[20] Είπε λοιπόν ο Πιττακός ότι είναι μια περίφημη ιστορία, που τη μνημονεύουν πολλοί: Είχε δοθεί χρησμός στους πρώτους οικιστές της Λέσβου, ότι, όταν [163b] στο ταξίδι τους θα συναντούσαν τον ύφαλο που λέγεται «Μεσόγειος», εκεί να ρίξουν στη θάλασσα έναν ταύρο για τον Ποσειδώνα και ένα ζωντανό κορίτσι για την Αμφιτρίτη και για τις Νηρηίδες. Οι αρχηγοί και βασιλιάδες ήταν εφτά και όγδοος ο Εχέλαος, που το μαντείο των Δελφών τον είχε ορίσει αρχηγό της αποικίας. Αυτός ήταν ακόμη άγαμο παλικάρι. Όσοι λοιπόν από τους εφτά είχαν άγαμες θυγατέρες μπήκαν στον κλήρο, και ο κλήρος έπεσε στην κόρη του Σμινθέα. Τη στόλισαν, τότε, με όμορφα ρούχα και χρυσά κοσμήματα και, μόλις έφτασαν στον ορισμένο τόπο, ετοιμάστηκαν να προσευχηθούν και να τη ρίξουν στη θάλασσα. Έτυχε όμως να είναι ερωτευμένος μαζί της ένας από τους συμπλέοντες, ένας νέος από καλή, καθώς φαίνεται, οικογένεια, [163c] που μας παραδόθηκε και το όνομά του: Έναλος. Αυτός λοιπόν ο Έναλος, κυριευμένος από μια δίχως καμιά ελπίδα επιθυμία να βοηθήσει το κορίτσι στη δυστυχία που το βρήκε, όρμησε κατά την κρίσιμη στιγμή, την αγκάλιασε με τα χέρια του και ρίχτηκε μαζί της στη θάλασσα. Αμέσως λοιπόν διαδόθηκε μια αβάσιμη φήμη, που, εν πάση περιπτώσει, έγινε πιστευτή από ένα μεγάλο μέρος του πλήθους, ότι σώθηκαν και διακομίστηκαν αβλαβείς. Λένε ότι ο Έναλος εμφανίστηκε αργότερα στη Λέσβο και έλεγε ότι τους κουβάλησαν δελφίνια μέσα στη θάλασσα και τους απέθεσαν στη στεριά χωρίς να έχουν πάθει κανένα κακό· ακόμη ότι διηγούνταν και άλλα, πιο θαυμαστά από αυτά, που άφηναν κατάπληκτο και μαγεμένο τον κόσμο, [163d] και ότι όλα αυτά τα απέδειξε με κάτι που έκανε. Όταν δηλαδή ένα πανύψηλο κύμα σηκώθηκε γύρω από το νησί και όλος ο κόσμος φοβήθηκε, αυτός, μόνος από όλους, πήγε προς τη θάλασσα και από πίσω του ακολουθούσαν χταπόδια προς το ναό του Ποσειδώνα. Το πιο μεγάλο από αυτά κουβαλούσε μια πέτρα, που την πήρε ο Έναλος και την αφιέρωσε στον θεό: στην πέτρα αυτή δίνουμε σήμερα το όνομα Έναλος. «Και γενικά», είπε, «αν κανείς γνωρίζει τί διαφορά υπάρχει ανάμεσα στο αδύνατο και το ασυνήθιστο, ανάμεσα στο παράλογο και το απροσδόκητο, αυτός μπορεί, Χίλωνα, να τηρεί το “Ποτέ, καμιά υπερβολή”, όπως σύστησες εσύ, χωρίς να πιστεύει, αλλά και χωρίς να απιστεί έτσι, στην τύχη».
|