[6] Ίσως ωστόσο, άνδρες δικαστές, δεν θα βασίσει καθόλου την υπεράσπισή του σε αυτά, αλλά θα σας πει ό,τι είχε το θράσος να πει και στον διαιτητή, ότι δηλαδή δεν είναι από αυτά που απαγορεύονται, εάν ένας πει για κάποιον ότι σκότωσε τον πατέρα του. Διότι ο νόμος δεν απαγορεύει, λέει, αυτό, απλώς δεν επιτρέπει να αποκαλείς κάποιον ανδροφόνο. [7] Εγώ όμως νομίζω, άνδρες δικαστές, ότι δεν πρέπει να μας απασχολούν οι λέξεις, αλλά το τί σημαίνουν, και ότι όλοι σας γνωρίζετε πως όσοι έχουν διαπράξει φόνο είναι και ανδροφόνοι , και πως όσοι είναι ανδροφόνοι έχουν διαπράξει φόνο. Προφανώς ήταν μεγάλος κόπος για τον νομοθέτη να γράψει όλες τις λέξεις που έχουν την ίδια σημασία. Αντ᾽ αυτού ανέφερε μία και κατέστησε φανερή την πρόθεσή του για όλες. [8] Γιατί ασφαλώς, Θεόμνηστε, δεν θα είχες την απαίτηση να τιμωρηθεί κάποιος, αν σε αποκαλούσε πατραλοία ή μητραλοία, ενώ θα θεωρούσες ότι πρέπει να μείνει ατιμώρητος, αν ένας έλεγε ότι δέρνεις αυτή που σε γέννησε ή εκείνον που σε έσπειρε, εφόσον κατά τη λογική σου δεν θα είχε πει κάτι από αυτά που απαγορεύονται. [9] Ασμένως μάλιστα θα ήθελα να μάθω από σένα (γιατί σε αυτό είσαι ασυναγώνιστος και διαθέτεις πλούσια εμπειρία και στην πράξη και στα λόγια): Αν κάποιος έλεγε ότι πέταξες την ασπίδα, ενώ η διατύπωση του νόμου είναι «αν ένας λέει για κάποιον ότι εγκατέλειψε την ασπίδα, να διώκεται», δεν θα τον εδίωκες, αλλά θα σου ήταν αρκετό να λες ότι ποσώς σε απασχολεί, διότι άλλο «πετάω» άλλο «εγκαταλείπω»; [10] Σε περίπτωση πάλι που βρεθείς ανάμεσα στους Ένδεκα, αν ένας οδηγήσει ενώπιόν σου κάποιον με τη διαδικασία της απαγωγής, ισχυριζόμενος ότι του αφαίρεσε το ιμάτιο ή του πήρε τον χιτώνα, δεν θα αποδεχθείς ως βάσιμη την κατηγορία, αλλά θα τον αφήσεις παρομοίως ελεύθερο, επειδή δεν χρησιμοποιήθηκε η λέξη λωποδύτης (ενδυματοκλέπτης). Αν, τέλος, συλληφθεί κάποιος έχοντας απαγάγει ένα παιδί για να το πουλήσει ως δούλο, δεν θα πεις ότι αυτός είναι ανδραποδιστής (δουλέμπορος), αν παίζεις με τις λέξεις και δεν στρέψεις την προσοχή σου στα πράγματα, για τα οποία χρησιμοποιούν οι πάντες τις λέξεις. [11] Σκεφθείτε ακόμη, άνδρες δικαστές. Διότι αυτός εδώ έχω την εντύπωση ότι λόγω ραστώνης και μαλθακότητας δεν έχει ανεβεί καν στον Άρειο πάγο. Διότι όλοι γνωρίζετε ότι εκεί, όταν εκδικάζονται οι υποθέσεις φόνου, ορκίζονται στο πλαίσιο της διωμοσίας χρησιμοποιώντας όχι τη συγκεκριμένη λέξη (ανδροφόνος), αλλά εκείνη με την οποία κατηγορήθηκα εγώ. Ο κατήγορος, ως γνωστόν, ορκίζεται ότι ο αντίδικος «εφόνευσε», ο κατηγορούμενος ότι δεν «εφόνευσε». [12] Δεν θα ήταν λοιπόν παράλογο να αθωώσουν τον δράστη που ομολογεί ότι είναι ανδροφόνος, μόνο και μόνο επειδή ο κατήγορος στον όρκο του προς τον κατηγορούμενο στο πλαίσιο της διωμοσίας ορκίστηκε ότι ο κατηγορούμενος εφόνευσε; Γιατί σε τι διαφέρουν αυτά από εκείνα που θα πει αυτός; Εσύ ο ίδιος άλλωστε εδίωξες για δυσφήμηση τον Θέωνα που είπε ότι πέταξες την ασπίδα. Ωστόσο ο νόμος πουθενά δεν λέει «πέταξε», απλώς ορίζει ότι καταβάλλει πεντακόσιες δραχμές όποιος πει για κάποιον ότι εγκατέλειψε την ασπίδα. [13] Δεν είναι λοιπόν εξωφρενικό, όταν είναι να τιμωρήσεις για δυσφήμηση τους εχθρούς σου, να ερμηνεύεις τους νόμους όπως ακριβώς εγώ τώρα, όταν όμως, παραβαίνοντας τους νόμους, δυσφημείς κάποιον άλλον, να έχεις την αξίωση να μην τιμωρηθείς; Για ποιό λόγο; Είσαι μήπως τόσο επιδέξιος ώστε να χρησιμοποιείς τους νόμους κατά το δοκούν; Ή έχεις τόση δύναμη, ώστε φαντάζεσαι ότι οι άνθρωποι που αδικείς ουδέποτε θα σε τιμωρήσουν; [14] Και τελικά δεν αισθάνεσαι ντροπή που είσαι τόσο ανόητος, ώστε νομίζεις ότι πρέπει να έχεις προνομιακή μεταχείριση όχι γιατί έχεις προσφέρει στην πόλη, αλλά για το γεγονός ότι δεν έχεις τιμωρηθεί για αδικήματα που διαπράττεις; Διάβασέ μου, παρακαλώ, τον νόμο. ΝΟΜΟΣ
|