Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ

Ἁλιεὺς ἢ Ἀναβιοῦντες (4-6)


ΠΑΡΡΗΣΙΑΔΗΣ
[4] Οὐκοῦν ἐπεὶ δέδοκται πάντως ἀποκτιννύναι καὶ οὐδεμία μηχανὴ τὸ διαφυγεῖν με, φέρε τοῦτο γοῦν εἴπατέ μοι, τίνες ὄντες ἢ τί πεπονθότες ἀνήκεστον πρὸς ἡμῶν ἀμείλικτα ὀργίζεσθε καὶ ἐπὶ θανάτῳ συνειλήφατε;
ΠΛΑΤΩΝ
Ἅτινα μὲν εἴργασαι ἡμᾶς τὰ δεινά, σεαυτὸν ἐρώτα, ὦ κάκιστε, καὶ τοὺς καλοὺς ἐκείνους σου λόγους ἐν οἷς φιλοσοφίαν τε αὐτὴν κακῶς ἠγόρευες καὶ εἰς ἡμᾶς ὕβριζες, ὥσπερ ἐξ ἀγορᾶς ἀποκηρύττων σοφοὺς ἄνδρας, καὶ τὸ μέγιστον, ἐλευθέρους· ἐφ᾽ οἷς ἀγανακτήσαντες ἀνεληλύθαμεν ἐπὶ σὲ παραιτησάμενοι πρὸς ὀλίγον τὸν Ἀϊδωνέα, Χρύσιππος οὑτοσὶ καὶ Ἐπίκουρος καὶ ὁ Πλάτων ἐγὼ καὶ Ἀριστοτέλης ἐκεῖνος καὶ ὁ σιωπῶν οὗτος Πυθαγόρας καὶ Διογένης καὶ ἅπαντες ὁπόσους διέσυρες ἐν τοῖς λόγοις.
ΠΑΡΡΗΣΙΑΔΗΣ
[5] Ἀνέπνευσα· οὐ γὰρ ἀποκτενεῖτέ με, ἢν μάθητε ὁποῖος ἐγὼ περὶ ὑμᾶς ἐγενόμην· ὥστε ἀπορρίψατε τοὺς λίθους, μᾶλλον δὲ φυλάττετε. χρήσεσθε γὰρ αὐτοῖς κατὰ τῶν ἀξίων.
ΠΛΑΤΩΝ
Ληρεῖς. σὲ δὲ χρὴ τήμερον ἀπολωλέναι, καὶ ἤδη γε
λάϊνον ἕσσο χιτῶνα κακῶν ἕνεχ᾽ ὅσσα ἔοργας.
ΠΑΡΡΗΣΙΑΔΗΣ
Καὶ μήν, ὦ ἄριστοι, ὃν ἐχρῆν μόνον ἐξ ἁπάντων ἐπαινεῖν οἰκεῖόν τε ὑμῖν ὄντα καὶ εὔνουν καὶ ὁμογνώμονα καί, εἰ μὴ φορτικὸν εἰπεῖν, κηδεμόνα τῶν ἐπιτηδευμάτων εὖ ἴστε ἀποκτενοῦντες, ἢν ἐμὲ ἀποκτείνητε τοσαῦτα ὑπὲρ ὑμῶν πεπονηκότα. ὁρᾶτε οὖν μὴ κατὰ τοὺς πολλοὺς τῶν νῦν φιλοσόφων αὐτοὶ ποιεῖτε, ἀχάριστοι καὶ ὀργίλοι καὶ ἀγνώμονες φαινόμενοι πρὸς ἄνδρα εὐεργέτην.
ΠΛΑΤΩΝ
Ὢ τῆς ἀναισχυντίας. καὶ χάριν σοι τῆς κακηγορίας προσοφείλομεν; οὕτως ἀνδραπόδοις ὡς ἀληθῶς οἴει διαλέγεσθαι; ἢ καὶ εὐεργεσίαν καταλογιῇ πρὸς ἡμᾶς ἐπὶ τῇ τοσαύτῃ ὕβρει καὶ παροινίᾳ τῶν λόγων;
ΠΑΡΡΗΣΙΑΔΗΣ
[6] Ποῦ γὰρ ἐγὼ ὑμᾶς ἢ πότε ὕβρικα, ὃς ἀεὶ φιλοσοφίαν τε θαυμάζων διατετέλεκα καὶ ὑμᾶς αὐτοὺς ὑπερεπαινῶν καὶ τοῖς λόγοις οἷς καταλελοίπατε ὁμιλῶν; αὐτὰ γοῦν ἅ φημι ταῦτα, πόθεν ἄλλοθεν ἢ παρ᾽ ὑμῶν λαβὼν καὶ κατὰ τὴν μέλιτταν ἀπανθισάμενος ἐπιδείκνυμαι τοῖς ἀνθρώποις; οἱ δὲ ἐπαινοῦσι καὶ γνωρίζουσιν ἕκαστον τὸ ἄνθος ὅθεν καὶ παρ᾽ ὅτου καὶ ὅπως ἀνελεξάμην, καὶ λόγῳ μὲν ἐμὲ ζηλοῦσι τῆς ἀνθολογίας, τὸ δ᾽ ἀληθὲς ὑμᾶς καὶ τὸν λειμῶνα τὸν ὑμέτερον, οἳ τοιαῦτα ἐξηνθήκατε ποικίλα καὶ πολυειδῆ τὰς βαφάς, εἴ τις ἀναλέξασθαί τε αὐτὰ ἐπίσταιτο καὶ ἀναπλέξαι καὶ ἁρμόσαι, ὡς μὴ ἀπᾴδειν θάτερον θατέρου. ἔσθ᾽ ὅστις οὖν ταῦτα εὖ πεπονθὼς παρ᾽ ὑμῶν κακῶς ἂν εἰπεῖν ἐπιχειρήσειεν εὐεργέτας ἄνδρας, ἀφ᾽ ὧν εἶναί τις ἔδοξεν; ἐκτὸς εἰ μὴ κατὰ τὸν Θάμυριν ἢ τὸν Εὔρυτον εἴη τὴν φύσιν, ὡς ταῖς Μούσαις ἀντᾴδειν, παρ᾽ ὧν εἴληφε τὴν ᾠδήν, ἢ τῷ Ἀπόλλωνι ἐριδαίνειν ἐναντία τοξεύων, καὶ ταῦτα δοτῆρι ὄντι τῆς τοξικῆς.


ΠΑΡΡΗΣΙΑΔΗΣ
[4] Αφού λοιπόν έχετε αποφασίσει να με σκοτώσετε οπωσδήποτε, και δεν υπάρχει απολύτως κανένας τρόπος να ξεφύγω, τουλάχιστον πέστε μου το εξής: ποιοί είστε και τί το ανεπανόρθωτο έχετε πάθει από μένα, ώστε να είστε εξοργισμένοι με τέτοια αδιαλλαξία και να με έχετε συλλάβει για να με θανατώσετε;
ΠΛΑΤΩΝΑΣ
Ποιά φοβερά πράγματα έκανες εναντίον μας, τρισκατάρατε, να ρωτήσεις τον εαυτό σου και τους ωραίους εκείνους λόγους σου, με τους οποίους και την ίδια τη φιλοσοφία κακολογούσες και εμάς μας πρόσβαλλες, φέρνοντας για πούλημα, όπως γίνεται στο σκλαβοπάζαρο, άνδρες σοφούς και, το σημαντικότερο, ελεύθερους. Επειδή λοιπόν εξοργιστήκαμε γι᾽ αυτά, ανεβήκαμε επάνω εναντίον σου, αφού πρώτα ζητήσαμε άδεια για λίγο από τον Αϊδωνέα, αυτός εδώ ο Χρύσιππος και ο Επίκουρος και εγώ ο Πλάτωνας και εκείνος ο Αριστοτέλης και αυτός ο σιωπηλός Πυθαγόρας και ο Διογένης και όλοι όσους εσύ εξευτέλισες στους λόγους σου.
ΠΑΡΡΗΣΙΑΔΗΣ
[5] Αχ, ανάσανα· δεν πρόκειται βέβαια να με σκοτώσετε, αν καταλάβετε τί στάση κράτησα εγώ απέναντι σας. Πετάξτε λοιπόν τις πέτρες, ή καλύτερα φυλάξτε τις. Θα τις χρησιμοποιήσετε εναντίον όσων τις αξίζουν.
ΠΛΑΤΩΝΑΣ
Λες ανοησίες. Σήμερα πρέπει εσύ να αφανιστείς, και ήδη τώρα
να ντυθείς μ᾽ ένα ρούχο από πέτρες,
για όσο έκανες ήδη κακό.
ΠΑΡΡΗΣΙΑΔΗΣ
Κι όμως, αξιότιμοι κύριοι, να ξέρετε καλά ότι, αν σκοτώσετε εμένα, που έχω μοχθήσει τόσο για χάρη σας, θα έχετε σκοτώσει αυτόν που είναι ο μόνος που θα ᾽πρεπε να τον εγκωμιάζετε πάνω απ᾽ όλους, επειδή είναι δικός σας άνθρωπος και φιλικός και ομόψυχος και —ας μου επιτραπεί η έμφαση— υπερασπιστής των απόψεών σας. Προσέξτε λοιπόν να μη συμπεριφερθείτε κι εσείς σαν τους περισσότερους τωρινούς φιλοσόφους, αν φανείτε αχάριστοι και οξύθυμοι και αναίσθητοι προς κάποιον ευεργέτη σας.
ΠΛΑΤΩΝΑΣ
Μα τί αδιαντροπιά! Σου χρωστάμε δηλαδή επιπλέον και χάρη για την κακολογία σου; Νομίζεις πως απευθύνεσαι πραγματικά σε τιποτένιους δούλους; Ή μήπως θα προσμετρήσεις ως ευεργεσία σ᾽ εμάς αυτή την τόσο μεγάλη προσβολή και την απρέπεια των λόγων;
ΠΑΡΡΗΣΙΑΔΗΣ
[6] Και πού ή πότε σας πρόσβαλα εγώ, που πάντοτε συνήθιζα και τη φιλοσοφία να θαυμάζω και εσάς τους ίδιους να εκθειάζω και να έχω συντροφιά μου τα λόγια σας, αυτά που μας έχετε αφήσει; Αυτά ακριβώς που λέω από πού αλλού τα έχω πάρει, αν όχι από σας, και απανθίζοντάς τα σαν τη μέλισσα τα παρουσιάζω στους ανθρώπους; Κι εκείνοι τα επαινούν και αναγνωρίζουν το κάθε λουλούδι από πού και από ποιόν και πώς το επέλεξα, και φαινομενικά βέβαια θαυμάζουν εμένα για το ανθολόγημα, στην πραγματικότητα όμως θαυμάζουν εσάς και το λιβάδι το δικό σας, που ανθίσατε με τέτοια πολυχρωμία και τέτοια πολυμορφία στις αποχρώσεις, αν φυσικά γνωρίζει κανείς πώς να τα επιλέξει και να τα πλέξει σε στεφάνι και να τα συνδυάσει έτσι, ώστε να μην είναι αταίριαστα το ένα δίπλα στο άλλο. Υπάρχει λοιπόν κάποιος τόσο πολύ ευεργετημένος από σας ο οποίος θα επιχειρούσε να σας κακολογήσει, εσάς του ευεργέτες του, ενώ σ᾽ εσάς οφείλει το όνομα που απέκτησε; Εκτός πια κι αν έμοιαζε τον Θάμυρη ή τον Εύρυτο, ώστε να ανταγωνίζεται στο τραγούδι τις Μούσες, από τις οποίες έμαθε να τραγουδά, ή να προκαλεί σε αγώνα τοξοβολίας τον Απόλλωνα, και μάλιστα ενώ εκείνος του χάρισε την ικανότητα να χειρίζεται το τόξο.