Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Οἰδίπους ἐπὶ Κολωνῷ (1500-1555)

1500 ΘΗ. τίς αὖ παρ᾽ ὑμῶν κοινὸς ἠχεῖται κτύπος,
σαφὴς μὲν αὐτῶν, ἐμφανὴς δὲ τοῦ ξένου;
μή τις Διὸς κεραυνός, ἤ τις ὀμβρία
χάλαζ᾽ ἐπιρράξασα; πάντα γὰρ θεοῦ
τοιαῦτα χειμάζοντος εἰκάσαι πάρα.
1505 ΟΙ. ἄναξ, ποθοῦντι προυφάνης, καί σοι θεῶν
τύχην τις ἐσθλὴν τῆσδ᾽ ἔθηκε τῆς ὁδοῦ.
ΘΗ. τί δ᾽ ἐστίν, ὦ παῖ Λαΐου, νέορτον αὖ;
ΟΙ. ῥοπὴ βίου μοι· καί σ᾽ ἅπερ ξυνῄνεσα
θέλω πόλιν τε τήνδε μὴ ψεύσας θανεῖν.
1510 ΘΗ. ἐν τῷ δὲ κεῖσαι τοῦ μόρου τεκμηρίῳ;
ΟΙ. αὐτοὶ θεοὶ κήρυκες ἀγγέλλουσί μοι,
ψεύδοντες οὐδὲν σημάτων προκειμένων.
ΘΗ. πῶς εἶπας, ὦ γεραιέ, δηλοῦσθαι τάδε;
ΟΙ. αἱ πολλὰ βρονταὶ διατελεῖς τὰ πολλά τε
1515 στράψαντα χειρὸς τῆς ἀνικήτου βέλη.
ΘΗ. πείθεις με· πολλὰ γάρ σε θεσπίζονθ᾽ ὁρῶ
κοὐ ψευδόφημα· χὤ τι χρὴ ποεῖν λέγε.
ΟΙ. ἐγὼ διδάξω, τέκνον Αἰγέως, ἅ σοι
γήρως ἄλυπα τῇδε κείσεται πόλει.
1520 χῶρον μὲν αὐτὸς αὐτίκ᾽ ἐξηγήσομαι,
ἄθικτος ἡγητῆρος, οὗ με χρὴ θανεῖν.
τοῦτον δὲ φράζε μή ποτ᾽ ἀνθρώπων τινί,
μήθ᾽ οὗ κέκευθε μήτ᾽ ἐν οἷς κεῖται τόποις·
ὥς σοι πρὸ πολλῶν ἀσπίδων ἀλκὴν ὅδε
1525 δορός τ᾽ ἐπακτοῦ γειτόνων ἀεὶ τιθῇ.
ἃ δ᾽ ἐξάγιστα μηδὲ κινεῖται λόγῳ
αὐτὸς μαθήσῃ, κεῖσ᾽ ὅταν μόλῃς μόνος·
ὡς οὔτ᾽ ἂν ἀστῶν τῶνδ᾽ ἂν ἐξείποιμί τῳ
οὔτ᾽ ἂν τέκνοισι τοῖς ἐμοῖς, στέργων ὅμως.
1530 ἀλλ᾽ αὐτὸς αἰεὶ σῷζε, χὤταν εἰς τέλος
τοῦ ζῆν ἀφικνῇ, τῷ προφερτάτῳ μόνῳ
σήμαιν᾽, ὃ δ᾽ αἰεὶ τὠπιόντι δεικνύτω.
χοὔτως ἀδῇον τήνδ᾽ ἐνοικήσεις πόλιν
σπαρτῶν ὑπ᾽ ἀνδρῶν· αἱ δὲ μυρίαι πόλεις,
1535 κἂν εὖ τις οἰκῇ, ῥᾳδίως καθύβρισαν.
θεοὶ γὰρ εὖ μέν, ὀψὲ δ᾽ εἰσορῶσ᾽, ὅταν
τὰ θεῖ᾽ ἀφείς τις εἰς τὸ μαίνεσθαι τραπῇ·
ὃ μὴ σύ, τέκνον Αἰγέως, βούλου παθεῖν.
τὰ μὲν τοιαῦτ᾽ οὖν εἰδότ᾽ ἐκδιδάσκομεν.
1540 χῶρον δ᾽, ἐπείγει γάρ με τοὐκ θεοῦ παρόν,
στείχωμεν ἤδη, μηδ᾽ ἔτ᾽ ἐντρεπώμεθα.
ὦ παῖδες, ὧδ᾽ ἕπεσθ᾽. ἐγὼ γὰρ ἡγεμὼν
σφῷν αὖ πέφασμαι καινός, ὥσπερ σφὼ πατρί.
χωρεῖτε, καὶ μὴ ψαύετ᾽, ἀλλ᾽ ἐᾶτέ με
1545 αὐτὸν τὸν ἱερὸν τύμβον ἐξευρεῖν, ἵνα
μοῖρ᾽ ἀνδρὶ τῷδε τῇδε κρυφθῆναι χθονί.
τῇδ᾽, ὧδε, τῇδε βᾶτε· τῇδε γάρ μ᾽ ἄγει
Ἑρμῆς ὁ πομπὸς ἥ τε νερτέρα θεός.
ὦ φῶς ἀφεγγές, πρόσθε πού ποτ᾽ ἦσθ᾽ ἐμόν,
1550 νῦν δ᾽ ἔσχατόν σου τοὐμὸν ἅπτεται δέμας.
ἤδη γὰρ ἕρπω τὸν τελευταῖον βίον
κρύψων παρ᾽ Ἅιδην. ἀλλά, φίλτατε ξένων,
αὐτός τε χώρα θ᾽ ἥδε πρόσπολοί τε σοὶ
εὐδαίμονες γένοισθε, κἀπ᾽ εὐπραξίᾳ
1555 μεμνῇσθέ μου θανόντος εὐτυχεῖς ἀεί.

1500ΘΗ. Τί είναι πάλι αυτός ο αντίχτυπος από τη δίδυμη φωνή σας;
ξεκάθαρη η δική σας, του ξένου επίσης φανερή.
Μήπως του Δία ο κεραυνός, χαλάζι και νεροποντή
σας τρόμαξαν; Όλα τους είναι πιθανά, όταν σηκώνει
ο θεός μια τέτοια καταιγίδα.
1505ΟΙ. Φάνηκες, βασιλιά, πάνω στην ώρα που σε πόθησα·
τύχη καλή κι ένας θεός θα σ᾽ έβαλαν σ᾽ αυτόν τον δρόμο.
ΘΗ. Ποιό είναι, του Λάιου γιε, πάλι το τελευταίο νέο σου;
ΟΙ. Γέρνει η ζωή μου. Κι ήθελα, προτού πεθάνω,
οι υποσχέσεις μου σ᾽ εσένα και σ᾽ αυτήν την πόλη
να μη με βγάλουν ψεύτη.
1510ΘΗ. Ποιά όμως η απόδειξη πως φτάνει ο θάνατός σου;
ΟΙ. Μόνοι τους οι θεοί έγιναν κήρυκες, μου το αναγγέλλουν,
δίχως να παραλείψουν κανένα απ᾽ τα σημάδια που όρισαν.
ΘΗ. Πώς είπες, γέροντα; Πώς φανερώθηκαν τα σήματα;
ΟΙ. Οι αλλεπάλληλες πολλές βροντές, και τα πολλά
1515αστροπελέκια έφυγαν από χέρι ανίκητο.
ΘΗ. Τώρα σε πίστεψα. Το βλέπω, αληθινά
όσα προφήτεψες, κανένα τους δεν φάνηκε ψευδόφημο.
Λέγε λοιπόν τί πρέπει εμείς να κάνουμε.
ΟΙ. Θα μάθεις από μένα, του Αιγέα γιε, όσα θα μείνουν
άλυπα κι αγέραστα στην πόλη σου.
1520Τον χώρο θα σου δείξω πάραυτα και μόνος μου,
δίχως κανέναν οδηγό, εκεί που πρέπει να πεθάνω.
Αλλά ποτέ και σε κανέναν μην τον φανερώσεις,
πού κρύβεται, ποιός είναι ο τόπος του.
Έτσι θα έχεις φύλαξη παντοτινή, καλύτερη από πολλές ασπίδες
και δορυφόρους γείτονες που θα μπορούσαν
1525στον κίνδυνό σου να προστρέξουν.
Όσα ωστόσο είναι μυστικά και δεν ομολογούνται,
μόνον εσύ θα τα γνωρίσεις, όταν βρεθείς εκεί μαζί μου.
Στο μεταξύ δεν πρέπει να τα φανερώσω σε κανέναν,
μήτε σ᾽ αυτής της πόλης τους πολίτες, μήτε στις δυο μου
θυγατέρες, όσο και αν τις αγαπώ.
1530Αλλά μόνος εσύ, όσο θα ζεις, κράτησε αυτό το μυστικό,
κι όταν πια φτάσεις στο τέλος της ζωής σου, τότε φανέρωσέ το,
σ᾽ όποιον εσύ θα κρίνεις άξιο διάδοχό σου, κι αυτός μετά
με τη σειρά του στον επόμενο.
Έτσι την πόλη αυτή για πάντα θα την κατοικείς
απόρθητη απ᾽ τους σπαρτούς της γης.
Πόσες και πόσες πόλεις, ακόμη κι όταν κάποιος τις κυβερνά
1535σωστά, εύκολα στην αλαζονεία γλιστρούν.
Γιατί οι θεοί, έστω κι αργά, βλέπουν με τ᾽ άγρυπνό τους μάτι
όποιον καταφρονεί τα θεία και παρασύρεται
στην αλαζονική παραφορά.
Αυτό εσύ, του Αιγέα γιε, κοίτα να μην το πάθεις.
Τέλος ωστόσο με τις συμβουλές σ᾽ άνθρωπο που καλά τις ξέρει.
1540Τώρα στον χώρο γρήγορα. Το σήμα του θεού αμέσως με καλεί.
Ας προχωρήσουμε, ας μη λοξοδρομήσουμε.
Ελάτε, θυγατέρες μου, εμένα ακολουθείτε. Παράξενο,
έγινα εγώ ο νέος οδηγός σας, όπως εσείς ώς τώρα του πατέρα σας.
Μαζί μου προχωρείτε, αλλά δεν πρέπει να μ᾽ αγγίζετε. Αφήστε με
1545μόνος να βρω τον τάφο μου, όπου της μοίρας μου είναι γραφτό
σ᾽ αυτή τη χώρα να με θάψουν.
Σιγά, εδώ, τώρα αποδώ. Γιατί σ᾽ αυτό το μέρος μ᾽ οδηγεί
ο Ερμής ψυχοπομπός, του κάτω κόσμου η θεά.
Άφεγγο φως, ήσουνα κάποτε κι εσύ δικό μου,
1550τώρα αγγίζεις το κορμί μου τελευταία φορά.
Σέρνω κιόλας το βήμα μου, στον Άδη πάω,
την έσχατη μέρα του βίου μου να κρύψω.
Αλλά κι εσύ, ο πιο αγαπητός από τους ξένους,
εσύ κι η χώρα σου, οι ακόλουθοί σου,
εύχομαι ευδαίμονες να μείνετε,
και στην ευδαιμονία σας εμένα και νεκρό
1555να με θυμάστε, για πάντα ευτυχισμένοι.


1500ΘΗΣ. Τί ᾽ναι αυτές πάλιν οι φωνές που απ᾽ όλους
εσάς μαζί χτυπούν τ᾽ αυτιά μου; ακούω
και τις φωνές σας καθαρά των ντόπιων,
καθαρά και του ξένου. Να ᾽χει πέσει
κανένας κεραυνός μ᾽ αυτή τη μπόρα
ή πετροχάλαζο; γιατί όταν κάνει
τέτοια ο Θεός κακοκαιριά, όλα πρέπει
κανείς να τα φαντάζεται. ΟΙΔ. Ω Θησέα,
μου ήρθες στην ώρα που σ᾽ αποζητούσαν
οι πόθοι μου, και για καλή σου τύχη
σ᾽ έβαλ᾽ ένας θεός σ᾽ αυτό το δρόμο.
ΘΗΣ. Τί νέο να τρέχει, γιε του Λάιου, πάλι;
ΟΙΔ. Το τέλος μου ήρθε και πρι να πεθάνω
την υπόσχεση θέλω να κρατήσω
που είχα δώσει σε σένα και στην πόλη.
1510ΘΗΣ. Και ποιά έχεις του θανάτου σου σημάδια;
ΟΙΔ. Κήρυκες οι ίδιοι οι θεοί μού το μηνούνε,
που αλήθεια όλα τα σημεία των βγαίνουν,
καθώς μου τα ᾽χουν από πρι ορισμένα.
ΘΗΣ. Και τί λες, γέροντα, να φανερώνει
αυτή των την απόφαση; ΟΙΔ. Οι πολλές
κι απανωτές βροντές κι αστροπελέκια
που απ᾽ τ᾽ ανίκητο ξάστραψαν το χέρι.
ΘΗΣ. Σε πιστεύω· γιατί βλέπω προλέγεις
κι άλλα πολλά που ψέματα δε βγαίνουν.
Λέγε λοιπόν, τί πρέπει εγώ να κάμω.
ΟΙΔ. Αυτό που θα σου πω, Θησέα, θα μένει
αγέραστο καλό γι᾽ αυτή την πόλη.
1520Στον τόπο ευτύς θα σ᾽ οδηγήσω ο ίδιος,
δίχως να με κρατεί οδηγός, που πρέπει
ν᾽ αποθάνω. Και συ ποτέ σου ανθρώπου
να μην τον φανερώσεις, ούτε πού ᾽ναι
κρυμμένος, ούτε σε ποιά κατατόπια,
για να σου δίνει αυτός βοήθεια πάντα
πιο σίγουρη κι από πολλές ασπίδες
κι από γειτόνων ξώφερτο κοντάρι.
Μα όσα ᾽ναι απόκρυφα κι όσα δεν πρέπει
να πιάνονται στο στόμα, θα τα μάθεις
όταν εκεί θα ᾽ρθεις, εσύ μονάχος.
Γιατί ούτε σε κανένα απ᾽ τους πολίτες
αυτούς θα τα φανέρωνα, μα κι ούτε
στις ίδιες μου τις θυγατέρες, μ᾽ όλη
τη στοργή που των έχω. Μα εσύ πάντα
1530μυστικά φύλαγέ τα, κι όταν φτάσεις
στο τέλος της ζωής φανέρωσέ τα
στο διάδοχό σου μόνο κι αυτός πάλι
σ᾽ εκείνον πὄρχεται κατόπι πάντα.
Κι έτσι φόβο δε θα ᾽χεις να χαλάσουν
την πόλη σου ποτέ οι Δρακοσπαρμένοι.
Συχνά κι οι πιο καλοκυβερνημένες
οι πολιτείες απάνω τους το παίρνουν·
μα οι θεοί όσο και ν᾽ αργούν, καλά όμως βλέπουν
όταν κανείς το θείο τους νόμο αφήνει
και το γυρνά στην τρέλα — που είθε συ,
τέκνο του Αιγέα, ποτέ να μην το πάθεις.
Μα κάθομαι τα τέτοια να διδάσκω
σ᾽ έναν που τα γνωρίζει· ας ξεκινούμε
1540τώρα πια για τον τόπο, γιατί βιάζει
το μήνυμα του Θεού κι ας μην αργούμε.
Κόρες μου, εδώ, ακλουθάτε με, και νά με
που στη σειρά μου γίνομαι κι εγώ ένας
νέος οδηγός για σας, όπως ως τώρα
για μένα εσείς. Εμπρός μη με κρατάτε
κι αφήστε με να πάω μονάχος νά᾽ βρω
το άγιο το μέρος, όπου θέλει η Μοίρα
να ταφεί στη γη τούτη το κορμί μου.
Απ᾽ εδώ, έτσι — απ᾽ εδώ προχωρείτε,
γιατ᾽ απ᾽ εδώ ο ψυχοπομπός ο Ερμής
μ᾽ οδηγάει κι η θεά του Κάτω κόσμου.
Ω φως για μέναν᾽ άφεγγο, πριν ήσουν
δικό μου ακόμα, τώρα για στερνή
1550φορά σ᾽ αγγίζει το κορμί μου· τώρα
σέρνομαι πια να κρύψω μες στον Άδη
τη ζωή μου που τελειώνει. Μα, ω μες σ᾽ όλους
πιο αγαπημένε μου, είθε να ᾽χεις πάντα
και συ κι αυτή σου η χώρα κι ο λαός σου
την ευλογία του Θεού· και μέσα
στις ευτυχίες σας, που είθ᾽ αιώνιες να ᾽ναι,
να θυμάστε και μένα σαν πεθάνω.


1500ΘΗΣ. Τί είναι οι καινούριες οι φωνές, που βγάνετε και πάλι,
κι εσείς κι ο ξένος φανερά; Μήπως κακό κανένα
σας έκαμε το φοβερό του Δία αστροπελέκι
ή το χαλάζι που ᾽πεσεν; όλα να τα φοβάται
πρέπει κανείς, άμα ο θεός σηκώνει τρικυμία.
ΟΙΔ. Καθώς ποθούσα, βασιλιά, εμπρός μου ήλθες και κάποιος
θεός τον ερχομό σου αυτόν σου ᾽καμ᾽ ευτυχισμένο.
ΘΗΣ. Παιδί του Λάιου, σαν τί καινούριο είναι και πάλι;
ΟΙΔ. Στο τέλος είμαι της ζωής· και θέλω να πεθάνω
χωρίς για όσα υποσχέθηκα στη χώρα και σ᾽ εσένα
1510ψεύτης να βγω. ΘΗΣ. Κι απόδειξη ποιά του θανάτου σου έχεις;
ΟΙΔ. Ίδιοι οι θεοί μού το μηνάν και μου το παραγγέλνουν,
κάνοντας ν᾽ αληθεύουνε τα όσα σημάδια ορίσαν.
ΘΗΣ. Πώς είπες ότι δείχνουνται, γέροντα, τα σημάδια;
ΟΙΔ. Με τις αδιάκοπες βροντές και με τ᾽ αστροπελέκια,
που αμέτρητα το δυνατό χέρι του Δία τα ρίχνει.
ΘΗΣ. Με πείθεις, επειδή πολλά βλέπω να προφητεύεις
κι όχι ψευτόλογα· και τί πρέπει να κάμω, λέγε.
ΟΙΔ. Παιδί του Αιγέα, θενα σου ειπώ εγώ όσα θενα κάμουν
τούτη την πολιτεία σου για πάντα ευτυχισμένη.
1520Μόνος μου, δίχως οδηγό, θενα σου δείξω αμέσως
τον τόπο όπου πρέπει εγώ τα μάτια μου να κλείσω.
Κι αυτόν τον τόπο μη τον πεις ποτέ σου σε κανένα,
μήτε πού κρύβεται, μηδέ σε ποιό βρίσκεται μέρος
για να σου δίνει πάντ᾽ αυτός βοήθεια όσην οι ξένοι
μισθοφόροι σου και πολύς στρατός δε θα σου δίνουν.
Κι εκείνα, που δε λέγουνται και πρέπει να κρατιούνται
κρυφά, σαν έλθεις μόνος σου εκεί, θενα τα μάθεις·
γιατί δεν πρέπει να τα ειπώ μήτε σ᾽ άλλον κανένα,
μήτε και στα παιδιά μου αυτά, μόσο κι αν τ᾽ αγαπάω.
1530Μα πάντα μόνος ξέρε τα, κι όταν στο τέλος φτάσεις
της ζήσης σου, στον πιο τρανό της χώρας μόνο ειπέ τα
κι εκείνος πάλιν ας τα λέει στο διάδοχό του πάντα.
Κι έτσι την πολιτεία σου ανίκητη θα κάμεις
απ᾽ τους Θηβαίους· κι οι πολλές οι πολιτείες, κι αν έχει
καλή κυβέρνηση καμιά, εύκολ᾽ αυθαδιάζουν.
Μα όταν η τρέλα κανενός φτάσει ώσπου τα θεία
να λησμονάει, πάντα οι θεοί προσέχουν κι ας αργούνε·
μη θέλεις τούτο εσύ, παιδί του Αιγέα, να το πάθεις.
Αυτά όμως, που ορμηνεύω σε, πολύ καλά τα ξέρεις.
1540Μα τώρα πια ας πηγαίνουμε στον τόπο, ας μην αργούμε,
γιατί πολύ με βιάζουνε τα θεϊκά σημάδια.
Παιδιά μου, ακολουθάτε με. Γιατί οδηγός σας τώρα
γίνουμ᾽ εγώ, καθώς εσείς είσαστε του πατέρα.
Εμπρός· και μη μ᾽ εγγίζετε, παρά αφήστε με νά ᾽βρω
μονάχος μου τον ιερό τον τάφον, όπου η μοίρα
μου ᾽χει ορισμένο να κρυφτώ κάτω απ᾽ το χώμα τούτο.
Εδώθ᾽ εδώ βαδίζετε· γιατί απ᾽ εδώ με φέρνει
ο Ερμής ο ψυχοδηγητής κι η θεά του κάτω κόσμου.
Ω φως αθώρητο! ήσουνα κάποτε πριν δικό μου
1550και τώρα για στερνή φορά σ᾽ εγγίζει το κορμί μου.
Γιατί τώρα τον υστερνό παίρνω της ζήσης δρόμο
και πάω στον Άδη να κρυφτώ. Μα, αγαπημένε φίλε,
κι εσύ και τούτη η χώρα σου κι οι άνθρωποί σου πάντα
ευτυχισμένοι να είσαστε, και να θυμάστε κάπου
μέσα στην ευτυχία σας κι εμέ τον πεθαμένο.