ΒΔΕ., στο Φιλοκλέωνα.
Έρχεται κι άλλος βλέπω· μηνυτής σου
θα ᾽ναι και τούτος· νά ο μάρτυράς του.
Ο ΑΝΤΡΑΣ
Α συμφορές! Θα σε μηνύσω, γέρο,
γι᾽ άδικη επίθεση. ΒΔΕ. Όχι, μην το κάμεις·
αποζημίωση δίνω, κι όση ορίσεις·
1420και θα σου το γνωρίζω κιόλας χάρη.
ΦΙΛ. Πρόθυμα εγώ θα φιλιωθώ μαζί του·
βάρεσα, πετροβόλησα· το λέω.
Στον ξένο.
Μα γιά έλα δω· μ᾽ αφήνεις να πληρώσω
το πρόστιμο που κρίνω και να μ᾽ έχεις
φίλο σου πια, ή εσύ θα το προτείνεις;
ΑΝΤ. Πες· δίκες και μπελάδες δε μ᾽ αρέσουν.
ΦΙΛ. Από άμαξα έπεσε ένα Συβαρίτης
και το κεφάλι του έσπασε γενναία·
γιατί ήταν ατζαμής αμαξολάτης.
1430Πήγε κοντά του ένας φίλος και του λέει:
«Την τέχνη του ο καθείς· αυτή που ξέρει.»
Σύρε κι εσύ στην κλινική και σώπα.
ΒΔΕ. Σαν όλα σου και τούτη εδώ η κουβέντα.
ΑΝΤ., στο μάρτυρα.
Εσύ να το θυμάσαι αυτό που μου ᾽πε.
Κάνει να φύγει.
ΦΙΛ. Στάσου, μη φεύγεις. Μια φορά στη Σύβαρη
έσπασε μια γυναίκα ένα πιθάρι.
ΑΝΤ., στο μάρτυρα.
Μάρτυρα εγώ σε βάζω για όλα τούτα.
ΦΙΛ. Και το πιθάρι μάρτυρα είχε βάλει·
μα η Συβαρίτισσα είπε: «Αν, μά την Κόρη,
τις μαρτυρίες τις άφηνες, κι αμέσως
έναν επίδεσμο έτρεχες να πάρεις,
1440πιότερη γνώση θα είχες.» ΑΝΤ. Ειρωνεύου,
ώσπου να ορίσει ο άρχοντας τη δίκη.
Φεύγει μαζί με το μάρτυρα.
ΒΔΕ., στο Φιλοκλέωνα.
Μά τη Δήμητρα, εδώ πια δε θα μείνεις·
Τον παίρνει σηκωτόν.
σε σηκώνω… ΦΙΛ. Τί κάνεις βρε; ΒΔΕ. Τί κάνω;
σε πάω στο σπίτι πια· ειδεμή, σε λίγο
στους μηνυτές οι μάρτυρες θα λείψουν.
ΦΙΛ., ενώ ο γιος του τον πηγαίνει με το στανιό στο σπίτι.
Τον Αίσωπο οι Δελφοί… ΒΔΕ. Δε δίνω δυάρα.
ΦΙΛ. κατηγορούσαν κάποτε πως τάχα
απ᾽ το ναό είχε κλέψει κάποιο βάζο·
κι αυτός τους λέει: «Μια μέρα το σκαθάρι…»
ΒΔΕ. Άι χάσου πια κι εσύ και τα σκαθάρια.
Τον αναγκάζει να μπει στο σπίτι.
|