ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ [4.1.1] [Τα όσα έγιναν τον καιρό που βάδιζαν από τα παράλια στο εσωτερικό της Ασίας ως τη μέρα της μάχης, και όσα ύστερα από τη μάχη στο διάστημα που ίσχυε η ανακωχή ανάμεσα στο βασιλιά και στους Έλληνες, που ακολούθησαν τον Κύρο στην εκστρατεία, και οι πολεμικές ενέργειες ενάντια στους Έλληνες από τότε που παραβίασε τις συνθήκες ο βασιλιάς και ο Τισσαφέρνης, ενώ ακολουθούσε ο περσικός στρατός, όλα αυτά έχουν ειπωθεί στην προηγούμενη διήγηση. [4.1.2] Όταν έφτασαν στο σημείο που ο Τίγρητας ποταμός με κανέναν τρόπο δεν μπορούσε να περαστεί εξαιτίας του βάθους και του πλάτους του, ούτε υπήρχε κανένα πέραμα κοντά, αλλά από πάνω του κρέμονταν απότομα τα βουνά των Καρδούχων, τότε πια αποφάσισαν οι στρατηγοί να περάσουν ανάμεσα από τα βουνά. [4.1.3] Γιατί από τους αιχμάλωτους είχαν την πληροφορία πως, αν περάσουν τα βουνά των Καρδούχων, τότε θα διαβούν και τις πηγές του Τίγρητα ποταμού στην Αρμενία, φτάνει να το θέλουν· αν δεν το θέλουν, μπορούν να τις προσπεράσουν. Είχαν μάθει ακόμα πως και οι πηγές του Ευφράτη δεν ήταν μακριά από τις πηγές του Τίγρητα, και πραγματικά έτσι είναι. [4.1.4] Όσο για την επίθεση στη χώρα των Καρδούχων την κάνουν με τούτο τον τρόπο, από τη μια προσπαθώντας να μείνουν απαρατήρητοι, κι από την άλλη να προλάβουν να πιάσουν τις βουνοκορφές πριν από τους εχθρούς]. [4.1.5] Ήταν πια η ώρα της τελευταίας φρουράς και υπολειπόταν τόσο διάστημα της νύχτας, όσο χρειαζόταν για να περάσουν τον κάμπο σκοτεινά. Τότε σηκώθηκαν οι στρατιώτες ύστερα από προφορική διαταγή κι άρχισαν την πορεία, ώσπου φτάνουν κατά τα ξημερώματα στο βουνό. [4.1.6] Επικεφαλής του στρατεύματος ήταν ο Χειρίσοφος, που είχε τους δικούς του στρατιώτες και όλους τους γυμνήτες, ενώ ο Ξενοφώντας ακολουθούσε με τους οπλίτες της οπισθοφυλακής· κανέναν γυμνήτη δεν είχε. Γιατί δεν φαινόταν να υπάρχει κανένας κίνδυνος μήπως τους ακολουθήσει κάποιος από πίσω, την ώρα που θα ανέβαιναν το βουνό. [4.1.7] Ο Χειρίσοφος τότε ανεβαίνει στην κορυφή, προτού τον πάρουν είδηση οι εχθροί. Ύστερα οδηγούσε αργά, κι ακολουθούσαν οι στρατιώτες που περνούσαν κάθε τόσο, με κατεύθυνση τα χωριά που βρίσκονταν στις κοιλάδες και στις χαράδρες των βουνών. [4.1.8] Τότε οι Καρδούχοι άφησαν τα σπίτια κι έβρισκαν καταφύγιο στα βουνά, με τις γυναίκες και τα παιδιά τους. Όσο για τα τρόφιμα, οι Έλληνες μπορούσαν να τα παίρνουν άφθονα. Και τα σπίτια ήταν γεμάτα από χάλκινα σκεύη, δεν έπαιρναν όμως τίποτε απ᾽ αυτά, ούτε και τον κόσμο κυνηγούσαν. Τα άφηναν απείραχτα, μήπως κι έδειχναν διάθεση οι Καρδούχοι να τους επιτρέψουν να περάσουν από τη χώρα τους φιλικά, μια και ήταν εχθροί με το βασιλιά. [4.1.9] Τρόφιμα όμως έπαιρνε ο καθένας, οσαδήποτε έβρισκε, γιατί τα είχαν ανάγκη. Μα οι Καρδούχοι ούτε απαντούσαν που τους φώναζαν οι Έλληνες, ούτε έκαναν καμιάν άλλη φιλική ενέργεια. [4.1.10] Και όταν οι τελευταίοι από τους Έλληνες κατέβαιναν από τη βουνοκορφή στα χωριά κι ήταν πια σκοτεινά —γιατί το ανέβασμα και το κατέβασμα κράτησε ολόκληρη τη μέρα, επειδή το μονοπάτι ήταν στενό— τότε μαζεύτηκαν μερικοί Καρδούχοι και ρίχτηκαν απάνω τους. Σκότωσαν κάμποσους και πλήγωσαν άλλους θανάσιμα με πέτρες και με βέλη, παρόλο που ήταν λίγοι. Και τούτο, επειδή το ελληνικό στράτευμα τους ρίχτηκε αναπάντεχα. [4.1.11] Αν συγκεντρώνονταν τότε περισσότεροι, θα κινδύνευε να καταστραφεί μεγάλο μέρος του στρατού. Αυτή τη νύχτα λοιπόν έτσι πέρασαν οι Έλληνες στα χωριά, ενώ οι Καρδούχοι άναβαν φωτιές γύρω γύρω, πάνω στα βουνά, κι έτσι δεν έχαναν από τα μάτια τους ο ένας τον άλλο.
|