Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΙΝΔΑΡΟΣ

Πυθιονίκαις (5.63-5.93)


ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων [στρ. γ]
ἀκέσματ᾽ ἄνδρεσσι καὶ γυναιξὶ νέμει,
65 πόρεν τε κίθαριν, δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ,
ἀπόλεμον ἀγαγών
ἐς πραπίδας εὐνομίαν,
μυχόν τ᾽ ἀμφέπει
μαντήϊον· τῷ {καὶ} Λακεδαίμονι
70 ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ
ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος
ἐκγόνους Αἰγιμιοῦ τε. τὸ δ᾽ ἐμὸν γαρύει
ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος,

ὅθεν γεγενναμένοι [αντ. γ]
75 ἵκοντο Θήρανδε φῶτες Αἰγεΐδαι,
ἐμοὶ πατέρες, οὐ θεῶν ἄτερ, ἀλλὰ Μοῖρά τις ἄγεν·
πολύθυτον ἔρανον
ἔνθεν ἀναδεξάμενοι,
Ἄπολλον, τεᾷ,
80 Καρνήϊ᾽, ἐν δαιτὶ σεβίζομεν
Κυράνας ἀγακτιμέναν πόλιν·
ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι
Τρῶες Ἀντανορίδαι· σὺν Ἑλένᾳ γὰρ μόλον,
καπνωθεῖσαν πάτραν ἐπεὶ ἴδον

85 ἐν Ἄρει· τὸ δ᾽ ἐλάσιππον ἔθνος ἐνδυκέως [επωδ. γ]
δέκονται θυσίαισιν ἄνδρες οἰχνέοντές σφε δωροφόροι,
τοὺς Ἀριστοτέλης ἄγαγε ναυσὶ θοαῖς
ἁλὸς βαθεῖαν κέλευθον ἀνοίγων.
κτίσεν δ᾽ ἄλσεα μείζονα θεῶν,
90 εὐθύτομόν τε κατέθηκεν Ἀπολλωνίαις
ἀλεξιμβρότοις πεδιάδα πομπαῖς
ἔμμεν ἱππόκροτον
σκυρωτὰν ὁδόν, ἔνθα πρυ-
μνοῖς ἀγορᾶς ἔπι δίχα κεῖται θανών·


Αυτός και τις βαριές αρρώστιες ανδρών και γυναικών [στρ. γ]
65γιατρεύει, και την κιθάρα χάρισε, και σε όσους θέλει
δίνει τη Μούσα, και την ειρηνική μες στις καρδιές
την ευνομία φέρνει, και το ιερό μαντείο κυβερνά.
Αυτός στη Λακεδαίμονα εγκατέστησε
70και στο Άργος και στην Πύλο την ιερή
τους αντρειωμένους απογόνους του Ηρακλή και του Αιγιμιού.
Και την εράσμια δόξα μου προφήτεψε πως θά ᾽ρθει
από τη Σπάρτη,

75απ᾽ όπου γεννημένοι φτάσανε στη Θήρα [αντ. γ]
οι πρόγονοί μου οι Αιγείδες,
με των θεών το θέλημα
και από κάποια Μοίρα οδηγημένοι·
εκείθε παραλάβαμε κι εμείς, ω Κάρνειε Απόλλωνα,
το πλούσιο σε θυσίες ιερό συμπόσιο,
80όπου τιμούμε στη γιορτή σου
την ομορφοχτισμένη πόλη της Κυρήνης.
Αυτήν την κατοικούν οι ξένοι με τα χάλκινα κοντάρια,
οι Τρώες Αντηνορίδες· γιατί έφτασαν εδώ μαζί με την Ελένη,
αφού είδαν την πατρίδα τους στάχτη ότι εγίνη από τον Άρη.

85Εκείνο το πλήθος των καβαλάρηδων υποδέχονται [επωδ. γ]
όπως ταιριάζει με θυσίες, και φέρνουν δώρα
οι άντρες, που με τα γοργά καράβια ο Αριστοτέλης
δρόμο ανοίγοντας τους έφερε μέσ᾽ από το βαθύ πέλαγος.
Κι έχτισε τα μεγάλα ιερά των θεών
90κι εχάραξε έναν δρόμο ολόισιο και ομαλό
για τις απολλώνειες πομπές που σώζουν τους ανθρώπους,
δρόμο πλακόστρωτο όπου αντηχεί το βήμα των αλόγων,
κι εκεί, σαν πέθανε, ξέχωρα κείτεται στης αγοράς την άκρη·