ΙΕΡΕΑΣ
Ποιός μπορεί να με πληροφορήσει
πού βρίσκεται ο Χρεμύλος; ΧΡΕ. Ε, τί τρέχει;
ΙΕΡ. Τί άλλο να τρέχει από κακό; Τι μόλις
ξανάρχισε να βλέπει πάλι ο Πλούτος,
ψοφάω της πείνας και μπουκιά δεν τρώγω
κι ας είμαι δα ιερέας του Δία Σωτήρα.
ΧΡΕ. Και ποιά η αιτία, για τ᾽ όνομα του Θεού;
ΙΕΡ. Κανένας πια θυσίες δεν κάνει. ΧΡΕ. Πώς;
ΙΕΡ. Όλοι γενήκαν πλούσιοι. Κι όμως τότε,
που τίποτα δεν είχαν, πότε ο έμπορος
ερχότανε και πρόσφερνε σφαχτάρι,
τι γλίτωσε απ᾽ τη θάλασσα, και πότε1180
όποιος στα δικαστήρια αθωωνόταν,
κι άλλοτες όποιος σπίτι του εθυσίαζε
προσκαλούσε κι εμένα τον παπά.
Μα τώρα πια μήτ᾽ ένας δε θυσιάζει,
και στο ναό μου δεν πατάει· μονάχα
για να τα κάνουν, μπαίνουνε χιλιάδες.
ΧΡΕ. Δεν παίρνεις μερτικό απ᾽ αυτά που κάνουν;
ΙΕΡ. Λοιπόν κι εγώ αποφάσισα τον Δία
να παρατήσω και με σας να μείνω.
ΧΡΕ. Κουράγιο και καλά θα πάει το πράμα,
αν θέλει ο θεός. Γιατί κι ο Δίας Σωτήρας
βρίσκεται δω. Μας ήρθε μοναχός του.
ΙΕΡ. Καλά μαντάτα. ΧΡΕ. Λίγ᾽ υπομονή,1190
τον Πλούτο να θρονιάσουμε όπου πρώτα
στεκότανε, στον Παρθενώνα πίσω,
και φύλαε μέρα-νύχτα το ταμείο.
Αλλ᾽ ας μας φέρουν δάδες αναμμένες,
ναν τις βαστάς πηγαίνοντας μπροστά
απ᾽ το θεό. ΙΕΡ. Πολύ σωστά. Θα γίνει.
ΧΡΕ. Κάποιος τον Πλούτο ας πάει όξω να φέρει.
ΓΡΙ. Και τί δουλειά θα κάνω εγώ; ΧΡΕ. Να πάρεις
στην κεφαλή σου απάνω τα τσουκάλια
της φασουλάδας και μπροστά να πηαίνεις
καμαρωτά, αφού μάλιστα μας ήρθες
με παρδαλό φουστάνι. ΓΡΙ. Κι ο σκοπός μου,
που μ᾽ έφερεν εδώ; ΧΡΕ. Θα γίνουν όλα:1200
θά ᾽ρθει τ᾽ αγόρι σπίτι σου το βράδυ.
ΓΡΙ. Αν μου εγγυγιέσαι πως θα ᾽ρθει τ᾽ αγόρι
σπίτι, θα κουβαλήσω τα τσουκάλια.
ΧΡΕ. Κι όμως με τα τσουκάλια τούτα γίνεται
τ᾽ ανάποδο που γίνεται με τ᾽ άλλα.
Τ᾽ άλλα τσουκάλια αφρίζουν από πάνω
κι αυτά από κάτου: τα μαλλιά της γριάς.
ΧΟΡ. Άι κι εμείς δίχως άργητα πίσω τους ν᾽ ακολουθήσουμε,
με χορό και τραγούδι, όπως είναι παλιά μας συνήθεια.
|