Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΙΝΔΑΡΟΣ

Πυθιονίκαις (4.277-4.299)


τῶν δ᾽ Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος [στρ. ιγ]
ῥῆμα πόρσυν᾽· ἄγγελον ἐσλὸν ἔφα τι-
μὰν μεγίσταν πράγματι παντὶ φέρειν·
αὔξεται καὶ Μοῖσα δι᾽ ἀγγελίας ὀρ-
θᾶς. ἐπέγνω μὲν Κυράνα
280 καὶ τὸ κλεεννότατον μέγαρον Βάττου δικαιᾶν
Δαμοφίλου πραπίδων. κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος,
ἐν δὲ βουλαῖς πρέσβυς ἐγκύρ-
σαις ἑκατονταετεῖ βιοτᾷ,
ὀρφανίζει μὲν κακὰν γλῶσσαν φαεννᾶς ὀπός,
ἔμαθε δ᾽ ὑβρίζοντα μισεῖν,

285 οὐκ ἐρίζων ἀντία τοῖς ἀγαθοῖς, [αντ. ιγ]
οὐδὲ μακύνων τέλος οὐδέν. ὁ γὰρ και-
ρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει.
εὖ νιν ἔγνωκεν· θεράπων δέ οἱ, οὐ δρά-
στας ὀπαδεῖ. φαντὶ δ᾽ ἔμμεν
τοῦτ᾽ ἀνιαρότατον, καλὰ γινώσκοντ᾽ ἀνάγκᾳ
ἐκτὸς ἔχειν πόδα. καὶ μὰν κεῖνος Ἄτλας οὐρανῷ
290 προσπαλαίει νῦν γε πατρῴ-
ας ἀπὸ γᾶς ἀπό τε κτεάνων·
λῦσε δὲ Ζεὺς ἄφθιτος Τιτᾶνας. ἐν δὲ χρόνῳ
μεταβολαὶ λήξαντος οὔρου

ἱστίων. ἀλλ᾽ εὔχεται οὐλομέναν νοῦ- [επωδ. ιγ]
σον διαντλήσαις ποτέ
οἶκον ἰδεῖν, ἐπ᾽ Ἀπόλλω-
νός τε κράνᾳ συμποσίας ἐφέπων
295 θυμὸν ἐκδόσθαι πρὸς ἥβαν πολλάκις, ἔν τε σοφοῖς
δαιδαλέαν φόρμιγγα βαστάζων πολί-
ταις ἡσυχίᾳ θιγέμεν,
μήτ᾽ ὦν τινι πῆμα πορών, ἀπαθὴς δ᾽ αὐτὸς πρὸς ἀστῶν·
καί κε μυθήσαιθ᾽, ὁποίαν, Ἀρκεσίλα,
εὗρε παγὰν ἀμβροσίων ἐπέων,
πρόσφατον Θήβᾳ ξενωθείς.


Έχε στον νου τη ρήση αυτή του Ομήρου [στρ. ιγ]
και κοίτα να την κάνεις πράξη·
ο καλός, έλεγε, μαντατοφόρος
σε κάθε πράγμα μεγάλη αξία δίνει·
μα και η Μούσα δυναμώνει
με μια σωστή αγγελία. Εγνώρισαν η Κυρήνη
280και το τρισένδοξο μέγαρο του Βάττου
τη δίκαιη καρδιά του Δημοφίλου.
Εκείνος με τους νέους νέος,
στη βουλή εκατοχρονίτη γέρο θα τον περνούσες·
ξέρει να κρατάει μακριά τη γλώσσα τη φαρμακερή
απ᾽ την κρυστάλλινη φωνή του, έμαθε να μισεί
όσους τη βία ασκούνε,

285να μην αντιμιλάει στους αγαθούς, [αντ. ιγ]
να μην τραβάει μια υπόθεση σε μάκρος.
Γιατί στ᾽ ανθρώπινα η ευκαιρία λίγο κρατάει.
Αυτό καλά το ξέρει κι είναι σύντροφος πρόθυμος,
κι όχι σκλάβος δουλευτής. Και το λένε
πως είναι θλιβερότατο να ξέρεις ποιό ᾽ναι καλό να γίνει
και να ᾽σαι αναγκασμένος το πόδι σου έξω να ᾽χεις.
290Λοιπόν, αυτός παλεύει σαν Άτλας τώρα
με τον ουρανό,
μακριά από τη γη την πατρική κι από τα χτήματά του.
Ωστόσο, ο Δίας λευτέρωσε ο αιώνιος τους Τιτάνες.
Με τον καιρό σαν πάψει ο άνεμος,
ν᾽ αλλάζεις τα πανιά.

Και τώρα, μια και τράβηξε ώς το τέλος [επωδ. ιγ]
εκείνη την αρρώστια την καταραμένη,
προσεύχεται το σπίτι του κάποτε να ιδεί
και, πλάι στου Απόλλωνα την κρήνη ξεφαντώνοντας,
295συχνά να τέρπει την καρδιά του με τις χαρές της νιότης,
ανάμεσα σε φίλους που τη μουσική αγαπούνε
την πλουμιστή τη φόρμιγγα κρατώντας,
να χαίρεται τη γαλήνη,
δίχως κακό να κάνει σε κανέναν
ούτε και να παθαίνει από τους συμπολίτες του.
Και θα μπορέσει να σου πει, Αρκεσίλα,
σαν ποιά πηγή από αθάνατα τραγούδια βρήκε
πρόσφατα στη Θήβα φιλοξενημένος.