Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Ρητορική (1371a-1372a)
Διὰ τοῦτο γὰρ καὶ τὰ διὰ χρόνου ἡδέα ἐστίν, καὶ ἄνθρωποι καὶ πράγματα· μεταβολὴ γὰρ ἐκ τοῦ παρόντος ἐστίν, ἅμα δὲ καὶ σπάνιον τὸ διὰ χρόνου. καὶ τὸ μανθάνειν καὶ τὸ θαυμάζειν ἡδὺ ὡς ἐπὶ τὸ πολύ· ἐν μὲν γὰρ τῷ θαυμάζειν τὸ ἐπιθυμεῖν μαθεῖν ἐστιν, ὥστε τὸ θαυμαστὸν ἐπιθυμητόν, ἐν δὲ τῷ μανθάνειν ‹τὸ› εἰς τὸ κατὰ φύσιν καθίστασθαι. καὶ τὸ εὖ ποιεῖν καὶ τὸ εὖ πάσχειν τῶν ἡδέων· τὸ μὲν γὰρ εὖ πάσχειν τυγχάνειν [1371b] ὧν ἐπιθυμοῦσι, τὸ δὲ εὖ ποιεῖν ἔχειν καὶ ὑπερέχειν, ὧν ἀμφοτέρων ἐφίενται. διὰ δὲ τὸ ἡδὺ εἶναι τὸ εὐποιητικόν, καὶ τὸ ἐπανορθοῦν ἡδὺ τοῖς ἀνθρώποις ἐστὶν τοὺς πλησίον, καὶ τὸ τὰ ἐλλιπῆ ἐπιτελεῖν. ἐπεὶ δὲ τὸ μανθάνειν τε ἡδὺ καὶ τὸ θαυμάζειν, καὶ τὰ τοιάδε ἀνάγκη ἡδέα εἶναι, οἷον τό τε μιμούμενον, ὥσπερ γραφικὴ καὶ ἀνδριαντοποιία καὶ ποιητική, καὶ πᾶν ὃ ἂν εὖ μεμιμημένον ᾖ, κἂν ᾖ μὴ ἡδὺ αὐτὸ τὸ μεμιμημένον· οὐ γὰρ ἐπὶ τούτῳ χαίρει, ἀλλὰ συλλογισμὸς ἔστιν ὅτι τοῦτο ἐκεῖνο, ὥστε μανθάνειν τι συμβαίνει. καὶ αἱ περιπέτειαι καὶ τὸ παρὰ μικρὸν σώζεσθαι ἐκ τῶν κινδύνων· πάντα γὰρ θαυμαστὰ ταῦτα. καὶ ἐπεὶ τὸ κατὰ φύσιν ἡδύ, τὰ συγγενῆ δὲ κατὰ φύσιν ἀλλήλοις ἐστίν, πάντα τὰ συγγενῆ καὶ ὅμοια ἡδέα ὡς ἐπὶ τὸ πολύ, οἷον ἄνθρωπος ἀνθρώπῳ καὶ ἵππος ἵππῳ καὶ νέος νέῳ, ὅθεν καὶ αἱ παροιμίαι εἴρηνται, [ὡς] |
Αυτός είναι και ο λόγος που μας προκαλούν ευχαρίστηση όλα αυτά —πρόσωπα ή πράγματα— που τα βλέπουμε περιστασιακά: είναι μια αλλαγή ενσχέσει με το παρόν και, την ίδια στιγμή, ό,τι έρχεται με απόσταση χρόνου ανάμεσα στη μια και την άλλη φορά είναι κάτι το σπάνιο. Αλλά και το να μαθαίνουμε και να στεκόμαστε μπροστά σε κάτι με έκπληξη και απορία είναι, επίσης, πολλές φορές ευχάριστο· ο λόγος είναι ότι μέσα στην έκπληξη και την απορία περιέχεται η επιθυμία να μάθει κανείς (άρα αυτό μπροστά στο οποίο στεκόμαστε με έκπληξη και απορία είναι επιθυμητό), και από την άλλη «μαθαίνω» θα πει «επανέρχομαι στη φυσική μου κατάσταση». Ανάμεσα στα ευχάριστα πράγματα είναι, επίσης, και το να ευεργετούμε και να ευεργετούμαστε: «ευεργετούμαστε» θα πει [1371b] «πετυχαίνουμε αυτά που επιθυμούμε», ενώ «ευεργετούμε» θα πει «έχουμε τα μέσα γι᾽ αυτό και υπερέχουμε από άλλους», δυο πράγματα που οι άνθρωποι τα επιθυμούν και τα δύο. Αφού το να ευεργετούμε είναι ευχάριστο, είναι ευχάριστο για τους ανθρώπους και το να στηρίζουν και να αποκαθιστούν τους πλησίον τους, καθώς και το να αναπληρώνουν τις ελλείψεις τους. Και αφού το να μαθαίνουμε και να στεκόμαστε μπροστά σε κάτι με έκπληξη και απορία είναι ευχάριστο, ευχάριστα είναι τότε και τα ακόλουθα, π.χ. καθετί που μιμείται κάτι άλλο (παράδειγμα η ζωγραφική, η γλυπτική, η ποίηση), καθώς και καθετί που είναι προϊόν πετυχημένης μίμησης, έστω και αν δεν είναι ευχάριστο το ίδιο το πρωτότυπο· γιατί δεν είναι αυτό που προκαλεί την ευχαρίστηση, αλλά η σκέψη: «αυτό είναι εκείνο», με αποτέλεσμα να μαθαίνει κανείς κάτι. Επίσης οι ξαφνικές μετατροπές της πορείας των πραγμάτων και η σωτηρία μόλις την τελευταία στιγμή από τους κινδύνους· γιατί όλα αυτά κινούν την έκπληξη και τον θαυμασμό. Και αφού ό,τι είναι σύμφωνο με τη φύση είναι ευχάριστο και τα συγγενή πράγματα είναι συγγενή μεταξύ τους κατά τους κανόνες της φύσης, όλα τα συγγενή και όμοια πράγματα είναι τις περισσότερες φορές ευχάριστα το ένα στο άλλο, π.χ. ο άνθρωπος στον άνθρωπο, το άλογο στο άλογο, ο νέος στον νέο· εξού και οι παροιμίες: |