Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Οἰδίπους ἐπὶ Κολωνῷ (1751-1779)

ΘΗ. παύετε θρῆνον, παῖδες· ἐν οἷς γὰρ
χάρις ἡ χθονία νὺξ ἀπόκειται
πενθεῖν οὐ χρή· νέμεσις γάρ.
ΑΝ. ὦ τέκνον Αἰγέως, προσπίτνομέν σοι.
1755 ΘΗ. τίνος, ὦ παῖδες, χρείας ἀνύσαι;
ΑΝ. τύμβον θέλομεν
προσιδεῖν αὐταὶ πατρὸς ἡμετέρου.
ΘΗ. ἀλλ᾽ οὐ θεμιτὸν κεῖσ᾽ ‹ἐστὶ› μολεῖν.
ΑΝ. πῶς εἶπας, ἄναξ, κοίραν᾽ Ἀθηνῶν;
1760 ΘΗ. ὦ παῖδες, ἀπεῖπεν ἐμοὶ κεῖνος
μήτε πελάζειν ἐς τούσδε τόπους
μήτ᾽ ἐπιφωνεῖν μηδένα θνητῶν
θήκην ἱερὰν ἣν κεῖνος ἔχει.
καὶ ταῦτά μ᾽ ἔφη πράσσοντα καλῶς
1765 χώραν ἕξειν αἰὲν ἄλυπον.
ταῦτ᾽ οὖν ἔκλυεν δαίμων ἡμῶν
χὠ πάντ᾽ ἀίων Διὸς Ὅρκος.
ΑΝ. ἀλλ᾽ εἰ τάδ᾽ ἔχει κατὰ νοῦν κείνῳ,
ταῦτ᾽ ἂν ἀπαρκοῖ· Θήβας δ᾽ ἡμᾶς
1770 τὰς ὠγυγίους πέμψον, ἐάν πως
διακωλύσωμεν ἰόντα φόνον
τοῖσιν ὁμαίμοις.
ΘΗ. δράσω καὶ τάδε καὶ πάνθ᾽ ὁπόσ᾽ ἂν
μέλλω πράσσειν πρόσφορά θ᾽ ὑμῖν
1775 καὶ τῷ κατὰ γῆς, ὃς νέον ἔρρει,
πρὸς χάριν· οὐ δεῖ μ᾽ ἀποκάμνειν.
ΧΟ. ἀλλ᾽ ἀποπαύετε μηδ᾽ ἐπὶ πλείω
θρῆνον ἐγείρετε·
πάντως γὰρ ἔχει τάδε κῦρος.

ΘΗ. Κόρες, τον θρήνο σταματήστε. Το πένθος
δεν ταιριάζει σ᾽ όσους η χθόνια νύχτα
τους χαρίστηκε. Η αχαριστία αυτή δεν συγχωρείται.
ΑΝ. Του Αιγέα γιε, προσπέφτουμε στα γόνατά σου.
1755ΘΗ. Τί περιμένετε από μένα, κόρες;
ΑΝ. Τον τάφο θέλουμε να δούμε
του πατέρα μας.
ΘΗ. Όμως αυτό δεν είναι θεμιτό, σε τόπο απρόσιτο —
ΑΝ. Πώς είπες, της Αθήνας βασιλιά και κύριε;
1760ΘΗ. Κόρες, μου το απαγόρευσε εκείνος·
κανείς θνητός δεν επιτρέπεται να πλησιάσει
τον ιερό του τύμβο όπου αναπαύεται,
φωνή ανθρώπου εκεί δεν πρέπει ν᾽ ακουστεί.
Αν, είπε, σεβαστώ την τάξη αυτή,
1765τη χώρα θα κρατήσω απρόσβλητη από κακό.
Τ᾽ άκουσε αυτά ο θεός μας, κι ο Όρκος τ᾽ άκουσε,
του Δία ο γιος, που ακούει τα πάντα.
ΑΝ. Αν είναι εκείνου η επιθυμία αυτή,
μου φτάνει. Αλλά κι εσύ φρόντισε
1770να μας στείλεις στην πανάρχαιη Θήβα,
μήπως προλάβουμε και σταματήσουμε
το αμοιβαίο φονικό που απειλεί τ᾽ αδέλφια μας.
ΘΗ. Αυτό θα γίνει. Θα γίνουν όμως
κι όλα τ᾽ άλλα που μέλλεται να κάνω
για το δικό σας το καλό και για τη χάρη
εκείνου, που λίγο πριν άφαντος έγινε
κάτω απ᾽ τη γη. Με τίποτα δεν πρέπει 1775
άπρακτος να μείνω.
ΧΟ. Ήσυχα τώρα. Περίσσεψαν
οι τόσοι θρήνοι σας. Βρήκε εδώ
η ιστορία το τέλος της.


ΘΗΣ. Παύτε, κόρες, τους θρήνους· απάνω απ᾽ αυτούς,
που στον τάφο τους μέσα έχουν πάρει μαζί
την κοινή ευγνωμοσύνη της χώρας,
δεν ταιριάζουν οι θρήνοι· γιατί
κι ο Θεός δεν το θέλει.
ΑΝΤ. Σου προσπέφτομε, ω τέκνο του Αιγέα— ΘΗΣ. Και τί
μου ζητάτε, παιδιά, να σας κάμω;
ΑΝΤ. Του πατέρα μας θέλομε
κι εμείς οι ίδιες τον τάφο να δούμε.
ΘΗΣ. Μα αυτό δεν επιτρέπεται.
ΑΝΤ. Πώς, αφέντη βασιλιά της Αθήνας;
1760ΘΗΣ. Γιατί εκείνος, παιδιά, μου απαγόρευσε
πόδι ανθρώπου στους τόπους αυτούς
να πλησιάσει και μήτε φωνή ν᾽ ακουστεί
πάνω απ᾽ τ᾽ άγια τα χώματα
που το σώμα του κρύβουν.
Κι αν φυλάω, μου είπε, αυτές
τις παραγγελιές του πιστά,
θα ᾽χω πάντα τη χώρα μου
από κάθε κακό ασφαλισμένη.
Αυτή μας λοιπόν την υπόσχεση
δέχτηκε ο Θεός και του Δία ο πιστός
ο Όρκος που όλα τ᾽ ακούει.
ΑΝΤ. Αν αυτό είναι εκείνου το θέλημα,
τόσο φτάνει. Μα εμάς, βασιλιά,
1770στείλε καν στην πανάρχαια τη Θήβα,
μην τυχόν και το φόνο προλάβομε
που κρέμετ᾽ απάνω στων δυο μας
αδερφιών τα κεφάλια.
ΘΗΣ. Μα θα κάμω κι αυτό κι ό,τι άλλο καλό
θα μπορούσα για σας και για χάρη εκεινού
που ότι κι έχει μας φύγει και κάτω απ᾽ τη γη
αναπαύτηκε· κι ούτε ποτέ
απ᾽ αυτό μου το χρέος θα λείψω.
ΧΟΡ. Λοιπόν παύετε πια κι άλλους πιότερους
μη σηκώνετε θρήνους· κι αυτά
δίχως άλλο θα πάρουνε τέλος.


ΘΗΣ. Παύτε, κόρες, τα κλάματα· γιατί δεν πρέπει
λύπη να δείχνουμε όπου σαν ευεργεσία
έρχεται ο θάνατος· είν᾽ αμαρτία τούτο.
ΑΝΤ. Προσπέφτουμε στα πόδια σου, παιδί του Αιγέα.
ΘΗΣ. Για να σας κάμω ποιάα παράκλησή σας, κόρες;
ΑΝΤ. Θέλουμε του πατέρα μας κι εμείς να δούμε
τον τάφο. ΘΗΣ. Μα δεν είναι δυνατό να γίνει.
ΑΝΤ. Πώς είπες, της Αθήνας βασιλιά κι αφέντη;
1760ΘΗΣ. Παρθένες! μου ᾽πε κείνος: άνθρωπος κανένας
μήτε στους τόπους τούτους να σιμώσει, μήτε
στον τάφο να προσευχηθεί τον εδικό του.
Και μου ᾽πε, πως αν τα φυλάξω καλά τούτα
η χώρα μου θενά ᾽ναι πάντα δίχως λύπη.
Τούτα λοιπόν τα ᾽χει ο θεός μας ακουσμένα
κι ο Όρκος του Δία, που όλα τ᾽ ακούει. ΑΝΤ. Μα αν ίσως τούτα
τα θέλησ᾽ έτσι εκείνος να ᾽ναι, μας αρκούνε.
1770Και τώρα στείλε μας στη Θήβα την αρχαία
μήπως κι εμποδίσουμε των δυο αδερφών μας
το σκοτωμό. ΘΗΣ. Κι αυτά θα κάμω κι όλα, όσα
μπορώ να κάμω ωφέλιμα σ᾽ εσάς για χάρη
κείνου, που εδώ και λίγη ώρα μες στο χώμα
μπήκε κι εχάθη· εγώ δεν πρέπει ν᾽ αποκάνω.
ΧΟΡ. Μα τώρα τ᾽ αναφιλητά
παύτε και μην αρχίστε
τα μοιρολόγια πάλι·
γιατί το δίχως άλλο αυτά
είν᾽ επικυρωμένα.