ΥΠΗ., ξαναγυρίζοντας.
Πλυμένη η νύφη μπρος και πίσω· η πίτα
ψήθηκε· πλάθουν σουσαμάτα και όλα
870που πρέπει· το γαμπρό προσμένει τώρα.
ΤΡΥ. Μπρος τότε, τη Θεωρία να παραδώσω
στη βουλή. ΥΠΗ. Ποιά είναι τούτη; Πώς την είπες;
ΤΡΥ. Είν᾽ η Θεωρία· τα τύμπανα βαρώντας
τη σέρναμε, παλιά, για τη Βραυρώνα,
μισοπιωμένοι· μη θαρρείς πως ήταν
εύκολο να την πιάσω. ΥΠΗ. Βρε καπούλια
για πεντάχρονο, αφέντη, πανηγύρι!
ΤΡΥ. Καλά. (Στους θεατές.) Ποιός από σας μπορεί, αλλά τίμια,
για τη βουλή να τη φυλάξει τούτη;
Στον υπηρέτη, που κάνει κάτι χειρονομίες.
Τί κύκλους γράφεις; ΥΠΗ. Να, … στο πανηγύρι
του Ισθμού θα πάω, και χρειάζομαι μια τέντα
880για τούτη εδώ. ΤΡΥ. Λοιπόν, θα πει ποιός θέλει
να τη φυλάξει; Για έλα δω, κοπέλα·
στη μέση τους θα πάω και θα σε στήσω.
ΥΠΗ., δείχνοντας ένα θεατή.
Νά, εκείνος γνέφει. ΤΡΥ. Ποιός; ΥΠΗ. Νά, ο Αριφράδης·
παρακαλεί να του την πάμε. ΤΡΥ. Αλί μας·
θα της ρουφήξει το ζουμί ως τον πάτο.
Την ξεσκεπάζει.
Για πέτα αυτά. Νά, στέκει η Θεωρία,
βουλευτές και πρυτάνηδες, μπροστά σας.
Σκεφτείτε τί αγαθά σας παραδίνω.
Κι ευθύς αν της σηκώσετε τα σκέλια,
890μπορεί η σπονδή για τη γιορτή να γίνει.
Να εδώ η φουφού. ΥΠΗ. Τι ωραία! Καπνιά έχει πιάσει·
εδώ η βουλή πριν απ᾽ τον πόλεμο είχε
την πυροστιά της. ΤΡΥ. Έπειτα μπορείτε
να κάνετε αγωνίσματα, αύριο κιόλας·
πάλη του εδάφους, κα τετράσκελη άλλη,
κλίση στο πλάι, σκυφτή γονυκλισία,
και, για παγκράτιο, άλειμμα με λάδι,
τράκο γερό και ψάξιμο μες στα όλα
με τη γροθιά και με άλλο κάτι· τέλος,
ιπποδρομίες την τρίτη μέρα· τα άτια
900θα ξεπερνούνε τότε το ᾽να τ᾽ άλλο,
κουλουριασμένα ανάποδα τ᾽ αμάξια
θ᾽ αγκομαχούν, θα σμίγουν, θα κολλάνε,
κι άλλοι αμαξάδες, στις στροφές πεσμένοι,
θα μουρμουρίζουν «δεν αντέχω πια άλλο».
Πρυτάνηδες, νά, πάρτε τη Θεωρία.
Τι πρόθυμα που ο πρύτανης την πήρε!
Για κάποια υποθεσούλα αν σου μιλούσα
να τη δεχτείς και μ᾽ άδεια ερχόμουν χέρια,
θα ᾽λεγες: «Δεν μπορούμε· διακοπές!».
910ΧΟΡ. Τί λαμπρός,
τί πολύτιμος για όλους βοηθός
ένας τέτοιος πολίτης!
ΤΡΥ. Σα θα τρυγάτε, πιο καλά θα νιώσετε τί αξίζω.
ΧΟΡ. Μα και τώρα είναι φως φανερό·
ω, του κόσμου είσ᾽ εσύ
ο σωτήρας, μεγάλος σωτήρας, αλήθεια.
ΤΡΥ. Και τί θα πεις, το νιο κρασί σαν πιεις με την κανάτα;
ΧΟΡ. Θα πω: μετά από τους θεούς πρώτο έχω τον Τρυγαίο.
ΤΡΥ. Και θα ᾽χεις δίκιο να το πεις·
ναι, ο Αθμονέας Τρυγαίος εγώ
από δεινά και βάσανα
και το δημότη το φτωχό
920και τον ξωμάχο γλίτωσα,
και τον Υπέρβολο έβαλα
πέρα στην άκρη.
|