Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΙΝΔΑΡΟΣ

Πυθιονίκαις (5.94-5.124)


μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα [στρ. δ]
95 ἔναιεν, ἥρως δ᾽ ἔπειτα λαοσεβής.
ἄτερθε δὲ πρὸ δωμάτων ἕτεροι λαχόντες Ἀΐδαν
βασιλέες ἱεροί
ἐντί· μεγαλᾶν δ᾽ ἀρετᾶν
δρόσῳ μαλθακᾷ
100 ῥανθεισᾶν κώμων {θ᾽} ὑπὸ χεύμασιν,
ἀκούοντί ποι χθονίᾳ φρενί,
σφὸν ὄλβον υἱῷ τε κοινὰν χάριν
ἔνδικόν τ᾽ Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων
πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν,

105 ἔχοντα Πυθωνόθεν [αντ. δ]
τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν
μέλος χαρίεν. ἄνδρα κεῖνον ἐπαινέοντι συνετοί·
λεγόμενον ἐρέω·
κρέσσονα μὲν ἁλικίας
110 νόον φέρβεται
γλῶσσάν τε· θάρσος δὲ τανύπτερος
ἐν ὄρνιξιν αἰετὸς ἔπλετο·
ἀγωνίας δ᾽, ἕρκος οἷον, σθένος·
ἔν τε Μοίσαισι ποτανὸς ἀπὸ ματρὸς φίλας,
115 πέφανταί θ᾽ ἁρματηλάτας σοφός·

ὅσαι τ᾽ εἰσὶν ἐπιχωρίων καλῶν ἔσοδοι, [επωδ. δ]
τετόλμακε. θεός τέ οἱ
τὸ νῦν τε πρόφρων τελεῖ δύνασιν,
καὶ τὸ λοιπὸν ὁμοῖα, Κρονίδαι μάκαρες,
διδοῖτ᾽ ἐπ᾽ ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς
120 ἔχειν, μὴ φθινοπωρὶς ἀνέμων
χειμερία κατὰ πνοὰ δαμαλίζοι χρόνον.
Διός τοι νόος μέγας κυβερνᾷ
δαίμον᾽ ἀνδρῶν φίλων.
εὔχομαί νιν Ὀλυμπίᾳ
τοῦτο δόμεν γέρας ἔπι Βάττου γένει.


μακάριος στους θνητούς ανάμεσα όσο ζούσε, [στρ. δ]
95κι ήρωας έπειτα λαοσέβαστος.
Και χώρια, μπρος απ᾽ το παλάτι τους,
οι άλλοι βασιλιάδες οι ιεροί,
που κατεβήκανε στον Άδη, είναι θαμμένοι.
Κι όταν η απαλή δροσιά των ύμνων που σκορπιούνται
100ραντίσει τα μεγάλα έργα,
αυτοί ακούνε σίγουρα με τις χθόνιες φρένες
την ευτυχία τους και τη χαρά του γιου τους, του Αρκεσίλαου
που δίκαια τη μοιράζεται μαζί τους·
αυτός με παλικαριών τραγούδια πρέπει
τον Φοίβο τον χρυσόλυρο ν᾽ ανυμνεί,

105αφού απ᾽ την Πυθώ έχει κερδίσει τ᾽ ωραίο αυτό τραγούδι [αντ. δ]
που τη νίκη του ομορφαίνει, ανταμοιβή για όσα έχει ξοδέψει.
Τον άντρα αυτόν οι συνετοί τον επαινούνε—
αυτά που λεν λέω κι εγώ:
110Μ᾽ όλα τα νιάτα του ανώτερος στη γλώσσα είναι και στον νου.
Στο θάρρος σαν τον αετό μες στα πουλιά ανοίγει τα φτερά του·
η δύναμή του, σαν προμαχώνας είναι στους αγώνες·
όσο για τις Μούσες, από την αγκαλιά της μάνας του
115πήρε το πέταγμά του κι αρματηλάτης έγινε επιδέξιος.

Κι όπου στη χώρα του δρόμος υπήρχε για νίκες, [επωδ. δ]
με τόλμη τον δοκίμασε.
Και τώρα ένας θεός καλόγνωμα δύναμη του χαρίζει.
Και για το μέλλον, μακάριοι γιοι του Κρόνου,
στα έργα και στα σχέδια χαρίστε του την ίδια επιτυχία,
120ώστε οι πνοές των χειμωνιάτικων ανέμων
που αφανίζουν τους καρπούς να μην χτυπήσουν τη ζωή του.
Ο μέγας νους του Δία κυβερνά
την τύχη των ανθρώπων που αγαπάει.
Εύχομαι τώρα η Ολυμπία να δώσει
τούτο το έπαθλο στου Βάττου τη γενιά.