχες και τρίχινους χιτώνες, ήταν παραταγμένοι στην απέναντι μεριά από κει που θα γινόταν η διάβαση κι έδιναν θάρρος ο ένας στον άλλο κι έριχναν πέτρες στον ποταμό. Μα δεν έφταναν τους Έλληνες, ούτε τους προξενούσαν καμιά βλάβη. [4.8.4] Τότε παρουσιάζεται στον Ξενοφώντα κάποιος άντρας από τους πελταστές, που έλεγε πως ήταν σκλάβος στην Αθήνα, και βεβαίωνε πως καταλάβαινε τη γλώσσα τούτων των ανθρώπων. «Νομίζω μάλιστα, είπε, πως αυτή η χώρα είναι η πατρίδα μου. Κι αν δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο, θέλω να συζητήσω μαζί τους». [4.8.5] «Τίποτε δεν εμποδίζει, είπε ο Ξενοφώντας· συζήτησε λοιπόν και μάθε πρώτα ποιοί είναι». Εκείνοι αποκρίθηκαν στην ερώτησή του πως ονομάζονταν Μάκρωνες. «Ξαναρώτησέ τους, είπε, γιατί παρατάχτηκαν για μάχη και τί τους αναγκάζει να είναι εχθροί μας». [4.8.6] Εκείνοι απάντησαν: «Επειδή κι εσείς έρχεστε ενάντια στην πατρίδα μας». Οι στρατηγοί τον πρόσταξαν να τους πει ότι δεν έρχονται για να τους βλάψουν, παρά έκαναν πόλεμο με το μεγάλο βασιλιά και τώρα γυρίζουν στην Ελλάδα και θέλουν να φτάσουν στη θάλασσα. [4.8.7] Εκείνοι τους ρώτησαν αν μπορούσαν να δώσουν εγγυήσεις γι᾽ αυτά, κι οι Έλληνες αποκρίθηκαν πως είναι πρόθυμοι και να δώσουν και να πάρουν. Τότε οι Μάκρωνες δίνουν στους Έλληνες μια βαρβαρική λόγχη κι οι Έλληνες σε κείνους μιαν ελληνική. Γιατί αυτά έλεγαν πως είναι εγγυήσεις. Πάντως κι οι δυο τους επικαλέστηκαν τους θεούς για μάρτυρες. [4.8.8] Μόλις έκαμαν τις συμφωνίες, άρχισαν οι Μάκρωνες μαζί με τους Έλληνες να κόβουν τα δέντρα κι άνοιγαν το δρόμο για να τους βοηθήσουν να περάσουν, δουλεύοντας ανάμεσά τους. Τους έδιναν ακόμα ν᾽ αγοράσουν τρόφιμα, όσα μπορούσαν, και τους συνόδεψαν τρεις μέρες, ώσπου τους έφεραν στα σύνορα της χώρας των Κόλχων. [4.8.9] Σ᾽ αυτό το μέρος υπήρχε ένα μεγάλο βουνό, και επάνω ήταν παραταγμένοι οι Κόλχοι. Στην αρχή παρατάχτηκαν κι οι Έλληνες σε φάλαγγα, για να βαδίσουν έτσι προς το βουνό. Ύστερα νόμισαν οι στρατηγοί πως ήταν σωστό να συγκεντρωθούν και να συζητήσουν για το πώς θα πολεμήσουν καλύτερα. [4.8.10] Ο Ξενοφώντας τότε είπε πως θεωρούσε φρόνιμο να χαλάσουν τη φάλαγγα και να παρατάξουν τους άντρες των λόχων σε βάθος μεγάλο και μέτωπο μικρό. «Γιατί η φάλαγγα γρήγορα θα διασπαστεί, αφού το βουνό σ᾽ άλλα μέρη θα το βρούμε αδιάβατο και σε άλλα ευκολοπέραστο. Κι αυτό τότε θα απογοητέψει τους στρατιώτες που θα βλέπουν διασπασμένη την παράταξή τους. [4.8.11] Έπειτα, αν προχωρούμε με τους στρατιώτες όλης της φάλαγγας παραταγμένους σε μεγάλο βάθος, οι εχθροί θα είναι περισσότεροι από μας, κι εκείνους που θα περισσεύουν θα τους χρησιμοποιήσουν με όποιον τρόπο θέλουν. Αν πάλι το βάθος στην παράταξή μας θα είναι μικρό, δεν πρέπει να παραξενευτούμε που θα πέσουν ανάμεσά μας άνθρωποι και βέλη πολλά και θα μας χωρίσουν. Κι αν αυτό γίνει σ᾽ ένα σημείο, θα είναι κακό για ολόκληρη τη φάλαγγα. [4.8.12] Αντίθετα, νομίζω πως πρέπει να βάλουμε τον ένα λόχο πλάι στον άλλο και να παρατάξουμε τους άντρες καθενός σε βάθος μεγάλο και μέτωπο μικρό, ν᾽ αφήσουμε διαστήματα ανάμεσά τους και να πιάσουμε τόσην έκταση, ώστε οι τελευταίοι λόχοι μας να βρίσκονται έξω από τα άκρα του εχθρικού στρατού. Έτσι με τους ακρινούς λόχους μας θα είμαστε έξω από τη φάλαγγα των εχθρών, κι όταν οδηγούμε το στρατό με τέτοιο σχηματισμό, οι πιο γενναίοι από μας θα πλησιάσουν πρώτοι, και σε όποιο μέρος το βουνό είναι ευκολοπέραστο, εκεί θα οδηγήσει κάθε λοχαγός τους άντρες του. [4.8.13] Γι᾽ αυτό θα είναι δύσκολο στους εχθρούς να μπουν στα διαστήματα που θα υπάρχουν ανάμεσα στους λόχους, που θα είναι από τη μια κι από την άλλη, κι ούτε θα τους είναι εύκολο να χωρίσουν έναν απ᾽ αυτούς, αν προχωρεί με πολύ βάθος και λίγο μέτωπο. Κι αν κανένας λόχος πιέζεται από τους εχθρούς, θα τον βοηθήσει ο διπλανός του. Αν πάλι κάποιος από τους λόχους καταφέρει ν᾽ ανέβει στη βουνοκορφή, ούτε ένας εχθρός δεν πρόκειται να μείνει πια επάνω». [4.8.14] Αυτά τους φάνηκαν καλά, κι έκαναν την παράταξη με μεγάλο βάθος και μικρό μέτωπο. Και ο Ξενοφώντας, πηγαίνοντας από τη δεξιά πτέρυγα στην αριστερή, έλεγε στους άντρες: «Στρατιώτες, αυτοί που βλέπετε είναι οι μόνοι που μας εμποδίζουν, ώστε να μη βρισκόμαστε ακόμα στο μέρος, όπου κατευθυνόμαστε από καιρό. Γι᾽ αυτό πρέπει να τους φάμε ζωντανούς, αν μπορέσουμε». |