Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Ἑλληνικά (3.2.21-3.2.31)

[3.2.21] Τούτων δὲ πραττομένων ἐν τῇ Ἀσίᾳ ὑπὸ Δερκυλίδα, Λακεδαιμόνιοι κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον, πάλαι ὀργιζόμενοι τοῖς Ἠλείοις καὶ ὅτι ἐποιήσαντο συμμαχίαν πρὸς Ἀθηναίους καὶ Ἀργείους καὶ Μαντινέας, καὶ ὅτι δίκην φάσκοντες καταδεδικάσθαι αὐτῶν ἐκώλυον καὶ τοῦ ἱππικοῦ καὶ τοῦ γυμνικοῦ ἀγῶνος, καὶ οὐ μόνον ταῦτ᾽ ἤρκει, ἀλλὰ καὶ Λίχα παραδόντος Θηβαίοις τὸ ἅρμα, ἐπεὶ ἐκηρύττοντο νικῶντες, ὅτε εἰσῆλθε Λίχας στεφανώσων τὸν ἡνίοχον, μαστιγοῦντες αὐτόν, ἄνδρα γέροντα, ἐξήλασαν· [3.2.22] τούτων δ᾽ ὕστερον καὶ Ἄγιδος πεμφθέντος θῦσαι τῷ Διὶ κατὰ μαντείαν τινὰ ἐκώλυον οἱ Ἠλεῖοι μὴ προσεύχεσθαι νίκην πολέμου, λέγοντες ὡς καὶ τὸ ἀρχαῖον εἴη οὕτω νόμιμον, μὴ χρηστηριάζεσθαι τοὺς Ἕλληνας ἐφ᾽ Ἑλλήνων πολέμῳ· [3.2.23] ὥστε ἄθυτος ἀπῆλθεν. ἐκ τούτων οὖν πάντων ὀργιζομένοις ἔδοξε τοῖς ἐφόροις καὶ τῇ ἐκκλησίᾳ σωφρονίσαι αὐτούς. πέμψαντες οὖν πρέσβεις εἰς Ἦλιν εἶπον ὅτι τοῖς τέλεσι τῶν Λακεδαιμονίων δίκαιον δοκοίη εἶναι ἀφιέναι αὐτοὺς τὰς περιοικίδας πόλεις αὐτονόμους. ἀποκριναμένων δὲ τῶν Ἠλείων ὅτι οὐ ποιήσοιεν ταῦτα, ἐπιληίδας γὰρ ἔχοιεν τὰς πόλεις, φρουρὰν ἔφηναν οἱ ἔφοροι. ἄγων δὲ τὸ στράτευμα Ἆγις ἐνέβαλε διὰ τῆς Ἀχαΐας εἰς τὴν Ἠλείαν κατὰ Λάρισον. [3.2.24] ἄρτι δὲ τοῦ στρατεύματος ὄντος ἐν τῇ πολεμίᾳ καὶ κοπτομένης τῆς χώρας, σεισμὸς ἐπιγίγνεται· ὁ δ᾽ Ἆγις θεῖον ἡγησάμενος ἐξελθὼν πάλιν ἐκ τῆς χώρας διαφῆκε τὸ στράτευμα. ἐκ δὲ τούτου οἱ Ἠλεῖοι πολὺ θρασύτεροι ἦσαν, καὶ διεπρεσβεύοντο εἰς τὰς πόλεις, ὅσας ᾔδεσαν δυσμενεῖς τοῖς Λακεδαιμονίοις οὔσας. [3.2.25] περιόντι δὲ τῷ ἐνιαυτῷ φαίνουσι πάλιν οἱ ἔφοροι φρουρὰν ἐπὶ τὴν Ἦλιν, καὶ συνεστρατεύοντο τῷ Ἄγιδι πλὴν Βοιωτῶν καὶ Κορινθίων οἵ τε ἄλλοι πάντες σύμμαχοι καὶ οἱ Ἀθηναῖοι. ἐμβαλόντος δὲ τοῦ Ἄγιδος δι᾽ Αὐλῶνος, εὐθὺς μὲν Λεπρεᾶται ἀποστάντες τῶν Ἠλείων προσεχώρησαν αὐτῷ, εὐθὺς δὲ Μακίστιοι, ἐχόμενοι δ᾽ Ἐπιταλιεῖς. διαβαίνοντι δὲ τὸν ποταμὸν προσ εχώρουν Λετρῖνοι καὶ Ἀμφίδολοι καὶ Μαργανεῖς. [3.2.26] ἐκ δὲ τούτου ἐλθὼν εἰς Ὀλυμπίαν ἔθυε τῷ Διὶ τῷ Ὀλυμπίῳ· κωλύειν δὲ οὐδεὶς ἔτι ἐπειρᾶτο. θύσας δὲ πρὸς τὸ ἄστυ ἐπορεύετο, κόπτων καὶ κάων τὴν χώραν, καὶ ὑπέρπολλα μὲν κτήνη, ὑπέρπολλα δὲ ἀνδράποδα ἡλίσκετο ἐκ τῆς χώρας· ὥστε ἀκούοντες καὶ ἄλλοι πολλοὶ τῶν Ἀρκάδων καὶ Ἀχαιῶν ἑκόντες ᾖσαν συστρατευσόμενοι καὶ μετεῖχον τῆς ἁρπαγῆς. καὶ ἐγένετο αὕτη ἡ στρατεία ὥσπερ ἐπισιτισμὸς τῇ Πελοποννήσῳ. [3.2.27] ἐπεὶ δὲ ἀφίκετο πρὸς τὴν πόλιν, τὰ μὲν προάστια καὶ τὰ γυμνάσια καλὰ ὄντα ἐλυμαίνετο, τὴν δὲ πόλιν (ἀτείχιστος γὰρ ἦν) ἐνόμισαν αὐτὸν μὴ βούλεσθαι μᾶλλον ἢ μὴ δύνασθαι ἑλεῖν. δῃουμένης δὲ τῆς χώρας, καὶ οὔσης τῆς στρατιᾶς περὶ Κυλλήνην, βουλόμενοι οἱ περὶ Ξενίαν τὸν λεγόμενον μεδίμνῳ ἀπομετρήσασθαι ‹τὸ› παρὰ τοῦ πατρὸς ἀργύριον ‹τὴν πόλιν› δι᾽ αὐτῶν προσχωρῆσαι τοῖς Λακεδαιμονίοις, ἐκπεσόντες ἐξ οἰκίας ξίφη ἔχοντες σφαγὰς ποιοῦσι, καὶ ἄλλους τέ τινας ἀποκτείνουσι καὶ ὅμοιόν τινα Θρασυδαίῳ ἀποκτείναντες τῷ τοῦ δήμου προστάτῃ ᾤοντο Θρασυδαῖον ἀπεκτονέναι, ὥστε ὁ μὲν δῆμος παντελῶς κατηθύμησε καὶ ἡσυχίαν εἶχεν, [3.2.28] οἱ δὲ σφαγεῖς πάντ᾽ ᾤοντο πεπραγμένα εἶναι, καὶ οἱ ὁμογνώμονες αὐτοῖς ἐξεφέροντο τὰ ὅπλα εἰς τὴν ἀγοράν. ὁ δὲ Θρασυδαῖος ἔτι καθεύδων ἐτύγχανεν οὗπερ ἐμεθύσθη. ὡς δὲ ᾔσθετο ὁ δῆμος ὅτι οὐ τέθνηκεν ὁ Θρασυδαῖος, περιεπλήσθη ἡ οἰκία ἔνθεν καὶ ἔνθεν, ὥσπερ ὑπὸ ἑσμοῦ μελιττῶν ὁ ἡγεμών. [3.2.29] ἐπειδὴ δὲ ἡγεῖτο ὁ Θρασυδαῖος ἀναλαβὼν τὸν δῆμον, γενομένης μάχης ἐκράτησεν ὁ δῆμος, ἐξέπεσον δὲ πρὸς τοὺς Λακεδαιμονίους οἱ ἐγχειρήσαντες ταῖς σφαγαῖς. ἐπεὶ δ᾽ αὖ ὁ Ἆγις ἀπιὼν διέβη πάλιν τὸν Ἀλφειόν, φρουροὺς καταλιπὼν ἐν Ἐπιταλίῳ πλησίον τοῦ Ἀλφειοῦ καὶ Λύσιππον ἁρμοστὴν καὶ τοὺς ἐξ Ἤλιδος φυγάδας, τὸ μὲν στράτευμα διῆκεν, αὐτὸς δὲ οἴκαδε ἀπῆλθε. [3.2.30] καὶ τὸ μὲν λοιπὸν θέρος καὶ τὸν ἐπιόντα χειμῶνα ὑπὸ τοῦ Λυσίππου καὶ τῶν περὶ αὐτὸν ἐφέρετο καὶ ἤγετο ἡ τῶν Ἠλείων χώρα. τοῦ δ᾽ ἐπιόντος θέρους πέμψας Θρασυδαῖος εἰς Λακεδαίμονα συνεχώρησε Φέας τε τὸ τεῖχος περιελεῖν καὶ Κυλλήνης καὶ τὰς Τριφυλίδας πόλεις ἀφεῖναι Φρίξαν καὶ Ἐπιτάλιον καὶ Λετρίνους καὶ Ἀμφιδόλους καὶ Μαργανέας, πρὸς δὲ ταύταις καὶ Ἀκρωρείους καὶ Λασιῶνα τὸν ὑπ᾽ Ἀρκάδων ἀντιλεγόμενον. Ἤπειον μέντοι τὴν μεταξὺ πόλιν Ἡραίας καὶ Μακίστου ἠξίουν οἱ Ἠλεῖοι ἔχειν· πρίασθαι γὰρ ἔφησαν τὴν χώραν ἅπασαν παρὰ τῶν τότε ἐχόντων τὴν πόλιν τριάκοντα ταλάντων, καὶ τὸ ἀργύριον δεδωκέναι. [3.2.31] οἱ δὲ Λακεδαιμόνιοι γνόντες μηδὲν δικαιότερον εἶναι βίᾳ πριαμένους ἢ βίᾳ ἀφελομένους παρὰ τῶν ἡττόνων λαμβάνειν, ἀφιέναι καὶ ταύτην ἠνάγκασαν· τοῦ μέντοι προεστάναι τοῦ Διὸς τοῦ Ὀλυμπίου ἱεροῦ, καίπερ οὐκ ἀρχαίου Ἠλείοις ὄντος, οὐκ ἀπήλασαν αὐτούς, νομίζοντες τοὺς ἀντιποιουμένους χωρίτας εἶναι καὶ οὐχ ἱκανοὺς προεστάναι. τούτων δὲ συγχωρηθέντων εἰρήνη τε γίγνεται καὶ συμμαχία Ἠλείων πρὸς Λακεδαιμονίους. καὶ οὕτω μὲν δὴ ὁ Λακεδαιμονίων καὶ Ἠλείων πόλεμος ἔληξε.

[400 π.Χ.]
[3.2.21] Την ίδια εποχή που αυτά έκανε ο Δερκυλίδας στην Ασία, οι Λακεδαιμόνιοι ξαναθυμήθηκαν τους λόγους που είχαν από πολύν καιρό να ᾽ναι οργισμένοι με τους Ηλείους. Τούτοι είχαν συμμαχήσει άλλοτε με τους Αθηναίους, τους Αργείους και τους Μαντινείς. Έπειτα δεν άφηναν τους Λακεδαιμονίους να πάρουν μέρος στους Ολυμπιακούς αγώνες —ούτε στους ιππικούς ούτε στους αθλητικούς—, με τον ισχυρισμό ότι είχαν σε βάρος τους καταδίκη· κι ως να μην έφταναν αυτά, όταν ο Λίχας —που ᾽χε δώσει το άρμα του σε Θηβαίους— μπήκε να στεφανώσει τον ηνίοχο την ώρα που τους ανακήρυξαν νικητές, τον μαστίγωσαν —γέρον άνθρωπο— και τον έδιωξαν. [3.2.22] Αργότερα πάλι, μια φορά που ο Άγις στάλθηκε να κάνει θυσία στον Δία σύμφωνα μ᾽ έναν χρησμό, ο Ηλείοι δεν τον άφησαν να προσευχηθεί για νίκη στον πόλεμο, λέγοντας ότι αποτελούσε αρχαίο έθιμο να μη ζητάνε οι Έλληνες χρησμό για πολέμους αναμεταξύ τους· έτσι ο Άγις έφυγε δίχως να κάνει θυσία.
[3.2.23] Για όλ᾽ αυτά λοιπόν, οι έφοροι κι η Συνέλευση αποφάσισαν να συνετίσουν τους Ηλείους κι έστειλαν πρέσβεις στην Ήλιδα να πουν ότι οι αρχές της Λακεδαίμονος κρίνουν δίκαιο να παραχωρήσουν οι Ηλείοι ανεξαρτησία στις τριγύρω πόλεις. Τούτοι απάντησαν ότι αρνούνται, μια και είχαν κατακτήσει αυτές τις πόλεις με πόλεμο. Τότε οι έφοροι κήρυξαν επιστράτευση κι ο Άγις εισέβαλε επικεφαλής του στρατού από την Αχαΐα στην Ήλιδα, ακολουθώντας τον Λάρισο. [3.2.24] Μόλις όμως βρέθηκε ο στρατός στο εχθρικό έδαφος κι άρχισε να ερημώνει τη χώρα, έγινε σεισμός· ο Άγις τον θεώρησε θεϊκό σημάδι, ξαναβγήκε από τη χώρα κι απέλυσε το στράτευμα.
[399 π.Χ.]
Ύστερα απ᾽ αυτό οι Ηλείοι ξεθάρρεψαν πολύ κι έστελναν πρέσβεις σ᾽ όλες τις πόλεις που ήξεραν ότι εχθρεύονταν τους Λακεδαιμονίους. [3.2.25] Τον επόμενο χρόνο ωστόσο οι έφοροι κήρυξαν πάλι επιστράτευση εναντίον της Ήλιδος· μαζί με τον Άγι ξεκίνησαν κι όλοι οι σύμμαχοι —ακόμα κι οι Αθηναίοι— εκτός από τους Βοιωτούς και τους Κορινθίους. Μόλις ο Άγις εισέβαλε από τον Αυλώνα, αμέσως αποστάτησαν από τους Ηλείους και πήγαν με το μέρος του οι Λεπρεάτες, το ίδιο κι οι Μακίστιοι, κι αμέσως μετά οι Επιταλιείς· καθώς περνούσε το ποτάμι προσχώρησαν οι Λετρίνοι, οι Αμφίδολοι κι οι Μαργανείς.
[3.2.26] Στη συνέχεια ο Άγις πήγε στην Ολυμπία κι έκανε θυσία στον Ολύμπιο Δία, δίχως κανένας να δοκιμάσει πια να τον εμποδίσει. Μετά τη θυσία προχώρησε προς την πόλη, ρημάζοντας τη χώρα με φωτιά και με σίδερο· στα χέρια του έπεσαν πολλά ζώα και πολλοί δούλοι από τα κτήματα, τόσοι που μαθαίνοντάς το ήρθαν και πολλοί Αρκάδες κι Αχαιοί να μετάσχουν εθελοντικά στην εκστρατεία, και πήραν μέρος στην αρπαγή — λες κι αυτή η επιχείρηση είχε σκοπό ν᾽ ανεφοδιάσει όλη την Πελοπόννησο. [3.2.27] Όταν ο Άγις έφτασε κοντά στην πόλη άρχισε να καταστρέφει τα προάστια και τα γυμναστήρια, που ήταν ιδιαίτερα ωραία· την ίδια την πόλη μολοντούτο δεν την κατέλαβε — κι επειδή ήταν ανοχύρωτη δημιουργήθηκε η εντύπωση όχι ότι δεν μπορούσε, αλλά ότι δεν ήθελε να την καταλάβει.
Ενώ λεηλατούσε τις εξοχές κι ο στρατός του βρισκόταν κοντά στην Κυλλήνη, οι οπαδοί του Ξενία (αυτού που έλεγαν ότι μετρούσε με τα τσουβάλια τα χρήματα που ᾽χε κληρονομήσει από τον πατέρα του) θέλησαν να προσφέρουν εκδούλευση στους Λακεδαιμονίους, παραδίνοντάς τους την πόλη· ξεχύθηκαν λοιπόν από ένα σπίτι, με σπαθιά, κι άρχισαν να σφάζουν. Καθώς σκότωσαν, ανάμεσα σ᾽ άλλους, και κάποιον που έμοιαζε στον Θρασυδαίο —τον αρχηγό των δημοκρατικών— νόμισαν ότι είχαν σκοτώσει τον ίδιο τον Θρασυδαίο· το αποτέλεσμα ήταν ότι οι δημοκρατικοί έχασαν ολότελα το ηθικό τους κι έμειναν αδρανείς, [3.2.28] ενώ οι φονιάδες πίστεψαν ότι είχαν πετύχει τον σκοπό τους κι οι οπαδοί τους συγκεντρώθηκαν οπλισμένοι στην Αγορά.
Ο Θρασυδαίος ωστόσο κοιμόταν ακόμα, κατά τύχη, εκεί που είχε μεθύσει. Μόλις έμαθαν οι δημοκρατικοί πως δεν είχε σκοτωθεί, περικύκλωσαν το σπίτι απ᾽ όλες τις μεριές, όπως οι μέλισσες τη βασίλισσα· [3.2.29] τότε ο Θρασυδαίος τους συγκέντρωσε και μπήκε αρχηγός τους, κι έγινε μάχη όπου νίκησαν οι δημοκρατικοί, ενώ οι πρωτοστάτες των σφαγών κατέφυγαν στους Λακεδαιμονίους. Ο Άγις άφησε φρουρά στο Επιτάλιο κοντά στον Αλφειό, με τον Λύσιππο αρμοστή και με τους εξόριστους Ηλείους, κι έφυγε διαβαίνοντας ξανά τον Αλφειό· ύστερα απέλυσε τον στρατό και γύρισε στην πατρίδα του.
[398 π.Χ.]
[3.2.30] Το υπόλοιπο καλοκαίρι και τον χειμώνα που ακολούθησε, ο Λύσιππος κι οι δικοί του λεηλατούσαν τη χώρα των Ηλείων. Το επόμενο καλοκαίρι ο Θρασυδαίος μήνυσε στη Λακεδαίμονα ότι δεχόταν να γκρεμίσει τα τείχη της Φέας και της Κυλλήνης και να εγκαταλείψει τις πόλεις της Τριφυλίας Φρίξα κι Επιτάλιο, τους Λετρίνους, τους Αμφιδόλους και τους Μαργανείς, καθώς και τους Ακρωρείους και τον Λασιώνα που διεκδικούσαν οι Αρκάδες. Οι Ηλείοι είχαν ωστόσο την απαίτηση να κρατήσουν τον Ήπειο, πόλη που βρίσκεται ανάμεσα στην Ηραία και στον Μάκιστο, λέγοντας ότι είχαν αγοράσει ολόκληρη την περιοχή από τους προηγούμενους κυρίους της πόλης για τριάντα τάλαντα, κι ότι είχαν δώσει τα χρήματα. [3.2.31] Οι Λακεδαιμόνιοι όμως, κρίνοντας ότι το να υποχρεώνεις έναν πιο αδύνατο να σου πουλήσει κάτι δεν είναι λιγότερο άδικο από το να του το παίρνεις με τη βία, τους ανάγκασαν να τον εγκαταλείψουν κι αυτόν. Δεν τους αφαίρεσαν μολοντούτο την εποπτεία του ιερού του Δία στην Ολυμπία, αν και δεν την είχαν οι Ηλείοι από παλιά, επειδή κατά τη γνώμη τους οι άλλοι που τη διεκδικούσαν ήταν χωριάτες, ακατάλληλοι ν᾽ ασκούν την εποπτεία.
Όταν τα συμφώνησαν αυτά, οι Ηλείοι κι οι Λακεδαιμόνιοι έκαναν ειρήνη και συμμαχία κι έτσι τέλειωσε ο πόλεμος ανάμεσά τους.