«Πάρα πολύ, βέβαια, είπε. Αλλά, γιατί ποθεί τη γέννα; Επειδή η γέννα είναι, για ένα θνητό πλάσμα, κάτι που αναπαράγεται ατελεύτητα, και αθάνατο. [207a] Λοιπόν, ο άνθρωπος οπωσδήποτε ποθεί την αθανασία, συνοδευόμενη από ευτυχία, σύμφωνα μ᾽ όσα συνομολογήσαμε, αν βέβαια ο έρωτας είναι πόθος της απόχτησης της παντοτινής ευτυχίας. Λοιπόν, απ᾽ αυτό τον συλλογισμό προκύπτει ότι ο έρωτας αναπόφευκτα είναι και πόθος για αθανασία». Λοιπόν, όλ᾽ αυτά μου δίδασκε η Διοτίμα κάθε φορά που πραγματευόταν το θέμα του έρωτα, και κάποια μέρα με ρώτησε: «Σωκράτη, τί φαντάζεσαι ότι είναι αιτία αυτού του έρωτα κι αυτού του πόθου; Δεν παρατήρησες πόσο εκνευρισμένα δείχνουν όλα τα ζώα, όταν τα κυριεύει η επιθυμία να γεννήσουν, και τα χερσαία και τα πτηνά, αρρωστημένα [207b] όλα και με ερωτικές εξάψεις, πρώτα πρώτα για να σμίξουν ερωτικά μεταξύ τους κι έπειτα για να θρέψουν αυτά που έφεραν στον κόσμο κι είναι πρόθυμα να δώσουν μάχη, τα πιο αδύναμα ενάντια στα πιο δυνατά, για να τα υπερασπιστούν, και να βαδίσουν στο θάνατο γι᾽ αυτά· τα ίδια τους να λιμοκτονούν, για να έχουν να δώσουν τροφή σ᾽ εκείνα, και τα παρόμοια καμώματά τους να μην έχουν τέλος; Βέβαια, είπε, όσο για τους ανθρώπους θα μπορούσε κανείς να πιστέψει ότι τα κάνουν αυτά από υπολογισμό· για τα ζώα όμως, ποιά η αιτία μιας τέτοιας [207c] ερωτικής συμπεριφοράς; Μπορείς να μου το εξηγήσεις;» Κι εγώ πάλι της έλεγα ότι έχω άγνοια. Κι αυτή είπε: «Περνά λοιπόν απ᾽ το μυαλό σου ότι κάποτε θα γίνεις αυθεντία στα θέματα του έρωτα, αν δεν κατανοείς όλ᾽ αυτά;» «Μα, Διοτίμα, σου το είπα τώρα δα, γι᾽ αυτόν ακριβώς το λόγο επιδίωξα να σε συναντήσω, γιατί κατάλαβα ότι χρειάζομαι δασκάλους. Πες μου λοιπόν, για ποιά αιτία συμβαίνουν τα παραπάνω και τ᾽ άλλα που έχουν να κάνουν με το φαινόμενο έρωτας». «Λοιπόν, μου είπε, αν είσαι πεπεισμένος ότι από τη φύση του ο έρωτας έχει αντικείμενο εκείνο, για το οποίο πολλές φορές μείναμε σύμφωνοι, μην απορείς. Γιατί και στην περίπτωσή τους, [207d] για τον ίδιο λόγο που επικαλεστήκαμε εκεί, η θνητή φύση επιδιώκει να είναι, στο μέτρο του δυνατού, αιώνια και αθάνατη. Κι ο μόνος τρόπος να το πετύχει αυτό είναι η γέννα, γιατί πάντοτε αφήνει στη θέση του παλιού κάτι καινούργιο, παρόμοιο — πράγματι, όταν λέμε ότι κάθε ζωντανό ον βρίσκεται στη ζωή και παραμένει το ίδιο (λόγου χάρη, έναν άνθρωπο, από μικρό παιδί κι ως τα γεράματα, τον φωνάζουμε με το ίδιο όνομα· πράγματι, αυτός δεν παύει ποτέ να θεωρείται το ίδιο πρόσωπο, παρόλο που τα στοιχεία που τον αποτελούν δεν παραμένουν τα ίδια, αλλά ασταμάτητα αποχτά νέα στοιχεία, ενώ άλλα στοιχεία του χάνονται· ο λόγος για το τρίχωμα και για τις σάρκες και για τα οστά και [207e] για το αίμα και για το σώμα στο σύνολό του). Και οι αλλαγές δεν περιορίζονται στη σωματική μας υπόσταση, αλλά και σ᾽ ό,τι φορά στον ψυχικό μας κόσμο: οι διαθέσεις μας, ο χαρακτήρας μας, οι αντιλήψεις και οι επιθυμίες μας, οι ηδονές μας, οι λύπες μας, οι φόβοι μας, τίποτ᾽ απ᾽ αυτά δεν παραμένει αναλλοίωτο στον καθένα μας, αλλά άλλα εμφανίζονται, άλλα χάνονται. Και συμβαίνει και κάτι πολύ πιο παράξενο απ᾽ αυτά, ότι και οι γνώσεις μας, [208a] όχι μόνο άλλες αποχτιένται κι άλλες χάνονται και ουδέποτε στον τομέα των γνώσεων μένουμε στο ίδιο επίπεδο, αλλά και με καθεμιά ξεχωριστά από τις γνώσεις μας το ίδιο συμβαίνει. Γιατί αυτό που αποκαλούμε μελέτη προϋποθέτει ότι η γνώση εγκαταλείπει το πνεύμα μας· γιατί λήθη είναι η αποχώρηση της γνώσης από το πνεύμα μας, ενώ η μελέτη, αντίθετα, δημιουργώντας νέο απόθεμα γνώσης στη θέση εκείνης που αποχώρησε, κρατά ζωντανή τη γνώση, έτσι που να δημιουργείται η εντύπωση ότι παραμένει η ίδια. Γιατί μ᾽ αυτό τον τρόπο συνεχίζει την ύπαρξή του το κάθε θνητό ον, όχι με το να παραμένει αυτό πέρα για πέρα το ίδιο, όπως το [208b] θεϊκό, αλλά με το ότι το κάθε στοιχείο του που αποχωρεί και γερνά αφήνει στη θέση του ένα καινούργιο, παρόμοιο μ᾽ αυτό που το ίδιο του ήταν. Μ᾽ αυτή λοιπόν τη διαδικασία, Σωκράτη, μου είπε, η θνητή φύση αποχτά μερίδιο στην αθανασία, και σ᾽ ό,τι αφορά στο σώμα και σ᾽ όλα τ᾽ άλλα· αλλά η αθάνατη, με άλλη διαδικασία. Λοιπόν, μη σε παραξενεύει το ότι από ένστικτο το κάθε ον θεωρεί πολύτιμο το βλαστάρι του· γιατί αυτό το ενδιαφέρον κι αυτός ο έρωτας συνοδεύει τον καθένα στην επιδίωξη του για αθανασία». Κι εγώ ακούοντας τα λόγια της παραξενεύτηκα και είπα: «Έλα τώρα, της είπα, πάνσοφη Διοτίμα, ανταποκρίνονται πράγματι στην αλήθεια αυτά;»
|