ΚΛΩΘΩ [8] Γιά να δω ποιός είναι. ΚΥΝΙΣΚΟΣ Ο Μεγαπένθης, γιος του Λακύδη, τύραννος. ΚΛΩΘΩ Ε, εσύ· επιβιβάσου. ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ Με κανέναν τρόπο, αφέντισσα Κλωθώ, αλλά για λίγο μόνο άσε με να ανέβω στη ζωή· έπειτα θα γυρίσω από μόνος μου, χωρίς να με φωνάξει κανείς. ΚΛΩΘΩ Και τί είναι αυτό που σε κάνει να θέλεις τόσο πολύ να γυρίσεις επάνω; ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ Επίτρεψέ μου να τελειώσω πρώτα το σπίτι μου· γιατί μισοφτιαγμένο το άφησα το αρχοντικό μου επάνω. ΚΛΩΘΩ Λες ανοησίες. Άντε, μπες μέσα. ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ Δεν ζητάω πολύ χρόνο, Μοίρα μου· μια μέρα μόνο άσε με, ετούτη την ημέρα, ίσα ίσα για να δώσω οδηγίες στη γυναίκα μου για τα χρήματα, πού έχω θαμμένο τον μεγάλο θησαυρό. ΚΛΩΘΩ Τελειώσαμε· δεν θα σου γίνει η χάρη. ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ Και θα χαθεί λοιπόν τόσο πολύ χρυσάφι; ΚΛΩΘΩ Δεν θα χαθεί. Όσο γι᾽ αυτό μην ανησυχείς· ο Μεγακλής, ο ξάδελφός σου, θα το παραλάβει. ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ Τί προσβολή! Ο εχθρός μου, που εγώ από αμέλεια δεν πρόλαβα να τον σκοτώσω; ΚΛΩΘΩ Αυτός ακριβώς· και θα ζήσει περισσότερο από σένα σαράντα χρόνια και κάτι παραπάνω, έχοντας παραλάβει τις παλλακίδες και τα ρούχα και όλο το χρυσάφι σου. ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ Με αδικείς, Κλωθώ, μοιράζοντας τα δικά μου πράγματα στους μεγαλύτερους εχθρούς μου. ΚΛΩΘΩ Κι εσύ, παλικάρι μου, δεν τα παρέλαβες αυτά από τον Κυδίμαχο, αφού τον σκότωσες, και έσφαξες επάνω του και τα παιδιά του, ενώ εκείνος ακόμη ανέπνεε; ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ Ναι, αλλά τώρα ήταν δικά μου. ΚΛΩΘΩ Λοιπόν, ο χρόνος της ιδιοκτησίας σου τελείωσε. ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ [9] Άκουσε, Κλωθώ, αυτά που θέλω να σου πω ιδιαιτέρως, χωρίς να μας ακούει κανείς. Εσείς, απομακρυνθείτε για λίγο. Αν με αφήσεις να δραπετεύσω, σου υπόσχομαι να σου δώσω σήμερα χίλια τάλαντα σε χρυσά νομίσματα. ΚΛΩΘΩ Ακόμη, γελοίε, θυμάσαι χρυσάφια και τάλαντα; ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ Αν θέλεις, θα προσθέσω και τους δύο κρατήρες που πήρα σκοτώνοντας τον Κλεόκριτο· καθένας τους ζυγίζει εκατό τάλαντα ατόφιο χρυσάφι. ΚΛΩΘΩ Σύρτε τον μέσα· γιατί δεν νομίζω πως θα επιβιβαστεί με τη θέλησή του. ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ Διαμαρτύρομαι· μένει μισοτελειωμένο το τείχος και ο ναύσταθμος. Θα τα ολοκλήρωνα, αν ζούσα μόνο πέντε μέρες ακόμη. ΚΛΩΘΩ Μην ανησυχείς· άλλος θα χτίσει το τείχος. ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ Ωστόσο ζητώ τουλάχιστον αυτό, που είναι απολύτως λογικό. ΚΛΩΘΩ Ποιό δηλαδή; ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ Να ζήσω ακόμη τόσο, ώσπου να υποτάξω τους Πισίδες και να επιβάλω φόρους στους Λυδούς και να ανοικοδομήσω ένα τεράστιο μνήμα για τον εαυτό μου, όπου θα γράψω σε επιγραφή όλες τις σημαντικές πράξεις και τις στρατιωτικές επιτυχίες της ζωής μου. ΚΛΩΘΩ Εσύ, φίλε μου, δεν μου ζητάς πια μια μέρα, ετούτη τη μέρα, αλλά αναβολή σχεδόν για μια εικοσαετία.
|