Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Ἑλληνικά (3.5.8-3.5.15)

[3.5.8] Ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ἃ μὲν μέμφεσθε ἡμῖν ὡς ψηφισαμένων χαλεπὰ περὶ ὑμῶν ἐν τῇ καταλύσει τοῦ πολέμου, οὐκ ὀρθῶς μέμφεσθε· οὐ γὰρ ἡ πόλις ἐκεῖνα ἐψηφίσατο, ἀλλ᾽ εἷς ἀνὴρ εἶπεν, ὃς ἔτυχε τότε ἐν τοῖς συμμάχοις καθήμενος. ὅτε δὲ παρεκάλουν ἡμᾶς οἱ Λακεδαιμόνιοι ἐπὶ τὸν Πειραιᾶ, τότε ἅπασα ἡ πόλις ἀπεψηφίσατο μὴ συστρατεύειν αὐτοῖς. δι᾽ ὑμᾶς οὖν οὐχ ἥκιστα ὀργιζομένων ἡμῖν τῶν Λακεδαιμονίων, δίκαιον εἶναι νομίζομεν βοηθεῖν ὑμᾶς τῇ πόλει ἡμῶν. [3.5.9] πολὺ δ᾽ ἔτι μᾶλλον ἀξιοῦμεν, ὅσοι τῶν ἐν ἄστει ἐγένεσθε, προθύμως ἐπὶ τοὺς Λακεδαιμονίους ἰέναι. ἐκεῖνοι γὰρ καταστήσαντες ὑμᾶς εἰς ὀλιγαρχίαν καὶ εἰς ἔχθραν τῷ δήμῳ, ἀφικόμενοι πολλῇ δυνάμει ὡς ὑμῖν σύμμαχοι παρέδοσαν ὑμᾶς τῷ πλήθει· ὥστε τὸ μὲν ἐπ᾽ ἐκείνοις εἶναι ἀπολώλατε, ὁ δὲ δῆμος οὑτοσὶ ὑμᾶς ἔσωσε. [3.5.10] καὶ μὴν ὅτι μέν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, βούλοισθ᾽ ἂν τὴν ἀρχὴν ἣν πρότερον ἐκέκτησθε ἀναλαβεῖν πάντες ἐπιστάμεθα· τοῦτο δὲ πῶς μᾶλλον εἰκὸς γενέσθαι ἢ εἰ αὐτοὶ τοῖς ὑπ᾽ ἐκείνων ἀδικουμένοις βοηθοῖτε; ὅτι δὲ πολλῶν ἄρχουσι, μὴ φοβηθῆτε, ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον διὰ τοῦτο θαρρεῖτε, ἐνθυμούμενοι ὅτι καὶ ὑμεῖς ὅτε πλείστων ἤρχετε, τότε πλείστους ἐχθροὺς ἐκέκτησθε. ἀλλ᾽ ἕως μὲν οὐκ εἶχον ὅποι ἀποσταῖεν, ἔκρυπτον τὴν πρὸς ὑμᾶς ἔχθραν· ἐπεὶ δέ γε Λακεδαιμόνιοι προύστησαν, τότε ἔφηναν οἷα περὶ ὑμῶν ἐγίγνωσκον. [3.5.11] καὶ νῦν γε, ἂν φανεροὶ γενώμεθα ἡμεῖς τε καὶ ὑμεῖς συνασπιδοῦντες ἐναντία τοῖς Λακεδαιμονίοις, εὖ ἴστε, ἀναφανήσονται πολλοὶ οἱ μισοῦντες αὐτούς. ὡς δὲ ἀληθῆ λέγομεν, ἐὰν ἀναλογίσησθε, αὐτίκα γνώσεσθε. τίς γὰρ ἤδη καταλείπεται αὐτοῖς εὐμενής; οὐκ Ἀργεῖοι μὲν ἀεί ποτε δυσμενεῖς αὐτοῖς ὑπάρχουσιν; [3.5.12] Ἠλεῖοί γε μὴν νῦν ἐστερημένοι καὶ χώρας πολλῆς καὶ πόλεων ἐχθροὶ αὐτοῖς προσγεγένηνται. Κορινθίους δὲ καὶ Ἀρκάδας καὶ Ἀχαιοὺς τί φῶμεν, οἳ ἐν μὲν τῷ πρὸς ὑμᾶς πολέμῳ μάλα λιπαρούμενοι ὑπ᾽ ἐκείνων πάντων καὶ πόνων καὶ κινδύνων καὶ τῶν δαπανημάτων μετεῖχον, ἐπεὶ δ᾽ ἔπραξαν ἃ ἐβούλοντο οἱ Λακεδαιμόνιοι, ποίας ἢ ἀρχῆς ἢ τιμῆς ἢ ποίων χρημάτων μεταδεδώκασιν αὐτοῖς; ἀλλὰ τοὺς μὲν εἵλωτας ἁρμοστὰς ἀξιοῦσι καθιστάναι, τῶν δὲ συμμάχων ἐλευθέρων ὄντων, ἐπεὶ ηὐτύχησαν, δεσπόται ἀναπεφήνασιν. [3.5.13] ἀλλὰ μὴν καὶ οὓς ὑμῶν ἀπέστησαν φανεροί εἰσιν ἐξηπατηκότες· ἀντὶ γὰρ ἐλευθερίας διπλῆν αὐτοῖς δουλείαν παρεσχήκασιν· ὑπό τε γὰρ τῶν ἁρμοστῶν τυραννοῦνται καὶ ὑπὸ δέκα ἀνδρῶν, οὓς Λύσανδρος κατέστησεν ἐν ἑκάστῃ πόλει. ὅ γε μὴν τῆς Ἀσίας βασιλεὺς καὶ τὰ μέγιστ᾽ αὐτοῖς συμβαλλόμενος εἰς τὸ ὑμῶν κρατῆσαι νῦν τί διάφορον πάσχει ἢ εἰ μεθ᾽ ὑμῶν κατεπολέμησεν αὐτούς; [3.5.14] πῶς οὖν οὐκ εἰκός, ἐὰν ὑμεῖς αὖ προστῆτε τῶν οὕτω φανερῶς ἀδικουμένων, νῦν ὑμᾶς πολὺ ἤδη μεγίστους τῶν πώποτε γενέσθαι; ὅτε μὲν γὰρ ἤρχετε, τῶν κατὰ θάλατταν μόνων δήπου ἡγεῖσθε· νῦν δὲ πάντων καὶ ἡμῶν καὶ Πελοποννησίων καὶ ὧν πρόσθεν ἤρχετε καὶ αὐτοῦ βασιλέως τοῦ μεγίστην δύναμιν ἔχοντος ἡγεμόνες ἂν γένοισθε. καίτοι ἦμεν πολλοῦ ἄξιοι καὶ ἐκείνοις σύμμαχοι, ὡς ὑμεῖς ἐπίστασθε· νῦν δέ γε εἰκὸς τῷ παντὶ ἐρρωμενεστέρως ὑμῖν συμμαχεῖν ἡμᾶς ἢ τότε Λακεδαιμονίοις· οὐδὲ γὰρ ὑπὲρ νησιωτῶν ἢ Συρακοσίων οὐδ᾽ ὑπὲρ ἀλλοτρίων, ὥσπερ τότε, ἀλλ᾽ ὑπὲρ ἡμῶν αὐτῶν ἀδικουμένων βοηθήσομεν. [3.5.15] καὶ τοῦτο μέντοι χρὴ εὖ εἰδέναι, ὅτι ἡ Λακεδαιμονίων πλεονεξία πολὺ εὐκαταλυτωτέρα ἐστὶ τῆς ὑμετέρας γενομένης ἀρχῆς. ὑμεῖς μὲν γὰρ ἔχοντες ναυτικὸν οὐκ ἐχόντων ἤρχετε, οὗτοι δὲ ὀλίγοι ὄντες πολλαπλασίων ὄντων καὶ οὐδὲν χεῖρον ὡπλισμένων πλεονεκτοῦσι. ταῦτ᾽ οὖν λέγομεν ἡμεῖς· εὖ γε μέντοι ἐπίστασθε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὅτι νομίζομεν ἐπὶ πολὺ μείζω ἀγαθὰ παρακαλεῖν ὑμᾶς τῇ ὑμετέρᾳ πόλει ἢ τῇ ἡμετέρᾳ.

[3.5.8] «Όταν μας κατηγορείτε, Αθηναίοι, ότι στο τέλος του πολέμου προτείναμε σκληρά μέτρα εναντίον σας, άδικα μας κατηγορείτε: δεν ήταν η πόλη μας που έδωσε εκείνη την ψήφο, αλλά ένας μόνο άνθρωπος που έτυχε τότε να μας αντιπροσωπεύει στο συνέδριο των συμμάχων. Όταν άλλωστε μας ζήτησαν οι Λακεδαιμόνιοι να βαδίσουμε κατά του Πειραιά, η πόλη ψήφισε ομόφωνα να μη μετάσχουμε στην εκστρατεία. Επειδή λοιπόν είστε μια από τις κύριες αφορμές της οργής των Λακεδαιμονίων εναντίον μας, δίκαιο είναι —νομίζουμε— να βοηθήσετε την πόλη μας. [3.5.9] Πολύ περισσότερο έχουμε την απαίτηση να ξεσηκωθούν πρόθυμα να χτυπήσουν τους Λακεδαιμονίους όσοι από σας ανήκαν στην ολιγαρχική παράταξη: Οι Λακεδαιμόνιοι είναι που, αφού πρώτα σας εγκαθίδρυσαν ολιγαρχικό καθεστώς και σας έκαναν μισητούς στους δημοκράτες, ήρθαν κατόπιν με πολύ στρατό —τάχα σαν σύμμαχοι— και σας παρέδωσαν στον λαό, έτσι που αν εξαρτιόταν απ᾽ αυτούς η τύχη σας ήσασταν χαμένοι — άλλο αν τούτος δω ο λαός σάς έσωσε.
[3.5.10] »Το ξέρουμε βέβαια όλοι, Αθηναίοι, ότι θα θέλατε ν᾽ αποκτήσετε ξανά την παλιά σας ηγεμονία· με ποιόν άλλο τρόπο όμως είναι πιθανότερο να το πετύχετε αυτό, παρά βοηθώντας οι ίδιοι όσους αδικούν εκείνοι; Το ότι εξουσιάζουν πολλούς δεν πρέπει να σας φοβίζει, αλλά ίσα ίσα να σας δίνει θάρρος: σκεφτείτε ότι τον καιρό που και σεις εξουσιάζατε πολλούς, είχατε και τους περισσότερους εχθρούς — που έκρυβαν το μίσος τους για σας όσο δεν είχαν σε ποιόν να προσχωρήσουν, και που μόλις μπήκαν επικεφαλής οι Λακεδαιμόνιοι έδειξαν τ᾽ αληθινά τους αισθήματα απέναντί σας [3.5.11] Και τώρα λοιπόν, αν φανεί ότι εσείς κι εμείς συνασπιζόμαστε εναντίον των Λακεδαιμονίων, να το ξέρετε καλά ότι θα παρουσιαστούν πολλοί που τους μισούν.
»Λογαριάστε και θα δείτε αμέσως πόσο δίκιο έχουμε. Ποιός έχει μείνει στ᾽ αλήθεια με το μέρος τους; Οι Αργείοι δεν ήταν πάντοτε εχθροί τους; [3.5.12] Οι Ηλείοι, που έχασαν τόσα εδάφη και πόλεις, προστέθηκαν τώρα στους εχθρούς τους. Και τί να πούμε για τους Κορινθίους, για τους Αρκάδες, για τους Αχαιούς; Στον πόλεμο εναντίον σας οι Λακεδαιμόνιοι τους έπεισαν, με χίλια παρακάλια, να πάρουν μέρος σ᾽ όλους τους μόχθους και τους κινδύνους και τις δαπάνες. Ύστερα, όταν οι Λακεδαιμόνιοι πέτυχαν τον σκοπό τους, μήπως μοιράστηκαν μαζί τους εδάφη, τιμές ή χρήματα; Αντί γι᾽ αυτό, βρίσκουν πρεπούμενο να διορίζουν είλωτες για αρμοστές — και μόλις τους ευνόησε η τύχη επέβαλαν στους συμμάχους, που ήταν πριν ελεύθεροι, τη δεσποτεία τους. [3.5.13] Αλλά είναι φανερό ότι ξεγέλασαν κι όσους παρακίνησαν ν᾽ αποστατήσουν από σας, αφού αντί για ελευθερία τούς έκαναν δυο φορές δούλους — τους τυραννούν κι οι αρμοστές κι οι Δεκαρχίες που διόρισε ο Λύσανδρος σε κάθε πόλη. Όσο για τον Βασιλέα της Ασίας, που τόσο πολύ τους βοήθησε να σας νικήσουν, μήπως τον μεταχειρίζονται διαφορετικά παρά αν είχε πολεμήσει μαζί σας εναντίον τους;
[3.5.14] »Δεν είναι λοιπόν φυσικό, αν μπείτε και πάλι επικεφαλής αυτών που ολοκάθαρα αδικούνται, να γίνετε η μεγαλύτερη δύναμη που υπήρξε ποτέ; Γιατί όταν είχατε την ηγεμονία είναι γνωστό πως προστάζατε μονάχα τους θαλασσινούς, ενώ τώρα θα προστάζετε όλους — κι εμάς, και τους Πελοποννησίους, κι όσους εξουσιάζατε άλλοτε, και τον ίδιο τον Βασιλέα που ᾽χει τη μεγαλύτερη δύναμη απ᾽ όλους. Άλλωστε σταθήκαμε, καθώς ξέρετε, πολύ άξιοι σύμμαχοι και για κείνους· τώρα όμως είναι φυσικό να πολεμήσουμε στο πλευρό σας με περισσότερη διάθεση, από κάθε άποψη, παρά τότε στο πλευρό των Λακεδαιμονίων — γιατί δεν θ᾽ αγωνιζόμαστε όπως τότε γι᾽ άλλους, νησιώτες ή Συρακουσίους, αλλά για μας τους ίδιους. [3.5.15] Και τούτο όμως πρέπει να νιώσετε καλά, ότι πολύ πιο εύκολο είναι να πολεμηθούν οι επεκτατικές φιλοδοξίες των Λακεδαιμονίων απ᾽ ό,τι η δική σας αλλοτινή αυτοκρατορία: εσείς είχατε ναυτικό κι εξουσιάζατε άλλους που δεν είχαν, ενώ τούτοι, λίγοι καθώς είναι, έχουν την αξίωση να εξουσιάζουν πολλούς που δεν είναι χειρότερα εξοπλισμένοι από τους ίδιους.
»Αυτά έχουμε να σας πούμε. Να το ξέρετε όμως καλά, Αθηναίοι, ότι θεωρούμε τις προτάσεις μας πολύ πιο ωφέλιμες για τη δική σας πόλη παρά για τη δική μας».