ΔΙΑΣ [7] Εννοείς τους γυμνοσοφιστές. Έχω ακουστά και άλλα πράγματα γι᾽ αυτούς, αλλά και ότι ανεβαίνουν σε μια τεράστια φωτιά και καίγονται υπομονετικά, χωρίς να μεταβάλλουν καθόλου την εμφάνιση ή το κάθισμά τους. Αυτό όμως δεν είναι και σπουδαίο· πρόσφατα είδα εγώ να γίνεται το ίδιο και στους Ολυμπιακούς αγώνες, και είναι φυσικό να ήσουν κι εσύ εκεί, τότε που κάηκε ο γέροντας. ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Ούτε που ανέβηκα, πατέρα μου, στην Ολυμπία, επειδή φοβόμουν εκείνους τους καταραμένους που σου είπα, καθώς έβλεπα πολλούς απ᾽ αυτούς να πηγαίνουν εκεί, για να κακολογήσουν τους συγκεντρωμένους και να γεμίσουν με φασαρία το πίσω μέρος του ναού γαβγίζοντας. Έτσι λοιπόν δεν είδα καθόλου πώς πέθανε εκείνος. [8] Έπειτα λοιπόν από τους Βραχμάνες πήγα αμέσως στην Αιθιοπία, μετά κατέβηκα στην Αίγυπτο και, αφού έκανα συντροφιά με τους ιερείς και τους προφήτες τους, και τους δίδαξα τα θεϊκά ζητήματα, έφυγα για τη Βαβυλώνα, για να μυήσω τους Χαλδαίους και τους Μάγους, έπειτα από κει στη Σκυθία, έπειτα στη Θράκη, όπου με συντρόφεψαν ο Εύμολπος και ο Ορφέας, τους οποίους και έστειλα προδρόμους μου στην Ελλάδα, τον έναν, τον Εύμολπο, για να τους μυήσει —γιατί είχε μάθει από μένα όλα τα θεϊκά ζητήματα—, και τον άλλο για να τους εξοικειώσει μαζί μου, μαγεύοντάς τους με τη μουσική· κι εγώ ακολούθησα ξοπίσω τους. [9] Στην αρχή λοιπόν, αμέσως μόλις έφτασα, οι Έλληνες ούτε με υποδέχτηκαν εγκάρδια ούτε με απέκλεισαν εντελώς από τη ζωή τους. Σιγά σιγά όμως, κάνοντας παρέα μαζί τους, προσέλκυσα από το σύνολο επτά ως συντρόφους και μαθητές, κι έναν ακόμη από τη Σάμο, κι έναν άλλο από την Έφεσο, κι από τα Άβδηρα ακόμη έναν, πολύ λίγους συνολικά. [10] Μετά απ᾽ αυτούς προσκολλήθηκε επάνω μου —κι εγώ δεν ξέρω πώς— η φυλή των σοφιστών, που ούτε νοιαζόταν να εμβαθύνει στις δικές μου ενασχολήσεις ούτε και απομακρυνόταν πολύ απ᾽ αυτές, αλλά ήταν σαν τη γενιά των Ιπποκενταύρων, κάτι σύνθετο και ανάμεικτο, που πλανιόταν ανάμεσα στην αγυρτεία και στη φιλοσοφία, χωρίς ούτε να είναι εντελώς παραδομένο στην άγνοια ούτε και να μπορεί να κοιτάξει σ᾽ εμάς με σταθερό βλέμμα, αλλά, όπως οι τσιμπλιασμένοι, μπορούσαν με την ελαττωματική τους όραση να δουν ένα ακαθόριστο και θαμπό ομοίωμά μας ή μερικές φορές κάποια σκιά. Εκείνοι όμως νόμιζαν πως έχουν κατανοήσει με ακρίβεια τα πάντα. Γι᾽ αυτό και εξαπλώθηκε μεταξύ τους η άχρηστη εκείνη και περιττή σοφία και, όπως αυτοί νόμιζαν, ακαταμάχητη, οι περίτεχνες και αδιέξοδες και παράδοξες απαντήσεις και οι δυσεπίλυτες και δαιδαλώδεις ερωτήσεις. [11] Έπειτα, επειδή οι δικοί μου σύντροφοι τούς εμπόδιζαν και τους αντέκρουαν, άρχισαν να εξοργίζονται και να συσπειρώνονται εναντίον τους, και στο τέλος τούς έσυραν στα δικαστήρια και τους παρέδωσαν να πιουν το κώνειο. Ίσως λοιπόν να έπρεπε τότε να φύγω αμέσως και να μην ανεχτώ άλλο τη συντροφιά τους. Ωστόσο ο Αντισθένης και ο Διογένης, και λίγο αργότερα ο Κράτης και αυτός εδώ ο Μένιππος, με έπεισαν να παρατείνω λίγο την παραμονή μου, πράγμα που μακάρι ποτέ να μην το έκανα· και δεν θα είχα πάθει τόσες συμφορές αργότερα.
|